
Χωρίς προηγούμενο δείχνει να είναι η κούρσα για παραγωγή φυσικού αερίου και ειδικά υγροποιημένου (LNG), με χώρες όπως οι ΗΠΑ να αυξάνουν σημαντικά την προσφορά σε μια προσπάθεια να κερδίσουν μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.
Η ζήτηση είναι μεγάλη ειδικά στην Ευρώπη η οποία έχει στραφεί και στις δύο αυτές χώρες για να καλύψει τις ανάγκες της μετά από το κλείσιμο της στρόφιγγας για ρωσικό φυσικού αέριο λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Μεγάλη ζήτηση υπάρχει επίσης και από την Ασία.
Ήδη στις ΗΠΑ η παραγωγή και οι υποδομές όπως οι αγωγοί για μεταφορά φυσικού αερίου αυξάνονται συνεχώς, ενώ τεράστια είναι και η παραγωγική και μεταφορική ικανότητα του Κατάρ.
Η παγκόσμια ζήτηση για υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) αναμένεται να αυξηθεί κατά το ένα τρίτο από φέτος μέχρι το 2030 σύμφωνα με στοιχεία του BloombergNEF. Οι Αμερικανοί παραγωγοί επιδιώκουν τώρα να διπλασιάσουν έως το 2029 την ικανότητα υγροποίησης και εξαγωγής φυσικού αερίου της χώρας, δείχνουν χωριστά στοιχεία της Le Monde. Έως το 2030 η παγκόσμια ικανότητα υγροποίηση φυσικού αερίου μπορεί να αυξηθεί κατά 60% αναφέρει σε εκτιμήσεις του το Χρηματιστήριο του Λονδίνου (London Stock Exchange Group -LSEG).
Στον αμερικανικό Νότο αυτό το διάστημα καταγράφεται η μεγαλύτερη ανάπτυξη στην κατασκευή αγωγών φυσικού αερίου των τελευταίων είκοσι χρόνων. Πλέον εκεί «τρέχουν» ταυτόχρονα δώδεκα έργα για την κατασκευή ή την επέκταση τέτοιων αγωγών στο Τέξας, τη Λουιζιάνα και την Οκλαχόμα, σύμφωνα με νέα στοιχεία που παρουσίασε το Bloomberg από τις αρμόδιες αμερικανικές αρχές (US Energy Information Administration). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη άνθηση τέτοιων έργων για αγωγούς που εξυπηρετούν τον Κόλπο του Μεξικό από το απόγειο της επέκτασης παραγωγής σχιστολιθικού αερίου το 2008.
Ο ρόλος του Ντόναλτ Τραμπ
Τα σχέδια για τους αγωγούς αυτούς υπήρχαν και πριν να αναλάβει καθήκοντα προέδρου για δεύτερη φορά ο Ντόναλντ Τραμπ. Όμως τώρα η μαζική αυτή επέκταση σε ενεργειακές υποδομές αποτελεί το κλειδί στην προσπάθεια της Ουάσιγκτον και αμερικανικών εταιρειών του κλάδου να αυξηθούν σημαντικά οι εξαγωγές των ΗΠΑ και να υπάρχει κυριαρχία στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας, σημειώνεται.
Αυτό γίνεται αφού οι Αμερικανοί βλέπουν τη ζήτηση να αυξάνεται σημαντικά ανά τον κόσμο, περιλαμβανομένης και της Ευρώπης. Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας φυσικού αερίου όπως δείχνουν στοιχεία του Bloomberg. Και για αυτό το λόγο μεγάλες εταιρείες του κλάδου όπως μεταξύ άλλων οι Sempra, NextDecade και Venture Global, επενδύσουν δεκάδες δις δολάρια για την κατασκευή νέων σταθμών (terminals) για την υγροποίηση και αποστολή φυσικού αερίου στην Ευρώπη, την Ασία και αλλού, αναφέρεται.
Για να τροφοδοτηθούν τα terminals αυτά απαιτούνται αγωγοί κι αυτοί που κατασκευάζονται τώρα αναμένεται ότι θα καλύψουν τις ανάγκες μεταφοράς από το 2027 και μετά όταν θα έχουν ολοκληρωθεί τα περισσότερα αντίστοιχα έργα, εκτιμούν αναλυτές του κλάδου.
Η εξαγωγική εστίαση των ΗΠΑ
Ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα που προχωρούν είναι το terminal CP2 το οποίο κατασκευάζεται στη Λουιζιάνα από τη Venture Global. Το έργο αυτό έλαβε το τελικό πράσινο φως από το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ στις 21 Οκτωβρίου για να διευκολύνει τις εξαγωγές προς χώρες που δεν έχουν συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ, δείχνουν στοιχεία της Le Monde.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, ο Λευκός Οίκος έχει δώσει πράσινο φως για νέα εξαγωγική ικανότητα της χώρας σε φυσικό αέριο κατά 390 εκατ. κυβικά μέτρα.
Το Κατάρ
Την ίδια στιγμή και το Κατάρ κινείται για να αυξήσει σημαντικά την παραγωγή και τις εξαγωγές φυσικού αερίου. Αυτό αναμένεται να γίνει μέσω του πεδίου North Field East, με τις πρώτες παραδόσεις φυσικού αερίου από αυτό να σχεδιάζεται τώρα να ξεκινήσουν στα μέσα του 2026.
Η ζήτηση από την Ευρώπη
Μετά από πιέσεις από τον Ντόναλντ Τραμπ και στα πλαίσια της πρόσφατης εμπορικής συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η ΕΕ έχει συμφωνήσει να αγοράσει αμερικανικό LNG αξίας σχεδόν 650 δις ευρώ μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Μένει να φανεί εάν θα επιτευχθεί αυτός ο στόχος εν μέσω σύνθετων γεωπολιτικών συνθηκών, προσπάθειας των Βρυξελλών για στροφή σε πιο πράσινες μορφές ενέργειας και οικονομικής κατάστασης που επηρεάζει τη ζήτηση από νοικοκυριά και επιχειρήσεις.