Η απάτη είναι συνυφασμένη με την ανθρώπινη ύπαρξη και βεβαίως η ΕΕ δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Η διαδρομή των σκανδάλων από τη μαζική παραίτηση της Επιτροπής Σαντέρ μέχρι το Qatargate της Καϊλή και την υπόθεση της Φεντερίκα Μογκερίνι
Η εικόνα είναι σχεδόν αδιανόητη. Βέλγοι αστυνομικοί μπαίνουν στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης στις Βρυξέλλες και στις εγκαταστάσεις του College of Europe στη Μπριζ. Λίγες ώρες μετά, τρία άτομα βρίσκονται στα αστυνομικά κρατητήρια, ανάμεσά τους η πρώην Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι, σημερινή πρύτανης του College of Europe. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ερευνά στημένο διαγωνισμό για το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Διπλωματικής Ακαδημίας την περίοδο 2021–2022, με υποψίες για απάτη σε δημόσια σύμβαση, διαφθορά, σύγκρουση συμφέροντος και παραβίαση επαγγελματικού απορρήτου. Μπορεί όλοι οι εμπλεκόμενοι θεωρούνται αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου, αλλά το σοκ στις Βρυξέλλες και στα 27 κράτη μέλη δεν είναι και μικρό.
- Συνελήφθη η πρώην αντιπρόεδρος Κομισιόν Φεντερίκα Μογκερίνι. Έρευνες για απάτη με κοινοτικά κονδύλια
Η ίδια η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, κάνει λόγο για «ισχυρές υπόνοιες» παρατυπιών στην ανάθεση του προγράμματος κατάρτισης νέων διπλωματών. Η υπόθεση έχει δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τη μια, ακόμη ένα σκάνδαλο με φόντο ευρωπαϊκά κονδύλια και από την άλλη, η διαβεβαίωση ότι τα όργανα ελέγχου της Ένωσης δεν διστάζουν να αγγίξουν αξιωματούχους που μέχρι χθες βρίσκονταν στην κορυφή της ιεραρχίας της ΕΕ.
Η υπόθεση Μονγκερίνι δεν είναι πρωτοφανής. Έρχεται μετά το Qatargate, τις βαλίτσες με μετρητά που βρέθηκαν σε σπίτια ευρωβουλευτών με κεντρικό πρόσωπο την Εύα Καϊλή, μετά την καταδίκη της Μαρίν Λεπέν για υπεξαίρεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, μετά από δεκαετίες υποθέσεων στις οποίες αποκάλυψαν διαπλοκή, ελλιπή διαφάνεια και στο φόντο ευρωπαϊκά κονδύλια. Η ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι και ιστορία σκανδάλων που περιοδικά κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά δεν μπορούν να θολώσουν την μεγάλη εικόνα που είναι τα επιτεύγματα της ΕΕ, με λάθη, παραλείψεις… και σκάνδαλα.
Η σκιά πάνω από την «Κομισιόν του ευρώ»
Το πιο ισχυρό σοκ στην έως τώρα πορεία της ΕΕ καταγράφηκε το 1999. Η Επιτροπή Σαντέρ, που είχε την ευθύνη για την εισαγωγή του ευρώ στην ευρωπαϊκή οικονομία και θεωρείτο «η Επιτροπή της εμβάθυνσης», αναγκάζεται σε μαζική παραίτηση. Αφορμή, η έκθεση μιας Επιτροπής Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων που καταγράφει κρούσματα απάτης, κακοδιαχείρισης και νεποτισμού, αλλά κυρίως μια γενικευμένη αδυναμία της Επιτροπής να ελέγξει τον τρόπο με τον οποίο δαπανώνται τα κοινοτικά χρήματα και γίνονται οι διορισμοί.
Η Ευρωβουλή αρνείται να δώσει έγκριση στον προϋπολογισμό, η πολιτική πίεση κορυφώνεται και ο Ζακ Σαντέρ ανακοινώνει ότι ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραιτείται, παρότι δεν είχαν όλοι προσωπική εμπλοκή και ευθύνη. Για πρώτη φορά μια ευρωπαϊκή εκτελεστική αρχή «πέφτει» και καταρρέει λόγω σκανδάλων, στέλνοντας το μήνυμα ότι η ευθύνη στην ΕΕ είναι συλλογική σε πολιτικό επίπεδο και όχι μόνο ποινική, που αφορά αυτούς που μετείχαν σε σκάνδαλο. Από εκεί ξεκινά και η προσπάθεια για πιο αυστηρές δομές ελέγχου, με τη δημιουργία της OLAF, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης.
