
Πόσους λόγους έχει να φοβάται μία κυβέρνηση στον δρόμο για τον έβδομο χρόνο της; Από τις ευρωεκλογές και μετά η ΝΔ βρίσκεται σε μία διαρκή αναζήτηση του παλιού εαυτού της, δηλαδή αυτού που μπορούσε να προσελκύσει ετερόκλητα ακροατήρια και να κερδίζει αυτοδύναμα τους αντιπάλους της. Οσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης μένει εκτός τροχιάς διεκδίκησης του εκλογικού στόχου που εκείνος έχει θέσει, τόσο οι μικρές ανασφάλειες διογκώνονται και τα προβλήματα συσσωρεύονται. Σχηματίζοντας τελικά τον φόβο που περιλαμβάνει τα πάντα: πως η ΝΔ δεν θα καταφέρει να κάνει το άλμα απέναντι στη φθορά.
Ο «καναπές» των κεντρώων
Οι 12 ποσοστιαίες μονάδες που έχασε η ΝΔ από τα δεξιά στις ευρωεκλογές και οι 14 χαμένες μονάδες στο Κέντρο εξηγούν τις μέχρι σήμερα κινήσεις του Μητσοτάκη: από τη μία υπάρχει εμφανής δεξιά στροφή και εντατική φροντίδα των αιτημάτων της παραδοσιακής πτέρυγας του κόμματός του ενώ από την άλλη παραμένει στρατηγικός ο προσανατολισμός του στο Κέντρο. Το ευτύχημα και το δυστύχημα για τη ΝΔ είναι ότι αυτοί οι ψηφοφόροι δεν έχουν επιλέξει τον επόμενο προορισμό τους. Ειδικά ο επαναπατρισμός κεντρώων, οι οποίοι ούτε έχουν κάνει στροφή στο ΠΑΣΟΚ ούτε έχουν περάσει σε οποιαδήποτε άλλη αντικυβερνητική όχθη (αυτοί παραμένουν στη δεξαμενή των αναποφάσιστων), κρίνεται ως ο δυσκολότερος. Οσο ο χρόνος περνάει και οι ευκαιρίες της κυβέρνησης για να ανατροπή δεδομένων, μοιραία, λιγοστεύουν, ο φόβος εντείνεται. Μπορεί ο κεντρώος «καναπές» να μην αποδειχθεί μόνο δημοσκοπικός. Και επειδή, όπως πιστεύει ο Μητσοτάκης, «οι εκλογές κρίνονται στο Κέντρο», μπορεί έτσι να χαθεί ο εκλογικός στόχος.
Το κόμμα Σαμαρά
Στον «καναπέ» όμως δεν κάθονται μόνο κεντρώοι. Οι δεξιοί δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι ενδεχομένως θα διεκδικηθούν από έναν παλιό γνώριμο. Ο Αντώνης Σαμαράς κρατά κλειστά χαρτιά, όμως συνομιλητές του αφήνουν να εννοηθεί ότι το επόμενο βήμα (του) έρχεται όλο και πιο κοντά – όχι τυχαία υπάρχουν αναφορές ακόμα και για εξελίξεις εντός του Οκτωβρίου. Εξάλλου η τελευταία παρέμβαση του Μεσσήνιου ερμηνεύτηκε ως τροχιοδεικτική βολή – εκτός από το γεγονός ότι επρόκειτο για σαφές άνοιγμα στο κίνημα των Τεμπών. Βασικό «κίνητρο» του πρώην Πρωθυπουργού, με βάση όσα συζητούν συνομιλητές του, είναι το ένα εκατομμύριο ψηφοφόροι που «χάθηκαν» στον έναν χρόνο από τις τελευταίες εθνικές εκλογές έως την ευρωκάλπη του 2024. Οσο το δεξιό ακροατήριο μένει ακάλυπτο από την κυβερνητική ρητορική και τις κυβερνητικές πολιτικές, τόσο εντείνεται η ανησυχία ότι ένα κόμμα Σαμαρά μπορεί αυτομάτως να κόψει την (όποια) φόρα του Μητσοτάκη στη διεκδίκηση αυτοδυναμίας, ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια επιστροφής απογοητευμένων νεοδημοκρατών. Προσώρας τα δεδομένα είναι δύο, όπως έχουν γράψει «ΤΑ ΝΕΑ»: αφενός ότι ένα κόμμα Σαμαρά θα διεκδικούσε παραταξιακά και θεσμικά ρόλο ρυθμιστή στην επόμενη ημέρα ως «δύναμη» υπέρ της αποφυγής ακυβερνησίας (άρα δεν θα υπάρξει νωρίτερα προοπτική μετακίνησης εν ενεργεία βουλευτών της ΝΔ), αφετέρου ότι οι δίαυλοι με τον νυν αρχηγό της ΝΔ είναι οριστικά κομμένοι (άρα δίχως προοπτική επαναπροσέγγισης με οποιονδήποτε τρόπο).
