Οι στρατηγικές επιλογές της Αγκυρας

Η πρόσφατη ρητορική των τούρκων αξιωματούχων αποκλίνει σημαντικά από το πνεύμα της Διακήρυξης των Αθηνών, προκαλώντας ανησυχίες στην Αθήνα και τη Λευκωσία. Ενώ οι ακραίες δηλώσεις του κυβερνητικού εταίρου Ντεβλέτ Μπαχτσελί αποδίδονται στην εθνικιστική ρητορική του, η προσπάθεια του Χακάν Φιντάν να εμπλέξει την Ελλάδα και την Κύπρο στις πολεμικές συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής έχει διαφορετική βαρύτητα. Σε τουλάχιστον δύο συνεντεύξεις, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών ισχυρίστηκε ότι χρησιμοποιούνται ελληνικά νησιά ως βάσεις υποστήριξης του πολέμου των Ισραηλινών κατά της Χαμάς, ενώ κατηγόρησε την «ελληνοκυπριακή διοίκηση» ότι έχει μετατρέψει το νησί σε κέντρο επιχειρήσεων φιλοϊσραηλινών δυνάμεων. Μάλιστα, τόνισε ότι έχει ενημερώσει τη Δύση για τον αυξημένο κίνδυνο επέκτασης της έντασης, αν συνεχιστεί η «σοβαρή στρατιωτικοποίηση». Παράλληλα, η Τουρκία εξέδωσε νέα NAVTEX για εργασίες πόντισης καλωδίων, δεσμεύοντας θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου και Κρήτης, ισχυριζόμενη ότι αποτελεί μέρος της τουρκικής υφαλοκρηπίδας, βάσει του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου. Είναι σαφές ότι η Τουρκία απομακρύνεται από την τακτική της προσέγγισης με την Ελλάδα, παρά την αποφυγή υπερπτήσεων και παραβιάσεων στο Αιγαίο, για να μη διακινδυνεύσει την προμήθεια νέων αεροσκαφών F-16 και την αναβάθμιση των παλαιών από τις ΗΠΑ. Οι απρόσμενες εξελίξεις στον πόλεμο της Ουκρανίας και στη Μέση Ανατολή βρήκαν την Τουρκία απομονωμένη από τη Δύση, λόγω της προσέγγισής της με τη Ρωσία και το Ιράν. Οι λανθασμένες στρατηγικές εκτιμήσεις της Τουρκίας πριν από τις τεκτονικές αλλαγές και τα γρήγορα αντανακλαστικά της Αθήνας και της Λευκωσίας, καθώς και η ανασυγκρότηση του δυτικού μετώπου στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ αναβάθμισαν την Ελλάδα και την Κύπρο στην ευρύτερη περιοχή εις βάρος της Τουρκίας. Ελληνικά λιμάνια, όπως της Αλεξανδρούπολης, αντικατέστησαν τα Στενά του Βοσπόρου και η κινητικότητα της Κύπρου προσέφερε στη Δύση δύο ισχυρούς συμμάχους. Ενώ η Τουρκία αγωνιζόταν να αποκτήσει νέα F-16 και έλαβε αρνητική απάντηση για τα Eurofighter από τη Γερμανία, η Ελλάδα εισήλθε στο κλαμπ των F-35 και ολοκλήρωσε την αναβάθμιση των F-16, και η Κύπρος προωθήθηκε στο ΝΑΤΟ, ανταμείφθηκε με την άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων από τις ΗΠΑ και εξοπλίστηκε με υπερσύγχρονα ραντάρ. Ποτέ στην ιστορία του ΝΑΤΟ δεν είχαν Ελλάδα και Κύπρος τόσο αναβαθμισμένη θέση έναντι της Τουρκίας.

Η Τουρκία κατανοεί ότι μια επιστροφή σε υψηλή ένταση με υπερπτήσεις, παραβιάσεις και κινήσεις τύπου «Oruc Reis» μπορεί να προκαλέσει την αντίδραση της κυβέρνησης Μπάιντεν, που εν μέσω προεκλογικής περιόδου δεν επιθυμεί να δυσαρεστήσει το ελληνοαμερικανικό ή εβραϊκό λόμπι. Παράλληλα, η ανάγκη για μεγαλύτερες παραχωρήσεις από τη Δύση, όπως σύγχρονα οπλικά συστήματα, η διατήρηση του ισχυρού ρόλου στη Μέση Ανατολή και η ικανοποίηση του εκλογικού σώματος οδηγούν την Τουρκία στην αύξηση της έντασης με την Ελλάδα, που όμως καταστρέφει κάθε ουσιαστική προσέγγιση των δύο χωρών. Η διμερής διαφορά για την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δεν επιβαρύνεται μόνο από την αμφισβήτηση κυριαρχίας ελληνικών νησιών και τις θεωρίες αποστρατιωτικοποίησης, αλλά εντάσσεται σταδιακά από την Τουρκία σε μια ευρύτερη απειλή αποσταθεροποίησης της περιοχής, με την εμπλοκή τρομοκρατικών οργανώσεων της Μέσης Ανατολής. Η επιμονή στο αδιέξοδο εκ μέρους της Τουρκίας είναι το πιθανότερο σενάριο στις σχέσεις Αθήνας – Αγκυρας – Λευκωσίας για το προβλέψιμο μέλλον.

Ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος είναι διεθνολόγος, ερευνητής ΕΚΠΑ