
Οι εξώστες στα θέατρα κρατούνταν πάντα για την αριστοκρατία. Υπό μια έννοια, για τους υψηλούς προσκεκλημένους, υπό μια άλλη, για τους εντελώς αποκομμένους από τον λαό – από την κουλτούρα και τα προβλήματά του, από τις προσδοκίες και τα αιτήματά του. Σε μια αίθουσα μαζί, αλλά στην πραγματικότητα χώρια. Ο συμβολισμός που επιχείρησε ο Αλέξης Τσίπρας ήταν σαφής από την πρώτη στιγμή, όμως όσο η βραδιά της παρουσίασης της «Ιθάκης» εξελισσόταν, δεν έμεινε εκεί – ο πρώην πρωθυπουργός, μπροστά στους παλαιούς του συνεργάτες, μπροστά σε πρώην υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ, στον Σωκράτη Φάμελλο, τον Αλέξη Χαρίτση και σειρές καθισμάτων γεμάτες στελέχη και βουλευτές, έδειξε ότι, αν και εφόσον θελήσουν να συμπορευθούν μαζί του, ο δρόμος είναι ανοιχτός, είναι όμως και δύσκολος. Τίποτα, για όσους εξ αυτών γίνουν δεκτοί, δεν είναι σίγουρο. Ούτε καν η παρουσία τους σε ψηφοδέλτιο.
«Εδειξε» τους υπευθύνους
Ενα είναι το δεδομένο: το «Παλλάς» την Τετάρτη το απόγευμα δεν έφερε στον Τσίπρα νέο ακροατήριο – ήταν εκεί στελέχη και μέλη τού πάλαι ποτέ ενιαίου, κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, που δεν χρειάζεται να πειστούν ούτε ότι ο πρώην πρωθυπουργός έχει αλλάξει ούτε ότι έχει κάνει την αυτοκριτική του. Και, ως «αμετανόητος», ο Τσίπρας μοιάζει να στοχεύει εμφανώς σε εκείνο το πολλά υποσχόμενο ποσοστό των εθνικών εκλογών του 2019, το σχεδόν 32%, που μπορεί να μην ήταν αρκετό για να χτυπήσει τη ΝΔ, επέτρεπε όμως στον ΣΥΡΙΖΑ να κινείται ως κόμμα εξουσίας. Και παρότι στην «Ιθάκη» υπάρχει αυτοκριτική για τις επιλογές του όσον αφορά τους συνεργάτες του, η ομιλία του έδειξε καθαρά πως ο Τσίπρας δεν πιστεύει πως έχει την κύρια ευθύνη για την κακή εικόνα του κόμματός του από το 2019 έως το 2023, που έριξε το ποσοστό του σχεδόν στο μισό. Τους υπευθύνους τούς «έδειξε» με την επιλογή του να τους βάλει στον εξώστη του θεάτρου και να τους αναγκάσει, από τη στιγμή που εμφανίστηκαν, να τον ακούσουν όχι μόνο ουσιαστικά να προτείνει την αυτοδιάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, αλλά να καλεί τα μέλη τους σε αυτοοργάνωση – με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή, προεξόφλησε το μέλλον δύο πολιτικών δομών.
Ο συμβολισμός των θέσεων
Η συμβολική ταξιθεσία και η φράση «θα έχουμε προσκλήσεις για όλους, αλλά δεν θα έχουμε ρεζερβέ στην πρώτη θέση για κανέναν» ήταν, λένε οι πιο σκληροί, μια διαδικασία ταπείνωσης – ενώ για άλλους, που ενδεχομένως εκτιμούν πως ο πρώην πρωθυπουργός δεν έκανε ό,τι έκανε άδικα, ήταν βασικά μια υπενθύμιση του ποιος ήταν και ποιος παραμένει το αφεντικό. Και, βέβαια, πως δεν δέχεται εκβιασμούς για τη συνέχεια. Οταν επεσήμανε πως η κοινωνία «δεν συγκινείται από πρόχειρες, καθυστερημένες και όψιμες συγκολλήσεις, κινήσεις μικροκομματικής επιβίωσης», στην πραγματικότητα είπε στις παρούσες ηγεσίες πως η προσπάθεια συνεννόησης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς, ακόμα και οι δίαυλοι με το ΠΑΣΟΚ, δεν θα αλλάξουν την απόφασή του να προχωρήσει με ένα νέο κίνημα που δεν θα είναι συνασπισμός υπαρχουσών δομών, αλλά μια νέα κατάσταση, ένας νέος φορέας από το μηδέν. Οποιο στέλεχος θέλει, μοιάζει ευπρόσδεκτο, αλλά όχι υπό προϋποθέσεις, όχι θέτοντας όρους. Εμφανώς ο τρόπος που αυτή η συνθήκη επικοινωνήθηκε δεν ευχαρίστησε κανέναν – τα χαμόγελα του Σωκράτη Φάμελλου και του Αλέξη Χαρίτση κόπηκαν, όπως και τα χειροκροτήματα, σε όλη τη διάρκεια που ο Τσίπρας ανέλυε την ανεπάρκεια της προοδευτικής αντιπολίτευσης, τα «περιχαρακωμένα» κόμματα και τα στελέχη που κοιτούν πώς θα είναι «πρώτα στο χωριό», χωρίς να τα νοιάζει ότι ο Μητσοτάκης οδεύει σε τρίτη τετραετία.
Η ιδιοσυγκρασία του Τσίπρα
Οποιος, πάντως, δεν περίμενε μια τέτοια εξέλιξη, δεν έχει μελετήσει και δεν έχει καταλάβει την ιδιοσυγκρασία του πρώην προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, όταν πια έπαιρνε την απόφαση να δράσει – πριν το κόμμα του γίνει κυβέρνηση, με επιθετικό τρόπο «τελείωσε» τον προκάτοχό του, ξεμπέρδεψε με κάθε ενοχλητική εσωκομματική αντιπολίτευση και, αργότερα, με τον ίδιο τρόπο επιχείρησε να διαλύσει τις υπόλοιπες δυνάμεις του προοδευτικού χώρου. Πλέον φαίνεται εμφανώς πως εκτιμά ότι κάθε προσπάθεια σύνθεσης ιδεών και ομάδων ήταν ένδειξη αδυναμίας (και έφερε τα γνωστά αποτελέσματα).