Το φιάσκο της Eurostat
Λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η λέξη που στοιχειώνει τις Βρυξέλλες είναι η «Eurostat». Το γραφείο στατιστικής της ΕΕ, με έδρα το Λουξεμβούργο, βρίσκεται στο επίκεντρο αποκαλύψεων για διπλά λογιστικά βιβλία, μυστικά ταμεία, φουσκωμένα συμβόλαια και ανεπαρκείς ελέγχους. Δημιουργείται «μαύρο ταμείο» εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, με χρήματα από συμβάσεις που δεν περνούσαν μέσα από τους κανονικούς μηχανισμούς.
Η υπόθεση έρχεται να ακυρώσει τις εξαγγελίες μηδενικής ανοχής του Προντί, ο οποίος είχε διαδεχθεί την Επιτροπή Σαντέρ με σημαία την αποκατάσταση της αξιοπιστίας. Για μια Ένωση που στηρίζεται στα στατιστικά στοιχεία όχι μόνο για τη νομισματική πολιτική αλλά και για την εποπτεία των κρατών μελών, το να αμφισβητείται η καθαρότητα του ίδιου του στατιστικού της οργάνου ήταν πλήγμα πολύ μεγαλύτερο από τις ίδιες τις οικονομικές απώλειες, οι οποίες δεν ήταν και μικρές.
Ευρωβουλευτές, επιδόματα και βοηθοί «φαντάσματα»
Αν υπάρχει μια διαχρονική «πληγή» για την εικόνα των θεσμών, αυτή είναι ο τρόπος που χρησιμοποιούνται τα χρήματα για τους ευρωβουλευτές και το προσωπικό τους. Κάθε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δικαιούται να δαπανά δεκάδες χιλιάδες ευρώ τον μήνα για κοινοβουλευτικούς βοηθούς. Για χρόνια όμως, εσωτερικοί έλεγχοι δείχνουν εκατοντάδες περιπτώσεις στις οποίες οι κανόνες παραβιάζονται, τα χρήματα ζητούνται πίσω, ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι φάκελοι φτάνουν μέχρι την OLAF.
Η πιο ηχηρή υπόθεση αυτής της κατηγορίας έφτασε στα δικαστήρια. Το Μάρτιο του 2025, δικαστήριο στο Παρίσι καταδικάζει τη Μαρίν Λεπέν και 23 ακόμη στελέχη του γαλλικού ακροδεξιού κόμματος για υπεξαίρεση σχεδόν €2,9 εκατομμυρίων σε ευρωπαϊκά κονδύλια που προορίζονταν για βοηθούς ευρωβουλευτών. Τα χρήματα, σύμφωνα με την απόφαση, διοχετεύονταν συστηματικά σε κομματικές ανάγκες μέσω εικονικών συμβάσεων. Η Λεπέν καταδικάζεται σε φυλάκισης ποινή τεσσάρων ετών, δύο με κατ’ οίκον περιορισμό με «βραχιολάκι» και δύο με αναστολή, βαρύ πρόστιμο και πενταετή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.
Και δεν είναι μόνο η ατομική υπόθεση. Λίγους μήνες αργότερα, εσωτερική έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου καταλογίζει στο ακροδεξιό μπλοκ Identity and Democracy, όπου κυρίαρχο ρόλο έχει το γαλλικό κόμμα της Λεπέν, κατάχρηση άνω των €4,3 εκατομμυρίων από πόρους που προορίζονταν για τη λειτουργία της πολιτικής ομάδας την περίοδο 2019 – 2024. Τα χρήματα φέρονται να κατευθύνθηκαν, με αδιαφανείς διαδικασίες, σε εταιρείες επικοινωνίας και ομάδες που συνδέονται με την ευρωπαϊκή άκρα δεξιά.
Πρόκειται για υποθέσεις στις οποίες τα κράτη μέλη, τα εθνικά δικαστήρια και τα ευρωπαϊκά όργανα ενεπλάκησαν σε μακροχρόνιες διαδικασίες. Παρά την βούληση για κάθαρση, η εικόνα για τον μέσο Ευρωπαίο πολίτη, ήταν άκρως απογοητευτική. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σκιές για τον τρόπο χρήσης των ευρωπαϊκών κονδυλίων υπήρχαν και υπάρχουν και για Κύπριους ευρωβουλευτές. Οι σκιές αφορούν εργοδότηση συγγενικών τους προσώπων, αλλά και προσώπων που σχετίζονται με τα κόμματα τους ή προσωπικές επιχειρήσεις τους.
