
Δύο χρόνια μετά το σοκ που προκάλεσε στο παγκόσμιο εμπόριο η σειρά βίαιων επιθέσεων των ανταρτών Χούθι κατά της ναυτιλίας στην Ερυθρά Θάλασσα, η δεύτερη σε μέγεθος ναυτιλιακή εταιρεία του κόσμου, η AP Moller – Maersk, φαίνεται να κάνει τα πρώτα βήματα για την επιστροφή των πλοίων της στη Διώρυγα του Σουέζ. Η απότομη αναδρομολόγηση πλοίων γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, που ακολούθησε την κλιμάκωση των επιθέσεων των ανταρτών από τον Νοέμβριο του 2023, είχε τεράστιο κόστος τόσο για τις εταιρείες όσο και για την Αρχή της Διώρυγας του Σουέζ (SCA), η οποία είδε τα έσοδά της να συρρικνώνονται δραματικά. Την Τρίτη, όπως έγινε γνωστό, πραγματοποιήθηκε κοινή συνέντευξη Τύπου του ναυάρχου Οσάμα Ραμπί, προέδρου της Αρχής της Διώρυγας του Σουέζ, και του Βίνσεντ Κλερκ, διευθύνοντος συμβούλου της AP Moller – Maersk, μετά την υπογραφή συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ της Αρχής και του ομίλου.
Ο ναύαρχος Οσάμα Ραμπί δήλωσε ότι μέσω αυτής της συνεργασίας ανακοινώνουμε την πλήρη επιστροφή των πλοίων της Maersk στη Διώρυγα.
Σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε η SCA στα αραβικά, οι δύο οργανισμοί συμφώνησαν στην «επανέναρξη της διέλευσης των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων της Maersk από τις αρχές Δεκεμβρίου», μια δήλωση που άφησε να εννοηθεί πως η πλήρης επιστροφή βρίσκεται προ των πυλών. Ωστόσο, από την πλευρά της η Maersk εμφανίζεται πιο συγκρατημένη. Η εταιρεία, αν και επιβεβαίωσε ότι υπεγράφη συμφωνία συνεργασίας, αρνήθηκε ότι δεσμεύτηκε σε συγκεκριμένη ημερομηνία επαναφοράς. Εκπρόσωπός της στο «Tradewinds» ανέφερε ότι η Maersk «δεν έχει ορίσει ούτε ανακοινώσει χρονοδιάγραμμα», τονίζοντας πως κάθε κίνηση θα γίνει μόνο όταν οι συνθήκες ασφάλειας το επιτρέψουν.
Για τη SCA, που έχει υποστεί τεράστια οικονομική ζημιά από την εκτροπή των πλοίων, η επιστροφή των μεγάλων εταιρειών αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας. Επισημαίνεται ότι τα τέλη διέλευσης από τη Διώρυγα του Σουέζ αντιπροσωπεύουν περίπου το 1,5%-2% του ΑΕΠ της Αιγύπτου.
Πριν από τον πόλεμο στη Γάζα, η Διώρυγα απέφερε περισσότερα από 8,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε τέλη διέλευσης ετησίως – ποσό που μειώθηκε κατά περισσότερο από 50% στη διάρκεια του 2024. Αν η Maersk τελικά προχωρήσει, θα είναι η πρώτη μεγάλη εταιρεία που θα αποκαταστήσει πλήρως τη διαδρομή μέσω της Ερυθράς Θάλασσας – μια κίνηση με σημαντικές επιχειρηματικές και οικονομικές επιπτώσεις. Η επιστροφή στη Διώρυγα πιθανότατα θα αναδιαμορφώσει την αγορά, επηρεάζοντας τόσο τις τιμές όσο και τη διάθεση πλοίων.
Την ίδια στιγμή, και άλλοι μεγάλοι παίκτες του κλάδου κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Ηδη τα τελευταία στοιχεία για τη ναυτιλιακή κίνηση δείχνουν αύξηση των διελεύσεων από τη Διώρυγα. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Clarksons, κατά μέσο όρο τον Οκτώβριο περίπου 244 πλοία όλων των τύπων διέρχονταν από τη Διώρυγα του Σουέζ κάθε εβδομάδα, ενώ ο αριθμός αυτός ανέρχεται σε 269 πλοία για τον Νοέμβριο. Τα τελευταία στοιχεία συγκρίνονται με έναν μέσο όρο 229 εβδομαδιαίων διελεύσεων κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2025, αλλά παραμένουν πολύ κάτω από τις 495-500 εβδομαδιαίες διελεύσεις που παρατηρούνταν πριν από τις εκτροπές των πλοίων προς το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, που ξεκίνησαν στα τέλη του 2023, όταν οι Χούθι άρχισαν τις επιθέσεις στα πλοία.
Είναι έτοιμοι
Επίσης, πριν από περίπου μία εβδομάδα, ο πρόεδρος της Αρχής της Διώρυγας του Σουέζ (SCA), ναύαρχος Οσάμα Ραμπί, ανακοίνωσε ότι η Διώρυγα του Σουέζ είναι έτοιμη να υποδεχθεί μεγάλα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Η ανακοίνωση αυτή έγινε κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο πλοίο «CMA CGM JULES VERNE», το ταξίδι του οποίου σηματοδότησε την πρώτη διέλευση του πλοίου – που ανήκει στη γαλλική ναυτιλιακή εταιρεία CMA CGM – από τον Νότο μέσω του Bab el-Mandab και την τρίτη διέλευσή του από τη Διώρυγα.
Επιπλέον, πρόσφατα η ισραηλινή Zim ανακοίνωσε ότι προετοιμάζει επιχειρησιακό σχέδιο για να ξαναρχίσει τους πλόες μέσω της Διώρυγας του Σουέζ. Ο διευθύνων σύμβουλος Ελι Γκλίκμαν δήλωσε πως, αν και η ασφάλεια παραμένει η απόλυτη προτεραιότητα, η πρόσφατη εκεχειρία αποτελεί ενθαρρυντικό βήμα.