Μικρότερες συντάξεις με περισσότερα χρόνια δουλειάς για τους νέους εργαζομένους

Περισσότερα χρόνια δουλειάς με μικρότερες συντάξεις επιφυλάσσει το μέλλον στη χώρα μας για τους σημερινούς νέους, κυρίως για όσους εισήλθαν στην αγορά εργασίας από το 2024.

Οι επιστημονικές μελέτες οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθούν μελλοντικά στην Ελλάδα κατά 4 έτη λόγω της δημογραφικής γήρανσης, ενώ παράλληλα η «ωρίμαση» του νόμου Κατρούγκαλου στον υπολογισμό των συντάξεων θα οδηγήσει σε συντάξεις της τάξης των 800 ευρώ!

Η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε μία από τις πιο απαιτητικές δημογραφικές προκλήσεις των επόμενων δεκαετιών που, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, θα φτάσει να έχει έναν από τους υψηλότερους δείκτες γήρανσης ως το 2054, με 7 στα 10 άτομα να είναι τότε άνω των 65 ετών, από 4 στα 10 που είναι σήμερα!

Η νέα έκθεση του ΟΟΣΑ για τις συντάξεις («Pensions at a Glance 2025») προβλέπει ότι τα επόμενα χρόνια η μέση ηλικία συνταξιοδότησης θα αρχίσει να ανεβαίνει και στην Ελλάδα ως γενική τάση αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω της σύνδεσής τους με το προσδόκιμο ζωής μετά τα 65.

Για τη χώρα μας – κατά την ίδια έκθεση – τη μεγαλύτερη επιβάρυνση θα την επωμιστούν οι νέοι 22 ετών που μπήκαν στην αγορά εργασίας το 2024, καθώς η μέση ηλικία για τη συνταξιοδότησή τους από τα 62 έτη θα ανεβεί στα 66. Στην πράξη, στην ηλικία αυτή θα έχουν συμπληρώσει 44 έτη ασφάλισης, αντί 40 έτη που απαιτούνται σήμερα για σύνταξη στα 62. Επίσης, η ίδια έκθεση δείχνει ότι, παρά την τάση ευρωπαϊκών κρατών να αυξάνουν την ηλικία εξόδου από την εργασία, ορισμένες χώρες – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – εξακολουθούν να διατηρούν σχετικά χαμηλότερες ηλικίες συνταξιοδότησης. Στον ιδιωτικό τομέα, η Ελλάδα εμφανίζεται με κανονική ηλικία συνταξιοδότησης περίπου στα 62 έτη, χαμηλότερη από πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στον δημόσιο τομέα, η ηλικία αυτή βρίσκεται ακόμη χαμηλότερα, γύρω στα 60-61 έτη, τοποθετώντας τη χώρα σε μία από τις χαμηλότερες θέσεις στο σύνολο του ΟΟΣΑ. Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) προβλέπει ότι μελλοντικά τα δημόσια συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δεν θα μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις συντάξεις γιατί θα έχει επιβαρυνθεί σημαντικά ο λόγος των εργαζομένων προς τους συνταξιούχους λόγω της δημογραφικής γήρανσης στην Ευρώπη. Μάλιστα, οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι ακόμα χειρότερες επειδή το φαινόμενο της δημογραφικής γήρανσης είναι πιο έντονο εδώ.

Η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ με τη μεγαλύτερη γήρανση του πληθυσμού και τη μεγαλύτερη μείωση του εργατικού δυναμικού τα επόμενα 25 χρόνια, αναφέρει η έκθεση, υπογραμμίζοντας πως παρά τα δυσμενή δημογραφικά δεδομένα η χώρα μας εμφανίζει από τις χαμηλότερες ηλικίες συνταξιοδότησης και από τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης σε σύγκριση με άλλα κράτη.

Η πρόβλεψη έως το 2050

Συνολικά, στις χώρες του ΟΟΣΑ έως το 2050 θα αντιστοιχούν 52 ηλικιωμένοι για κάθε 100 εργαζομένους (20-64 ετών), από 33 το 2025 και 22 το 2000. Στην Ελλάδα, η αναλογία είναι ακόμη πιο δυσοίωνη, καθώς σε κάθε 100 εργαζομένους θα αντιστοιχούν 70 ηλικιωμένοι το 2050.

Ως συνέπεια αυτών, η κανονική ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί κατά 2,2% μεσοσταθμικά στις χώρες του ΟΟΣΑ, από 64,7 και 63,9 έτη για άνδρες και γυναίκες που συνταξιοδοτούνται το 2024, σε 66,4 και 65,9 έτη, αντίστοιχα, για όσους ξεκινούν την καριέρα τους το 2024. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έκθεση, στις χώρες του ΟΟΣΑ οι εργαζόμενοι πλήρους σταδιοδρομίας με μέσο μισθό που εισέρχονται σήμερα στην αγορά εργασίας θα λάβουν καθαρή σύνταξη ίση με το 63% του καθαρού μισθού τους.

Την ίδια ώρα, νέα γενιά χαμηλοσυνταξιούχων δημιουργείται στο ασφαλιστικό σύστημα, οι οποίοι θα λαμβάνουν συντάξεις της τάξης των 800 ευρώ.

Κι αυτό γιατί διάταξη στον νόμο Κατρούγκαλου, η οποία διατηρήθηκε και από τη σημερινή κυβέρνηση (ΝΔ), προβλέπει τον υπολογισμό τής σύνταξης με βάση τον μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών ολόκληρου του εργασιακού βίου και όχι του τελευταίου έτους ή της τελευταίας πενταετίας. Παράλληλα, χαμηλές είναι και οι συντάξεις των ελεύθερων επαγγελματιών – αυτοαπασχολουμένων, λόγω της καταβολής χαμηλών ασφαλιστικών εισφορών.

Σύμφωνα με υπολογισμούς της ΕΝΥΠΕΚΚ, μετά το 2028 ο μέσος όρος ειδικά των νέων κύριων συντάξεων που προέρχονται κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα θα ανέρχεται σε 700-800 ευρώ. Καταλυτικά θα επηρεαστούν οι μελλοντικές συντάξεις λόγω των χαμηλών μισθών, κυρίως του 1/3 του εργατικού δυναμικού που σήμερα ασχολείται στις ποικιλώνυμες μορφές εργασιακής ευελιξίας. Επίσης, χαμηλές θα είναι οι μελλοντικές συντάξεις όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, ενώ πολύ χαμηλές θα είναι οι συντάξεις των ελεύθερων επαγγελματιών – αγροτών αφού 9 στους 10 εξ αυτών επιλέγουν τη χαμηλότερη ασφαλιστική κλάση.