Όταν η τροπολογία έχει τιμοκατάλογο
Το 2011, η βρετανική εφημερίδα Sunday Times στέλνει δημοσιογράφους να παρουσιαστούν ως λομπίστες και να πλησιάσουν ευρωβουλευτές με μια απλή πρόταση. Να αναλάβουν, με το αζημίωτο, να καταθέσουν συγκεκριμένες τροπολογίες σε ευρωπαϊκές νομοθεσίες. Το ρεπορτάζ αποκαλύπτει ότι αρκετοί δέχονται να συζητήσουν και κάποιοι υπόσχονται να «βοηθήσουν» έναντι αμοιβής που φτάνει τις €100.000 τον χρόνο.
Η OLAF ξεκινάει έρευνα για τέσσερις ευρωβουλευτές, ανάμεσά τους τον Αυστριακό πρώην υπουργό Εσωτερικών της Αυστρίας.
• Έρνστ Στράσερ. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών της Αυστρίας ο οποίος είχε εκλεγεί Ευρωβουλευτής καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 4 ετών για διαφθορά. Είχε ταρίφα €100.000 ετησίως για να καταθέτει ευνοϊκές τροπολογίες για να ευνοούνται εταιρείες . Η υπόθεση που έμεινε γνωστή ως «cash for laws» τροφοδότησε τον ευρωσκεπτικισμό, γιατί έδινε την αίσθηση ότι η νομοθεσία που ισχύει σε 27 χώρες μπορεί να γράφεται σε σκοτεινά γραφεία, με τιμοκατάλογο. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι τέτοιες μεθόδους χρησιμοποιούν και τρίτα κράτη, ώστε να παρεμβαίνουν στα εσωτερικά της ΕΕ μέσω ευρωβουλευτών, οι οποίοι πληρώνονται είτε για το πως θα ψηφίσουν είτε για το τι θα δηλώσουν.
• Αντριάν Σεβερίν. Ο Ρουμάνος σοσιαλιστής ευρωβουλευτής Αντριάν Σεβερίν, συμφώνησε να πάρει μίζα από τους υποτιθέμενους λομπίστες της Sunday Times για να καταθέσει τροπολογίες σε νομοθεσία για τις τράπεζες και μάλιστα τους έστειλε και… τιμολόγιο. Αρνήθηκε να παραιτηθεί από την έδρα του, αλλά η υπόθεση κατέληξε στα ρουμανικά δικαστήρια. Το 2016 καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση για δωροδοκία και εμπορία επιρροής. Παράλληλα, ξεχωριστή έρευνα απέδειξε ότι είχε «ρουφήξει» περίπου €436.000 από τον προϋπολογισμό του Ευρωκοινοβουλίου μέσω αδιαφανών συμβάσεων για «υπηρεσίες».
• Ζόραν Τάλερ . Ο Σλοβένος ευρωβουλευτής Ζόραν Τάλερ ήταν το τρίτο πρόσωπο του ίδιου σκανδάλου. Δέχθηκε να καταθέσει τροπολογία που του ζήτησαν οι ψεύτικοι λομπίστες και ζήτησε τα χρήματα σε λογαριασμό στο Λονδίνο. Παραιτήθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο τον Μάρτιο 2011 και στη συνέχεια καταδικάστηκε στη Σλοβενία σε ποινή φυλάκισης δυόμισι ετών για διαφθορά, ξανά με αφετηρία την υπόθεση «cash for laws».