Ο κατακερματισμός της διαμαρτυρίας
Για το Μέγαρο Μαξίμου κομμένοι είναι και οι δίαυλοι με ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος που είτε λόγω κόπωσης είτε λόγω κακής πολιτικής διαχείρισης αποδοκιμάζει συστηματικά την κυβέρνηση τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Τυχόν εμπλοκή της Μαρίας Καρυστιανού σε νέο πολιτικό φορέα εκτιμάται από κυβερνητικούς ότι θα προκαλούσε πράγματι ανακατατάξεις σε αυτόν τον κόσμο, αλλά κυρίως με τρόπους που δεν πλήττουν τη ΝΔ: πρώτον, με κινητοποίηση ανθρώπων που είχαν στραμμένη την πλάτη έτσι κι αλλιώς στο πολιτικό σύστημα, επιλέγοντας την αποχή από την εκλογική διαδικασία και, δεύτερον, με μετακινήσεις ψηφοφόρων μεταξύ κομμάτων που απευθύνονται οριζόντια στα αντισυστημικά αισθήματα των οργισμένων πολιτών. Με το κυβερνητικό σκεπτικό, σε αυτή την περίπτωση, επηρεάζεται πρωτίστως – αν όχι αποκλειστικά – η δυναμική κομμάτων στα αριστερά (π.χ. Πλεύση Ελευθερίας) αλλά και στα δεξιά (π.χ. Ελληνική Λύση ή και Νίκη) ή ακόμα και τα δυνητικά κόμματα Τσίπρα και Σαμαρά. Υπάρχει όμως αγωνία στην κυβέρνηση: ένας πιθανός κατακερματισμός της διαμαρτυρίας στην κάλπη, όπως καταγράφεται σήμερα στους δημοσκοπικούς δείκτες, τη φέρνει αντιμέτωπη με πολλά διαφορετικά ρεύματα χωρίς να μπορεί η ίδια να στοχεύσει σε συγκεκριμένο αντίπαλο. Αρα, θολώνοντας το αφήγημά της.
Η πολιτική «κουζίνα»
Προς το παρόν πάντως, η μόνη εξαίρεση στη στρατηγική μετριοπάθειας, την οποία έχει υιοθετήσει ο Μητσοτάκης από τη ΔΕΘ και μετά, είναι οι αντιδράσεις του μπροστά σε σενάρια περί αλλαγών εν κινήσει στη ΝΔ και διαδοχής του ίδιου. Ο χαρακτηρισμός τον οποίο επιστρατεύει για να υποβαθμίσει τους παρασκηνιακούς ψιθύρους είναι αυτός της «πολιτικής κουζίνας», που, όπως υποστηρίζει, απασχολεί συζητήσεις μόνο στην πλατεία Κολωνακίου και όχι την κοινωνία. Ο λόγος που ο Μητσοτάκης σπεύδει να ακυρώσει τη σεναριολογία δεν έχει να κάνει μόνο με την ανησυχία ότι αυτά λειτουργούν επιβαρυντικά σε κυβέρνηση και κόμμα, απειλώντας με εσωστρέφεια, αποσυντονισμό και υπόγειες συγκρούσεις. Υποκρύπτει επιπλέον τον φόβο ότι παραμένει ο ίδιος στο βασικό μενού της πολιτικής «κουζίνας». Οτι το δικό του «κεφάλι» θα ζητηθεί σε περίπτωση που η ΝΔ αναγκαστεί να σεβαστεί «την απόφαση του κυρίαρχου λαού» για κυβέρνηση συνεργασίας.