
Το 2025 ήταν έτος εξαγορών για τις ελληνικές τράπεζες και αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά. Μεγαλύτερη είδηση ήταν η εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς έναντι 600 εκατ. ευρώ, που ολοκληρώθηκε στα τέλη Νοεμβρίου. Τον Οκτώβριο, η Eurobank εξαγόρασε το 80% του κλάδου ζωής της Eurolife έναντι 813 εκατ. ευρώ, αποκτώντας έτσι πλήρη έλεγχο των ασφαλίσεων ζωής της εταιρείας ύστερα από εννέα χρόνια.
Εξαγορές στον ασφαλιστικό κλάδο έγιναν και εκτός Ελλάδας, και συγκεκριμένα στην Κύπρο. Η Eurobank εξαγόρασε (μέσω της Ελληνικής Τράπεζας) την CNP Ασφαλιστική, ενώ η Alpha Bank ανακοίνωσε στα μέσα Δεκεμβρίου συμφωνία για την απόκτηση δύο ασφαλιστικών επιχειρήσεων: Universal Insurance και της Altius. Ετσι, δύο ελληνικές τράπεζες θα κατέχουν επί της ουσίας τους δύο από τους τρεις μεγαλύτερους ασφαλιστικούς ομίλους της Κύπρου.
Στις αρχές του νέου έτους, η Εθνική Τράπεζα (ΕΤΕ) αναμένεται να ανακοινώσει την εξαγορά μειοψηφικού ποσοστού (πέριξ του 30%) στη θυγατρική μεγάλης ξένης ασφαλιστικής επιχείρησης στην Ελλάδα. Από τη μεριά της, η Alpha Bank φέρεται να σχεδιάζει την ενίσχυση της παρουσίας της στην ασφαλιστική αγορά με δύο τρόπους: πρώτον, με την υποστήριξη της AlphaLife, της ήδη υπάρχουσας ασφαλιστικής εταιρείας του Ομίλου, και δεύτερον, με την εξαγορά άλλης ασφαλιστικής εταιρείας και στην Ελλάδα.
Η ασφαλιστική αγορά δεν αφήνει… ασυγκίνητη ούτε την CrediaBank, που φιλοδοξεί μέσα στο 2026 να εδραιωθεί ως η πέμπτη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας. Η διευθύνουσα σύμβουλος της τράπεζας Ελένη Βρεττού μίλησε πρόσφατα για νέες εξαγορές, κάνοντας ειδική αναφορά στον κλάδο των ασφαλίσεων, και δεν αποκλείεται να ολοκληρώσει μια τέτοια κίνηση το ερχόμενο έτος.
Τι προσφέρουν
Το 2025, τα καθαρά έσοδα των τραπεζών από τόκους ήταν μειωμένα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, λόγω της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ. Αν και κατάφεραν να περιορίσουν τη μείωση στα έσοδα χάρη στην πιστωτική επέκταση, τα μειωμένα επιτόκια ήχησαν σαν «καμπανάκι» ώστε οι ελληνικές τράπεζες να βάλουν ως προτεραιότητα την εύρεση εσόδων από άλλες πηγές, κυρίως προμήθειες και χρεώσεις.
Κι ενώ την περσινή χρονιά τα έσοδα των τραπεζών από προμήθειες ανέρχονταν περίπου στο 17% των συνολικών τους εσόδων, αυτή η εικόνα άλλαξε τη φετινή χρονιά. Με εξαίρεση την ΕΤΕ (15%), το αντίστοιχο ποσοστό για τις συστημικά σημαντικές τράπεζες ήταν μεταξύ 21% και 25% στο εννεάμηνο. Στο σύνολο της τραπεζικής αγοράς, το ποσοστό υπολογίζεται λίγο πάνω από 21%. Εξάλλου, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το μερίδιο των τραπεζασφαλίσεων (bancassurance) στο σύνολο των εσόδων των τραπεζών από προμήθειες φτάνει ως και το 64% (Γερμανία). Στην Ελλάδα υπολογιζόταν πέρυσι στο 20%.
Κατέχοντας ασφαλιστικές εταιρείες, οι τράπεζες μπορούν να αυξήσουν τα έσοδά τους από προμήθειες με αρκετούς τρόπους. Ενα τυπικό παράδειγμα είναι τα στεγαστικά δάνεια: μαζί με τη χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας, η τράπεζα μπορεί να προσφέρει και την ασφάλισή της από φυσικές καταστροφές, που συνεπάγεται και μειωμένο ΕΝΦΙΑ. Παράλληλα, οι τράπεζες αναμένεται να λανσάρουν στην αγορά και προϊόντα του λεγόμενου τρίτου πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος, μέσω των οποίων οι πελάτες θα μπορούν να «χτίζουν» τη σύνταξή τους.