• Τομ Γουάιζ . Ο Βρετανός Τομ Γουάιζ, εκλεγμένος, έκανε πιο κλασική απάτη με τα επιδόματα ευρωβουλευτών. Δήλωνε ότι χρέωνε περίπου 36.000 στερλίνες τον χρόνο για την αμοιβή της βοηθού του, αλλά τα χρήματα κατέληγαν σε λογαριασμό που έλεγχε ο ίδιος, μέσω εταιρικού ονόματος. Στην βοηθό έδινε μόνο ένα μικρό μέρος, ενώ με τα υπόλοιπα πλήρωνε χρέη, αγόρασε αυτοκίνητο και… μπουκάλια από καλό γαλλικό κρασί. Μετά από έρευνα του OLAF και της βρετανικής αστυνομίας, παραδέχθηκε την απάτη και το 2009 καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση για ψευδή λογιστικά στοιχεία και απάτη με δαπάνες. Θεωρείται ο πρώτος ευρωβουλευτής που φυλακίστηκε ειδικά για κατάχρηση κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
• Άσλεϊ Μόουτ. Ακόμη ένας Βρετανός, ο Άσλεϊ Μόουτ που είχε εκλεγεί με σημαία την πάταξη της διαφθοράς στις Βρυξέλλες, στην πράξη, επί χρόνια υπέβαλλε ψεύτικες απαιτήσεις αποζημίωσης και έξοδα, αποσπώντας σχεδόν 500.000 στερλίνες από τον προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το 2015 βρετανικό δικαστήριο τον καταδίκασε σε πέντε χρόνια φυλάκιση για κλοπή, απάτη, ψευδή λογιστικά στοιχεία και απόκτηση παράνομων εσόδων, σε υπόθεση που ξεκίνησε από έρευνα του OLAF.
Το «Dalligate» και η ισχύς της καπνοβιομηχανίας
Το 2012, σειρά καταγγελιών φέρνει στο στόχαστρο τον επίτροπο Υγείας, τον Μαλτέζο Τζον Ντάλι. Σύμφωνα με το πόρισμα της OLAF, στενός συνεργάτης του φέρεται να ζήτησε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από την εταιρεία Swedish Match, ως αντάλλαγμα για να επηρεάσει τη νέα οδηγία της ΕΕ για τα καπνικά προϊόντα και ειδικά την απαγόρευση του σουηδικού καπνού snus.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή του ζητά να παραιτηθεί και εκείνος επιμένει ότι είναι αθώος και ότι έπεσε θύμα σκευωρίας. Η υπόθεση παραπέμπεται στα δικαστήρια της Μάλτας και της Σουηδίας. Το 2022, οι εισαγγελικές αρχές της Μάλτας ασκούν τελικά δίωξη για δωροδοκία και κατάχρηση εξουσίας, σε μια υπόθεση που μέχρι σήμερα δεν έχει καταλήξει. Ανεξάρτητα από την τελική έκβαση, το «Dalligate» έδειξε πόσο επιθετικά κινούνται μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες για διαμόρφωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και πόσο λεπτή είναι η γραμμή ανάμεσα στην επαφή με λομπίστες και στην ωμή διαφθορά, αξιωματούχων.
Qatargate: Οι βαλίτσες της Εύας
Δεκέμβριος 2022. Η βελγική αστυνομία κάνει εφόδους σε σπίτια και γραφεία στις Βρυξέλλες. Στο σπίτι της Ελληνίδας αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Εύας Καϊλή εντοπίζονται βαλίτσες με μετρητά. Συνολικά κατάσχονται περίπου €1,5 εκατομμύριο. Το σκάνδαλο γίνεται γρήγορα γνωστό ως Qatargate και στο επίκεντρο βρίσκεται δίκτυο πρώην και νυν ευρωβουλευτών, συνεργατών τους και ΜΚΟ που φέρονται να πήραν χρήματα από το Κατάρ, το Μαρόκο και τη Μαυριτανία για να επηρεάσουν αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βίζας και εμπορίου.
Οι έρευνες συνεχίζονται μέχρι σήμερα με αιτήματα για άρση ασυλίας και άλλων ευρωβουλευτών πέραν αυτών που αρχικώς είχαν εμπλακεί και βρίσκονται σήμερα εκτός Ευρωκοινοβουλίου. Ακούγονται νέα ονόματα, ενώ η Ευρωβουλή έχει παγώσει τις επαφές με το Κατάρ περιοριζόμενο στις άκρως απαραίτητες. Το πολιτικό πλήγμα είναι τεράστιο, γιατί δεν αφορά μόνο οικονομικό σκάνδαλο, αλλά κάτι ακόμη πιο ευαίσθητο. Την απόπειρα ξένων κρατών, συχνά αυταρχικών, να «αγοράσουν» θετική αντιμετώπιση και να εξασφαλίσουν αποφάσεις με την σφραγίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στο μικροσκόπιο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ για τέτοιες συμπεριφορές βρίσκονται ευρωβουλευτές που φαίνεται να διατηρούν «ύποπτες» σχέσεις με την Ρωσία.
