Ανοιχτή ξανά η Μεγάλη Παναγιά στη Σαμαρίνα

Ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο παραδόθηκε ξανά στο κοινό η έως τώρα πληγωμένη από τους σεισμούς και τα γεωλογικά φαινόμενα εκκλησία της Μεγάλης Παναγιάς στη Σαμαρίνα, παρουσία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και χοροστατούντος του μητροπολίτη Γρεβενών κ. Δαβίδ. «Μεταμορφωμένη» και κοντά στην αρχική της εικόνα, η Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μεγάλη Παναγιά στη Σαμαρίνα, που αποτελεί τον μητροπολιτικό ναό του οικισμού και ανεγέρθηκε το 1816, σύμφωνα με λιθανάγλυφη επιγραφή που σώζεται στο περιθύρωμα της νότιας εισόδου, έπαψε πλέον να έχει τη μορφή εργοταξίου. Εικόνα την οποία είχε από το 2016 και άλλαξε χάρη στις εργασίες που συντελέστηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟ με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 3.182.561,79 ευρώ.

Πρόκειται για τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με πολύπλευρη εξωτερικά αψίδα ιερού, υπερυψωμένο διώροφο νάρθηκα – γυναικωνίτη και ανοιχτή στοά στη δυτική και νότια πλευρά, ενώ το ανατολικό τμήμα της νότιας στοάς διαμορφώνεται σε παρεκκλήσι αφιερωμένο στους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Εσωτερικά ο ναός είναι κατάγραφος. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή που σώζεται πάνω από το υπέρθυρο της δυτικής εισόδου, η ιστόρηση του ναού ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουλίου 1829 από τους σαμαριναίους ζωγράφους Χρήστο και Αντώνιο Παπαϊωάννου. Στη νοτιοδυτική πλευρά του σώζεται τριώροφο κωδωνοστάσιο του 1876, ενώ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του μνημείου αποτελεί το μεγάλο πεύκο, το οποίο φύεται στην κόγχη του ιερού περίπου από το 1850.

Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν για την αποκατάσταση του ναού είχαν ως αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί ένας πρωιμότερος, γεμάτος χρώματα και πλούτο, στοιχεία ενδεικτικά της εύπορης κοινωνίας που ήταν υπεύθυνη για την ανέγερσή του. Πιο συγκεκριμένα, η ανασκαφική έρευνα που έγινε από την Εφορεία Γρεβενών έφερε στο φως δύο τοίχους πάνω στους οποίους εδράζονται οι κιονοστοιχίες του υφιστάμενου ναού της Μεγάλης Παναγιάς. Η ανεύρεση σπαραγμάτων τοιχογραφιών in situ στις εσωτερικές πλευρές των τοίχων, αλλά και διάσπαρτων στο ανασκαφικό στρώμα, με μορφές αγίων και επιγραφές αναφερόμενες στην Παναγία, οδηγεί εύλογα στο συμπέρασμα ότι τα αρχιτεκτονικά αυτά κατάλοιπα ανήκουν σε προγενέστερο και μάλιστα τοιχογραφημένο ναό. Ο ναός αυτός διαιρείται σε νάρθηκα, κυρίως ναό και Ιερό. Είναι σαφώς μικρότερος σε διαστάσεις από τον υφιστάμενο και θα μπορούσε να χρονολογηθεί στον 18ο ή και τον 17ο αιώνα.

Η σκαπάνη ωστόσο δεν έφερε στο φως μόνο αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αλλά και κινητά ευρήματα όπως εφυαλωμένη και αβαφή κεραμική της μεταβυζαντινής περιόδου, έξεργοι κοσμημένοι φωτοστέφανοι, σπαράγματα τοιχογραφικού διακόσμου, όπου εντοπίζονται και τμήματα επιγραφών με αναφορά στη Θεοτόκο. «Για το ΥΠΠΟ, την αρχαιολογική υπηρεσία, όλους εμάς, η απόδοση ενός μνημείου στην τοπική κοινωνία είναι μια μέρα μεγάλης χαράς, πολύ περισσότερο όταν η απόδοση της Μεγάλης Παναγιάς γίνεται τον Δεκαπενταύγουστο», τόνισε μεταξύ άλλων η υπουργός Πολιτισμού, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στη συμβολή της Περιφέρειας και δη του περιφερειάρχη Γιώργου Αμανατίδη και των προκατόχων του.