Στηβ Μπακάλης
Στη σημερινή Ελλάδα, ο κόσμος είναι συχνά θυμωμένος. Βλέπουμε διαδηλώσεις, μπλόκα, έντονες συζητήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δημόσιες καταγγελίες. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι πολίτες «συμμετέχουν». Όμως υπάρχει ένα πρόβλημα που είχε επισημάνει ήδη ο George Orwell: η εξουσία δεν φοβάται την οργή. Φοβάται τη γνώση και την κατανόηση. Ο θυμός μπορεί να εκτονωθεί. Να κουραστεί. Να ξεχαστεί. Η πραγματική κατανόηση του πώς λειτουργεί το κράτος, η οικονομία και οι θεσμοί είναι πολύ πιο επικίνδυνη — γιατί οδηγεί σε αλλαγές.
Στην Ελλάδα, οι διαμαρτυρίες είναι συχνά δυνατές, αλλά σπάνια αλλάζουν κάτι ουσιαστικό. Τα ίδια σενάρια επαναλαμβάνονται: οι πολίτες κατεβαίνουν στο δρόμο, τα κόμματα «απορροφούν» τη δυσαρέσκεια, τα μέσα ενημέρωσης το παρουσιάζουν με τον ίδιο τρόπο και στο τέλος το σύστημα συνεχίζει σχεδόν όπως πριν. Ο κόσμος νιώθει ότι έκανε το καθήκον του, αλλά οι αποφάσεις παίρνονται αλλού. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι πολίτες δεν νοιάζονται. Το αντίθετο.
Το πρόβλημα είναι ότι η οργή γίνεται αυτοσκοπός, όχι εργαλείο.
Αυτό ξεκινά και από την παιδεία. Μαθαίνουμε να αποστηθίζουμε, όχι να αναλύουμε. Να διαλέγουμε «στρατόπεδο», όχι να αμφισβητούμε. Έτσι, πολλοί μπορούν να επαναλάβουν συνθήματα, αλλά λίγοι κατανοούν πώς λειτουργούν ο προϋπολογισμός, οι επιδοτήσεις, οι θεσμοί και οι πραγματικοί μοχλοί εξουσίας. Χωρίς αυτή τη γνώση, η διαμαρτυρία γίνεται συναισθηματική αλλά όχι αποτελεσματική.
Το βλέπουμε καθαρά και στις πρόσφατες κινητοποιήσεις των αγροτών. Τα αιτήματά τους είναι σοβαρά: επιδοτήσεις που δεν πληρώθηκαν, κόστος καυσίμων, χρέη, υποδομές. Όμως το κράτος συχνά απαντά με προσωρινές υποσχέσεις, ενώ τα βαθύτερα προβλήματα της ελληνικής γεωργίας —χαμηλή παραγωγικότητα, κακή διαχείριση, μη αποτελεσματικοί οργανισμοί— παραμένουν άλυτα. Ο δημόσιος διάλογος γεμίζει συνθήματα και κατηγορίες, όχι λύσεις.
Ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν αλλιώς, το έχω ζήσει προσωπικά. Το 1985, στην Αυστραλία, περίπου 45.000 αγρότες συγκεντρώθηκαν έξω από το Κοινοβούλιο. Δεν φώναζαν απλώς. Ήταν οργανωμένοι. Είχαν στοιχεία. Καταλάβαιναν τους φόρους και το κόστος παραγωγής. Μιλούσαν τη γλώσσα της οικονομίας και των θεσμών. Έκαναν σαφές ότι οι πολιτικές αποφάσεις είχαν πραγματικό κόστος για τη χώρα. Η διαμαρτυρία τους δεν αγνοήθηκε. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να απαντήσει σοβαρά και να αλλάξει πολιτικές. Όχι επειδή οι αγρότες ήταν πιο θυμωμένοι, αλλά επειδή ήταν πιο προετοιμασμένοι.
Αυτό είναι και το μεγάλο μάθημα για την Ελλάδα — αλλά και για την ελληνοαυστραλιανή διασπορά. Όσοι ζουν σε χώρες με πιο λειτουργικούς θεσμούς μπορούν να μεταφέρουν εμπειρία, γνώση και πίεση. Όχι με κραυγές, αλλά με επιμονή, τεκμηρίωση και σταθερή παρουσία στους θεσμούς. Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ότι δεν υπάρχει αντίσταση. Είναι ότι η αντίσταση σπάνια είναι στρατηγική. Η προβλέψιμη διαμαρτυρία είναι εύκολα διαχειρίσιμη. Η συμβολική οργή είναι ακίνδυνη για το σύστημα.
Αν η διαφωνία δεν στοχεύει σε συγκεκριμένες αλλαγές και δεν διαρκεί στον χρόνο, τελικά σταθεροποιεί αυτό που υποτίθεται ότι πολεμά. Η δημοκρατία δεν βελτιώνεται με πιο δυνατές φωνές, αλλά με πολίτες που ξέρουν πού να πιέσουν, πώς να πιέσουν και για πόσο.
Τέλος, στην Ελλάδα συχνά όποιος ασκεί τέτοια κριτική κατηγορείται ότι «στηρίζει κάποιο κόμμα». Αυτό είναι λάθος. Το ζήτημα δεν είναι ποιο κόμμα κυβερνά, αλλά πώς συμμετέχουν οι πολίτες. Η χώρα δεν έχει έλλειψη πάθους. Έχει έλλειψη θεσμικής γνώσης και πολιτειακής παιδείας. Χωρίς αυτά, η οργή θα συνεχίσει να ξεσπά και να σβήνει .Με αυτά, μπορεί να γίνει δύναμη πραγματικής αλλαγής.
*Ο Δρ. Στηβ Μπακάλης είναι οικονομολόγος, με ερευνητικό έργο στην πολιτική οικονομία, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση. Έχει συνεργαστεί με το La Trobe University, το University of Melbourne και το Victoria University
The post Αγρότες, Θυμός και Υπακοή: Γιατί οι διαμαρτυρίες στην Ελλάδα σπάνια αλλάζουν τα πράγματα appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.