Βασιλικό και GSI
H περίπτωση του τερματικού φυσικού αερίου στο Βασιλικό είναι ίσως η πιο βαριά υπόθεση κακοδιαχείρισης ευρωπαϊκών κονδυλίων στην Κύπρο εδώ και χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) ξεκίνησε το 2024 ποινική έρευνα για το έργο συνολικού κόστους περίπου €542 εκατ. εκ των οποίων περί τα €101 εκατ. προέρχονται από τον μηχανισμό Connecting Europe Facility. Το έργο έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί από τον Δεκέμβριο 2019 και ακόμη σέρνεται μεταξύ υποσχέσεων και δεσμεύσεων.
Η ΕΡΡΟ ερευνά ενδεχόμενη απάτη στις δημόσιες συμβάσεις, κατάχρηση ευρωπαϊκών κονδυλίων και διαφθορά.
Αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε €67,2 εκατ. από τα περίπου €75 εκατ. που έχουν ήδη εκταμιευθεί καθώς τα ευρωπαϊκά όργανα διαπίστωσαν πλήθος παρατυπιών στον σχετικό διαγωνισμό. Η εταιρεία στην οποία είχε ανατεθεί το έργο φέρεται να μην συγκέντρωνε την ελάχιστη απαιτούμενη βαθμολογία, μία από τις εταιρείες της κοινοπραξίας δεν είχε την προβλεπόμενη εμπειρία, ενώ εγκρίθηκε και αύξηση της αξίας της σύμβασης κατά €25 εκατ. που κρίθηκε αδικαιολόγητη.
Η EPPO, έχει ζητήσει άρση τραπεζικού απορρήτου και ελέγχει λογαριασμούς πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων, νυν και πρώην κρατικών αξιωματούχων και δημοσίων υπαλλήλων, αναζητώντας ύποπτες διακινήσεις χρημάτων.
Η δεύτερη μεγάλη υπόθεση με κυπριακή διάσταση είναι ο GSI, από την περίοδο που ονομαζόταν EuroAsia Interconnector. Η ΕΕ έχει εντάξει και διατηρεί το «καλώδιο» στα Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος και έχει εγκρίνει περίπου €657εκατ. από το πρόγραμμα Connecting Europe Facility, ενώ προστέθηκαν και περίπου €100 εκατ. από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο η EPPO ξεκίνησε ποινική έρευνα για «πιθανά ποινικά αδικήματα» που συνδέονται με τη χρηματοδότηση του έργου. Το καλώδιο χαρακτηρίζεται ρητά ως έργο που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, με προϋπολογισμό €1,9 δις. και η έρευνα εστιάζει σε παρατυπίες στη χρήση ευρωπαϊκών πόρων.
Η EPPO εξετάζει κυρίως την περίοδο που το έργο το χειριζόταν η κυπριακή εταιρεία EuroAsia Interconnector Ltd, πριν τη μεταφορά στον ΑΔΜΗΕ. Και σε αυτή την περίπτωση στο μικροσκόπιο βρίσκονται πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα, συγγενείς τους και άτομο που υπηρετούσε τότε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το ερώτημα είναι πώς μια ιδιωτική εταιρεία με περιορισμένη οικονομική επιφάνεια κατόρθωσε να εξασφαλίσει τόσο μεγάλη κοινοτική επιχορήγηση και ταυτόχρονα δάνειο €100 εκατ. από τη κυπριακή κυβέρνηση.
Ελλάδα: Οι πρώτοι διδάξαντες!
Η Ελλάδα μόνο λίγα χρόνια μετά την ένταξη της στην ΕΕ έδωσε μαθήματα κλασσικής κουτοπονηριάς … η οποία δεν πέρασε απαρατήρητη.
• Γιουγκοσλαβικό καλαμπόκι: Η ελληνική κρατική εταιρεία ITCO εισήγε καλαμπόκι από τη Γιουγκοσλαβία και το «βάφτιζε» ελληνικό, ώστε στις εξαγωγές προς άλλες χώρες της τότε ΕΟΚ να γλιτώνει κοινοτικές εισφορές και ταυτόχρονα να εισπράττει επιδοτήσεις. Η Κομισιόν προσέφυγε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και με απόφαση του 1989, το ελληνικό Δημόσιο κλήθηκε να πληρώσει περίπου 286 εκατ. δραχμές. Ο τότε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Νίκος Αθανασόπουλος, καταδικάστηκε σε πολυετή κάθειρξη και ήταν η πρώτη φορά στη μεταπολίτευση που υπουργός πήγε φυλακή για σκάνδαλο με κοινοτικά χρήματα.
