Η κριτική στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη από δυσαρεστημένα κοινοβουλευτικά στελέχη του ήταν η αναμενόμενη. Το παράδειγμα που επικαλέστηκαν οι περισσότεροι δεν ήταν παρά η συνήθης κοινοτοπία της βαθιάς Δεξιάς: ρουσφέτια και συμβολισμοί. Τους συμβολισμούς τούς αναζητούν στην κριτική όσων πανηγύρισαν μετά την υπερψήφιση του νόμου για τους γάμους των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και στις υποψηφιότητες για την Προεδρία της Δημοκρατίας, όταν έλθει η ώρα: του μπαρουτοκαπνισμένου Κώστα Καραμανλή και του εθνοπατριώτη Αντώνη Σαμαρά.
Ο Πρωθυπουργός προφανώς και δεν μπορεί να εκχωρήσει τέτοιους συμβολισμούς σε μια εσωκομματική αντιπολίτευση (δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι κάποιους από τους εκπροσώπους της που είχαν αυτοπροταθεί, όπως τον Ευριπίδη Στυλιανίδη, φρόντισε να τους αποκλείσει στον ανασχηματισμό): ο Καραμανλής είναι συνυφασμένος με τη χρεοκοπία, ο Σαμαράς με τη στάση του τα τελευταία χρόνια επανέφερε την παλιά εικόνα του μακεδονομάχου. Και οι δύο εκφράζουν κάτι παλιό και φθαρμένο, στον αντίποδα αυτού που θέλει να εκφράσει ο Πρωθυπουργός. Δεν είναι τυχαίο ότι τους αγιογραφούν καλτ παλαιοκομματικοί παράγοντες χωρίς επιρροή και ισχύ.
Τι μένει; Ο Μάριος Σαλμάς. Μόνος του μπήκε στο κάδρο των προς έξωση από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Αν θελήσει ο Πρωθυπουργός να επιδείξει πυγμή, θα είναι το πρώτο θύμα.