Διάγω και σε αυτόν τον τομέα της ζωής… ερασιτέχνης κηπουρός, που στην κυριολεξία, από την Ήπειρο… σε μια άλλη Ήπειρο της υφηλίου, ασχολούμαι με το κάθε πανηγύρι και χοροστάσι των λουλουδιών, μα και των σπόρων του ταξιδιού. Οι ντομάτες δίνουν μάχη με τα σκαμπανεβάσματα του καιρού για να δέσουν, και τα ραδίκια, αν βλέπουν τον κόσμο ανάποδα, είναι δικό τους θεματάκι. Η λεμονιά, η οποία είναι κοντούλα, όπως λέει και το άσμα, μαζί με την ελιά… μέχρι να βγει το λάδι, δείχνει αντοχή στον αγώνα δρόμου των καρπών, είτε βρέχει είτε έχει ηλιοφάνεια.
Φωτογραφικά, νοερά και εξ επαφής, στέκομαι, θαυμάζω και αναπολώ την ομορφιά και την πορεία τους. Διαλέγω τρεις, λοιπόν, γλάστρες και μακάρι να υπήρχε τρόπος, κάπως να γίνονταν, δηλαδή, να ήταν το άρωμα, η χάρη και τα χρώματά τους και στις σελίδες και στους μονολόγους της καθημερινότητας σαν μόνιμη παρουσία και παντός εποχής. Ας ξεκινήσει η παράσταση, το παραμύθι και η αλήθεια στον κήπο του χρόνου και του χώρου.

Η βουκαμβίλια, λοιπόν, θα ακολουθήσει, μα και θα βρει το δρόμο της στο φράχτη. Τσιγαρόχαρτο το φύλλωμά της, αγκαθάκια στο κορμί της και ένα ροζ χρώμα να γεμίζει το βλέμμα, δίνει την πρώτη παράσταση. Το νυχτολούλουδο, στην τροχιά και αυτό των αναρριχήσεων, θα δώσει το καλύτερο μωβ πέπλο της ζωής του, χορευτικά, όπως και το άρωμά του τα βράδια. Και το παντζάρι, όπως φαίνεται και από την πρόσφατη φωτογραφία του Δεκέμβρη, βρίσκεται στην καλύτερη του φάση.
Κράτησα όμως για το τέλος αυτής της κηπουρικής γραφής τον βασιλικό.
Εδώ θα σταθώ λίγο παραπάνω στον βασιλιά, στην αρχόντισσα των αρωμάτων και των λουλουδιών. Και το ταξίδι ξανά ξεκινάει από τις δύο του γνωστές παροιμίες. Η μία λέει: «Βασιλικός κι αν μαραθεί, την ομορφιά την έχει», καταφέρνει και γειτνιάζει, συνορεύει με την άλλη που λέει: «Κοντά και στο βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα». Αν και μονοετές, το ποώδες αυτό φυτό, με την έντονη μυρωδιά του – ο βασιλικός διαθέτει αιθέρια έλαια, όπως την ευγενόλη, που οφείλει το άρωμά του – και η παρουσία του στα δρώμενα της καθημερινότητας, όπου γης, πατρίδας και κουλτούρας και χρόνου βρέθηκε, άφησε αποτύπωμα. Από τη Νότια Ανατολική Ασία, το ταξίδι του πριν από χιλιάδες χρόνια πέρασε πολιτισμούς. Φερειπείν, οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν το ήθελαν καθόλου, καθώς έβρισκαν φωλιές οι σκορπιοί στη βάση της γλάστρας, και η μυρωδιά του έφερνε κακοτυχία. Στην αρχή έτσι πίστευαν στη μεταξύ τους επαφή, γιατί μετά μπήκε η χάρη σε κείμενα, σε μελωδίες και γραφές.
Έφτασε και στα ρωμαϊκά χρόνια, μπήκε και σε σαλάτες και σε σάλτσες και φυτεύτηκε σχεδόν σε όλη την υφήλιο. Έχει ιστορία το όλο σκηνικό. Μα σαν ερασιτέχνης πολλών καταστάσεων πραγμάτων και θαυμάτων, ας σκαλίσω το χώμα της μνήμης, αλλά και τα ρυάκια των συγκερασμένων της.