• Τα «βοσκοτόπια» του ΟΠΕΚΕΠΕ: Φέτος η Κομισιόν επέβαλε στη Ελλάδα πρόστιμο €392 εκατ. για συστηματική κακοδιαχείριση αγροτικών ενισχύσεων την περίοδο 2016 – 2022. Η υπόθεση αφορά ένα σκηνικό «βοσκοτόπων φαντασμάτων» και εικονικών κτηνοτροφικών μονάδων. Είχαν δηλωθεί ως βοσκοτόπια αρχαιολογικοί χώροι, στρατιωτικά αεροδρόμια ή ακόμα και πλαγιές του Ολύμπου με δήθεν φυτεμένες μπανάνες, για να εισπράττονται επιδοτήσεις ανά στρέμμα. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (ΕΡΡΟ) άσκησε διώξεις σε περίπου 100 κτηνοτρόφους για πλαστές δηλώσεις ιδιοκτησίας ή μίσθωσης γης, με τις αρχές να μιλούν για ζημία πολλών εκατομμυρίων ευρώ στα ταμεία της ΕΕ. Το σκάνδαλο, όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, πήρε καθαρά πολιτικές διαστάσεις όταν το καλοκαίρι του παραιτήθηκε ένας υπουργός και τρεις υφυπουργοί, μετά τις αποκαλύψεις ότι το κύκλωμα πλαστών επιδοτήσεων ακουμπούσε και μέλη της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Σε όλη την Ελλάδα συνελήφθησαν 37 άτομα ως μέλη οργανωμένου κυκλώματος που μοίραζε ψεύτικες «αγροτικές ταυτότητες» και πλαστές μισθώσεις γης σε άσχετα επαγγέλματα, από DJ και σερβιτόρους μέχρι υπαλλήλους καταστημάτων. Οι αρχές υπολογίζουν ότι το κύκλωμα απομυζούσε έως και €70 εκατ. τον χρόνο σε επιδοτήσεις που προορίζονταν για πραγματικούς αγρότες.
• Ερευνητές «φαντάσματα»: Πέρα από την αγροτική πολιτική, η Ελλάδα έχει στο ενεργητικό της και πιο «εκλεπτυσμένες» απάτες. Το 2020 η OLAF αποκάλυψε υπόθεση Ελληνίδας ερευνήτριας, η οποία είχε εξασφαλίσει επιχορήγηση περίπου €1,1 εκατ. από το European Research Council για ερευνητικό πρόγραμμα, δηλώνοντας ότι συμμετέχουν πάνω από 40 διεθνείς ερευνητές. Στην πράξη, οι περισσότεροι είτε δεν γνώριζαν τίποτα είτε δεν συμμετείχαν ποτέ, ενώ μεγάλο μέρος των κονδυλίων φέρεται να κατέληξε σε προσωπικές της δαπάνες.
EPPO, OLAF και θεσμοί ελέγχου
Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας το 2021 ήταν απάντηση ακριβώς σε αυτό το μωσαϊκό σκανδάλων. Για πρώτη φορά ένα υπερεθνικό όργανο αναλαμβάνει να ερευνά και να ασκεί ποινικές διώξεις για εγκλήματα που πλήττουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, από απάτες με τα διαρθρωτικά ταμεία μέχρι τη διασυνοριακή φοροδιαφυγή ΦΠΑ.
Παράλληλα, η Κομισιόν προσπαθεί να ενισχύσει τη συνεργασία ανάμεσα στην EPPO, την OLAF και τις εθνικές αρχές εισαγγελικές και ελεγκτικές αρχές των 27, ώστε οι πληροφορίες να διακινούνται γρήγορα και να μην χάνονται υποθέσεις στις γκρίζες ζώνες των αρμοδιοτήτων. Ακόμη και έτσι, οι κατ’ επάγγελμα επικριτές της ΕΕ, μιλούν για αργές διαδικασίες, πολιτικές πιέσεις και περιορισμένες καταδίκες σε σχέση με το μέγεθος των κονδυλίων που έχουν χαθεί. Όμως το γεγονός ότι μια υπόθεση όπως αυτή της Φεντερίκα Μογκερίνι ξεκίνησε από εσωτερικές καταγγελίες και καταλήγει σε έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας δείχνει ότι ο μηχανισμός δεν είναι διακοσμητικός.
