
Η δέσμευση της υπουργού Οικονομικών της Βρετανίας Ρέιτσελ Ριβς για τον πληθωρισμό και τη μείωση του δημόσιου χρέους εις βάρος της δέσμευσης του Εργατικού Κόμματος να μην αυξήσει ορισμένους φόρους, σε ομιλία της που δεν συνηθίζεται πριν από την κατάθεση του προϋπολογισμού, είναι ενθαρρυντική. Μια σημαντική σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής στην παρουσίαση του προϋπολογισμού στις 26 Νοεμβρίου θα μπορούσε να δημιουργήσει κίνηση για τη μείωση των επιτοκίων και του δημόσιου δανεισμού, ακόμη και αν αυτό επιτευχθεί με αυξήσεις φόρων και όχι με περικοπές δαπανών.
Κάνοντας τη «μείωση του εθνικού χρέους» μία από τις κατευθυντήριες αρχές του προϋπολογισμού, η υπουργός υπαινίχθηκε πως θα αυστηροποιήσει τη δημοσιονομική πολιτική πιο επιθετικά από ό,τι ανέμεναν οι αγορές μέχρι στιγμής. Τα υπάρχοντα σχέδια για την επίτευξη τρέχοντος πλεονάσματος προϋπολογισμού ύψους 9,9 δισ. στερλινών στο οικονομικό έτος 2029-30 θα σταθεροποιούσαν μόνο τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Η Ριβς επιβεβαίωσε ότι το συνολικό σχέδιο κυβερνητικών επενδύσεων ύψους 2% του ΑΕΠ ετησίως θα παραμείνει σε ισχύ, αφήνοντάς της τις επιλογές μείωσης δαπανών ή αύξησης φόρων. Παρόλο που η υπουργός ανέφερε τη μεταρρύθμιση της κοινωνικής πρόνοιας και την παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα, η ιεράρχηση των δαπανών για την υγεία και την άμυνα υποδηλώνει ότι οι περικοπές δαπανών θα συμβάλουν ελάχιστα στην αυστηροποίηση της δημοσιονομικής πολιτικής στον προϋπολογισμό της 26ης Νοεμβρίου, στην καλύτερη περίπτωση.
Η υπουργός σχεδόν εγκατέλειψε τη δέσμευση του Εργατικού Κόμματος να μην αυξήσει κανέναν από τους κύριους φόρους εισοδήματος και κατανάλωσης (φόρο εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας και εθνική ασφάλιση). Αυτό ανοίγει τον δρόμο για ευρεία αύξηση φόρων στον προϋπολογισμό. Μια τέτοια αύξηση θα ήταν πολύ λιγότερο επιζήμια από σειρά μέτρων που θα ήταν απαραίτητα για την άντληση μεγάλων ποσών από άτομα με υψηλό εισόδημα και πλούσια. Η καλύτερή μας πρόβλεψη είναι ότι η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει αυτή την επαναξιολόγηση ως πολιτική κάλυψη για αύξηση 2% και στους τρεις συντελεστές φόρου εισοδήματος, συγκεντρώνοντας πάνω από 20 δισ. στερλίνες.
Για να αποφευχθεί η αύξηση των εκδόσεων ομολόγων κατά το οικονομικό έτος 2026-27, η υπουργός Οικονομικών θα πρέπει να επιβάλει δημοσιονομική σύσφιξη εκ των προτέρων. Η επιβολή δημοσιονομικής σύσφιξης θα μπορούσε επίσης να αναγκάσει την ανεξάρτητη δημοσιονομική εποπτική αρχή, το Γραφείο Προϋπολογιστικής Ευθύνης (OBR), να μειώσει τις προβλέψεις του για τα επιτόκια. Στις οικονομικές προβλέψεις του Οκτωβρίου 2024, το OBR πρόσθεσε 25 μονάδες βάσης στις προβλέψεις του για τα επιτόκια και τις αποδόσεις των ομολόγων που προκύπτουν από την αγορά, ώστε να αντικατοπτρίζουν την απρόβλεπτη αλλαγή πολιτικής. Υποψιαζόμαστε ότι η υπουργός Οικονομικών στοχεύει να επιβάλει σύσφιξη της πολιτικής αρκετά ώστε το OBR να κάνει το αντίστροφο φέτος.
Ο Αντριου Ουίσαρτ είναι Senior Οικονομολόγος της Berenberg στη Βρετανία. Το άρθρο αποτελεί σύνοψη εκτενέστερης ανάλυσης της γερμανικής τράπεζας για τους πελάτες της