
Η έρευνα που δημοσιεύθηκε την Τρίτη (02/12) έφερε ξανά στο προσκήνιο τις ευθύνες της αστυνομίας για την τραγωδία του Χίλσμπορο το 1989, όπου 97 φίλοι της Λίβερπουλ έχασαν τη ζωή τους σε συνθήκες ασφυξίας.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, δώδεκα αστυνομικοί θα είχαν αντιμετωπίσει διαδικασίες για σοβαρή πειθαρχική παράβαση, καθώς διαπιστώθηκαν σημαντικές αποτυχίες στον χειρισμό της κατάστασης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την τραγωδία. Παράλληλα, εντοπίστηκαν 92 καταγγελίες που χρήζουν διερεύνησης σχετικά με τις ενέργειες των αστυνομικών εκείνης της περιόδου.
Ωστόσο, κανείς δεν θα λογοδοτήσει. Η νομοθεσία που ίσχυε τότε δεν επιτρέπει την πειθαρχική δίωξη συνταξιούχων αστυνομικών, με αποτέλεσμα όλοι οι εμπλεκόμενοι να μείνουν στο απυρόβλητο, αφού είχαν αποχωρήσει από το Σώμα πριν ξεκινήσει η έρευνα το 2012.
Η τραγωδία σημειώθηκε στις 15 Απριλίου 1989, όταν περισσότεροι από 2.000 οπαδοί οδηγήθηκαν στην ήδη υπερπλήρη εξέδρα των όρθιων στο στάδιο του Σέφιλντ για τον ημιτελικό του FA Cup με τη Νότιγχαμ Φόρεστ. Οι φίλαθλοι συνθλίφθηκαν στα κιγκλιδώματα ή ποδοπατήθηκαν, ενώ πολλοί πέθαναν από ασφυξία.
In light of the utterly damning & frankly hideous findings of the IOPC @policeconduct investigation into police conduct re Hillsborough, I have written to the Govt to seek the removal of the Knighthood from Norman Bettison – as this is the only remaining sanction left for… pic.twitter.com/j35yfVYilM
— lan Byrne MP (@IanByrneMP) December 2, 2025
Η πρώτη επίσημη έρευνα το 1991 μίλησε για «ατύχημα», προκαλώντας την οργή των οικογενειών, που για χρόνια ζητούσαν δικαίωση. Τα δεδομένα ανατράπηκαν το 2012, όταν αποχαρακτηρισμένα έγγραφα αποκάλυψαν σοβαρές παραλείψεις της αστυνομίας. Το 2016, ένορκη επιτροπή αποφάνθηκε ότι τα θύματα ουσιαστικά «δολοφονήθηκαν».
Η νέα αναφορά του Ανεξάρτητου Γραφείου για τη Συμπεριφορά της Αστυνομίας επιβεβαίωσε ότι 327 καταθέσεις αστυνομικών είχαν αλλοιωθεί μετά την τραγωδία, με σχεδόν μία στις τέσσερις να έχει τροποποιηθεί από τη νομική ομάδα της Αστυνομίας του Νότιου Γιορκσάιρ.
Οι ερευνητές χαρακτήρισαν επίσης τις ενέργειες της Αστυνομίας των Δυτικών Μίντλαντς — που ανέλαβε την αρχική έρευνα — «εντελώς μη ικανοποιητικές» και μεροληπτικές υπέρ των συναδέλφων τους.
Οι οικογένειες των θυμάτων έκαναν λόγο για «άλλη μια πικρή αδικία», βλέποντας πως, παρά τα συντριπτικά στοιχεία, κανείς δεν θα τιμωρηθεί.