Στην υπόθεση Μονγκερίνι, η EPPO ξεκαθαρίζει ότι ερευνά πιθανή χειραγώγηση διαγωνισμού, διαρροή εμπιστευτικών πληροφοριών σε υποψήφιο φορέα και σύγκρουση συμφερόντων στην ανάθεση του προγράμματος της Διπλωματικής Ακαδημίας στο College of Europe. Είναι μια υπόθεση που χτυπά την «καρδιά» της ευρωπαϊκής ελίτ, σε ένα ίδρυμα που θεωρείται εδώ και δεκαετίες φυτώριο στελεχών της ΕΕ.
Μαθήματα από μισό αιώνα σκανδάλων
Η διαδρομή από την παραίτηση της Επιτροπής Σαντέρ, τη Eurostat, το «Dalligate», το Qatargate και τις καταχρήσεις στα επιδόματα ευρωβουλευτών μέχρι την υπόθεση Μογκερίνι, δείχνει τρία πράγματα. Πρώτον, ότι εκεί όπου υπάρχει πολύ χρήμα και περίπλοκα δίκτυα εξουσίας, υπάρχουν πάντα και κίνητρα για διαφθορά. Η ΕΕ δεν αποτελεί εξαίρεση. Αντίθετα, η πολυπλοκότητα των θεσμών της και η απόσταση από τον μέσο πολίτη κάνουν πιο εύκολο για κάποιους να νιώσουν ότι κινούνται σε ζώνη χαμηλού κινδύνου. Δεύτερον, ότι τα σκάνδαλα αυτά, όσο οδυνηρά και αν είναι, δεν μένουν θαμμένα. Η μαζική παραίτηση μιας Επιτροπής, η σύλληψη αντιπροέδρου της Ευρωβουλής, η καταδίκη αρχηγού μεγάλου κόμματος για υπεξαίρεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, η κράτηση μιας πρώην Ύπατης Εκπροσώπου, δείχνουν πως ο ευρωπαϊκός μηχανισμός ελέγχου, με όλα τα ελαττώματά του, λειτουργεί, σε αντίθεση με ότι συχνά συμβαίνει σε εθνικό επίπεδο, οι υποθέσεις φτάνουν στο φως και οι εμπλεκόμενοι λογοδοτούν, έστω με καθυστέρηση. Τρίτον, ότι κάθε νέο σκάνδαλο γίνεται όπλο στα χέρια των ευρωσκεπτικιστών, των λαϊκιστών και των απολογητών αυταρχικών καθεστώτων που θέλουν να παρουσιάσουν την ΕΕ ως «διεφθαρμένη γραφειοκρατία». Η απάντηση δεν μπορεί να είναι η σιωπή ή το κουκούλωμα, για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», αλλά η διαρκής ενίσχυση των κανόνων διαφάνειας, ο περιορισμός του αδήλωτου lobbying και η δημιουργία ενιαίου τρόπου συμπεριφοράς για όλους τους αξιωματούχους, από τους Επιτρόπους μέχρι τον τελευταίο βοηθό ευρωβουλευτή.
Η υπόθεση Μογκερίνι μπορεί να αποδειχθεί στο τέλος παρεξήγηση ή να οδηγήσει σε βαριές καταδίκες. Αυτό θα το κρίνουν οι ανακριτές και τα δικαστήρια. Πολιτικά όμως καταγράφεται ως ακόμη ένας κρίκος σε μια μεγάλη αλυσίδα υποθέσεων που δείχνουν πως η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν κινείται σε αποστειρωμένο εργαστήριο, αλλά σε πραγματικό κόσμο, με πραγματικά κίνητρα διαφθοράς. Το ζητούμενο είναι αν η Ευρώπη θα συνεχίσει να αποδεικνύει ότι, παρά τα σκάνδαλα, διαθέτει τα εργαλεία και τη βούληση να τα φέρνει στην επιφάνεια και όχι να τα κρύβει κάτω από το χαλί.
Το άρθρο Όταν (και) τα σκάνδαλα γράφουν την ιστορία της Ευρώπης εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.