Θυμίζει Μεσόγειο, ελληνικό καλοκαίρι, που με τους ανθρώπους και τους τόπους που μεγαλώσαμε, που κουβεντιάσαμε με τα χαμπέρια, τα πρωινά μας καφεδάκια και τις βόλτες μας στον αυλόγυρο, ήτανε και θα είναι πάντα στη μνήμη και στην ανάμνηση των λόγων και των έργων μας σημαντικός και μοναδικός συνομιλητής, κρίκος, κομμάτι καρδιάς και γλυκιάς μέθεξης, μα και μετερίζι και καταφύγιο ψυχής. Ένα διαρκώς διαυτά, ένα στο επανιδείν που δεν μαράθηκε, το κάλεσμα και η ανοιχτή του αγκαλιά δείχνει δρόμους και σταθμούς ταξιδιού. Κάπως και με αυτό το νοερό, νοητό, μα και σε πραγματικό χρόνο, δεν ξεχνάς την αφετηρία, την γνωστή άποψη από πού κρατάει η σκουφιά σου. Εικόνες μπαίνουν και βγαίνουν και αφήνονται στην δίνη των χρωμάτων και του καλοκαιριού.
Στο τραπεζάκι της αυλής, στην γλάστρα, με τις πλαστικές καρέκλες, στα σκαλοπάτια της εκκλησίας, στη μαγειρική, μαζί με δυόσμο, θυμάρι, ρίγανη, θα είναι πάντα εκεί, να ανοίγει το σημειωματάριο και το παράθυρο της μόνιμης νοσταλγίας.
Ο βασιλικός, σαν αμαραντή νότα, μα και σαν μελωδία στη μνήμη και στην ανάμνηση, θα κοσμεί, θα υπάρχει και ως φυλαχτό, χώμα και ουρανός του εδώ χωροχρόνου τα γυρίσματα, με την οποία του ποικιλία.
Καθώς τον κορφολογώ, τον αγγίζω και τον ποτίζω τακτικά, και τα λέμε, νιώθω πιο καλά. Με ένα «πώς περνάς, τι θωρείς, ποια βουνά αγναντεύεις, ποια φεγγάρια κάνουν κύκλους, α, ωραία, πάντα καλά», θα καρπίσουν φέτος και οι ροδιές και τα σύκα, η θάλασσα μέλι, αλλά τέτοια αυθόρμητα τερτίπια, ερωτήματα, επιφωνήματα και κόφτα δωρικά και λυρικά κύματα, ματιές επικοινωνίας να δίνονται και να παίρνονται μεταξύ μας, είναι μια παράσταση μοναδικότατη που δεν είπε τέλος.
Μα η μυρωδιά του, η ταξιδιάρικη και μεθυστική, καθώς τα λέει με τις βουκαμβίλιες που αναρριχώνται, με τις ντοματιές, τα κρεμμυδάκια, μα και τα ζουζούνια που τον γυροφέρνουν, φτιάχνει ένα πανηγύρι αισθήσεων που ο χορός, η ένταση και τα κύματα του είναι ατελείωτα, χωρίς καμία τελεία και παύλα. Γράφει συνεχώς ιστορία, μυρίζει τσίκνισμα, σιωπές, χαρές, μοναξιές. Μαζεύει το ταξίδι του βασιλικού.
Βασιλικός στο μπαλκόνι, στο κηπακο για να θυμίζει χωριό, στο επανιδειν των ταξιδιων ,καθως μου δίνει το χέρι μα και με το άρωμα του μου χτυπάει την πλάτη γυροφέρνει και θα υπάρχει και σε ετούτο εδώ το καλοκαίρι με τα εδώ χρώματα, τα χωματα και το χαίρε του. Και ας βρέξει πεφταστερια και μπουμπουνητα να ρίξει ,ο βασιλικος θα κάνει τις βουτιές του ,θα συνεχίσει να ονειρεύεται…
Mάνα μ’, σγουρός βασιλικός,
πλατύφυλλος και δροσερός.
Mάνα μου, ποιος τον πότιζε,
και ποιος τον κορφολόιζε;
Πέταξε κλώνους και κλωνιά
και σκέπασε τη γειτονιά,
και σκέπασε και μένανε,
που μ’ έχει η μάνα μ’ ένανε.
Κάπως έτσι ηχεί και δίνει αφορμες, σκέψεις και εικόνες στα αυτιά και στη μνήμη μου το απόσπασμα του δημοτικού τραγουδιού με θεματική και άξονα στο στίχο για τον βασιλικό και όχι μόνο…
The post Στο παράθυρο, στο μπαλκόνι, στο επανιδείν στο χώμα της μνήμης… appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.