Σε τροχιά επανεκκίνησης το Κυπριακό;

Για τις 13 Αυγούστου προγραμματιζόταν τριμερής συνάντηση των ηγετών των δύο κοινοτήτων της Κύπρου υπό την ειδική αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ (ΓΓ/ΗΕ), Μαριάνχελα Ολγκίν. Δεν πραγματοποιήθηκε, παρότι από δηλώσεις και διαρροές Αθηνών και Αγκυρας δόθηκε η εντύπωση ότι υπάρχει κινητικότητα. Τη ματαίωσε ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ. Δεν αποδεχόταν την τριμερή εάν δεν είχε προηγηθεί η αναγνώριση της «ΤΔΒΚ», των Κατεχομένων. Ο Τατάρ δυσαρέστησε την Αγκυρα διότι την αγνόησε αποφασίζοντας μόνος. Ο ΥΠΕΞ Φιντάν παρενέβη διορθωτικά διότι δεν θα ήθελε να αποκλειστεί η τριμερής ούτε να χρεωθεί η Τουρκία το ναυάγιο ενόψει των πρωτοβουλιών του ΓΓ/ΗΕ.    

Ο Ερντογάν εγκατέστησε τον Τατάρ τοποτηρητή στα Κατεχόμενα μέχρις ότου αποφασίσει τι θα κάνει με την Κύπρο. Ο τούρκος πρόεδρος συνδέει τη γραμμή περί δύο κρατών με τα επόμενα βήματα στο Κυπριακό και τη διαπραγματευτική τακτική του. Η ιδέα δύο κρατών – που επαναλαμβάνει ως μότο ο Τατάρ – εξυπηρετείται από την προώθηση της «ΤΔΒΚ» σε διασκέψεις, οργανώσεις και συγγενή κράτη, νομίζοντας ότι η αναγνώρισή της βοηθάει στο Κυπριακό. Ο Τατάρ εξίσου εκλαμβάνει την Κύπρο ως «ένα κράτος δύο έθνη». Στο ίδιο μοτίβο Τουρκοκύπριοι για να ενισχύσουν την κυρίαρχη ισότητα ομιλούν περί εγγενούς δικαιώματος στην ιδρυτική συμφωνία Ζυρίχης (1959).   

Μετά το ναυάγιο του Σχεδίου Ανάν (2004) και του Κραν Μοντανά (2017), από την άτυπη πενταμερή συνδιάσκεψη της Γενεύης (2021) η τουρκική πλευρά έχει εκτραχυνθεί. Προσώρας για δικούς του λόγους ο Φιντάν, προφανώς δεν θέλει να ακυρωθεί η τριμερής ενόψει επανεκκίνησης του Κυπριακού με ατζέντα στον ΟΗΕ και την ΕΕ. Εχει μάλιστα κληθεί στο Gymnich με πράσινο φως της Λευκωσίας ως θετική κίνηση, παρά την αντίδραση των κομμάτων που στήριξαν εκλογικά τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά πρέπει να συνεχίσει τη διαδικασία επανένωσης στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Αυτήν επικαλείται η ελληνοκυπριακή πλευρά κάθε φορά που παλαιότερα ο Ντενκτάς και τώρα ο Τατάρ εκτρέπονται στη λύση των δύο κρατών. Ανακαλώντας τους στη λογική αυτού του ομοσπονδιακού προτύπου για το οποίο το ΣΑ/ΗΕ εντέλλεται τον ΓΓ/ΗΕ να ασκεί μεσολαβητικό ρόλο.    

Η ελληνοκυπριακή πλευρά πρέπει να μην παγιδευτεί στο δίλημμα είτε της παραμονής στο status quo με αδιόρατη την εξέλιξη, είτε της αδιάλλακτης ή απορριπτικής στάσης που ίσως προκαλέσει την οριστική διχοτόμηση, γεγονός που θα στιγματίσει την ιστορική ευθύνη εκείνου στη θητεία του οποίου θα συμβεί.

Η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία δεν σημαίνει διχοτόμηση, αλλά διαμοιρασμό της εξουσίας με πολιτική ισότητα μεταξύ των πολιτειών – που θα διοικούν οι αντίστοιχες κοινότητες – και της κεντρικής ομοσπονδίας – διακοινοτικής σύνθεσης. Αυτό είναι το πρότυπο. Η αντιπροσώπευση και η σφραγίδα του κράτους δεν μονοπωλούνται. Οι πολιτείες θα διαχειρίζονται την υψηλή πολιτική του κοινού κράτους και κάθε μία τις επιχώριες αρμοδιότητές της. Αν το πρότυπο αυτό θεωρείται εύθραυστο επειδή είναι διπολικό, σε περίπτωση που δεν λειτουργήσει η κεντρική ομοσπονδία, ίσως λόγω διαφωνίας στη λήψη αποφάσεων και παράλυσης, τότε αυξάνεται ο κίνδυνος διάλυσης ελλείψει πολιτικής βούλησης άρσης των αδιεξόδων.  

Μπορεί όμως να αναζητηθεί εναλλακτικά το πρότυπο εκείνο ομοσπονδίωσης με την προσθήκη ενός τρίτου φορέα κόμβου ανάμεσα στους δύο. Αυτό που προτείνω για την Κύπρο. Οι δύο πολιτείες και μία τρίτη πολιτεία, όπως των Βρυξελλών ή της Washington DC, η έδρα της ομοσπονδίας, ο ιμάντας που θα συνέχει το κράτος ως δικλίδα ασφάλειας. Σε μια τέτοια προοπτική η Λευκωσία προσφέρεται ως ομοσπονδιακό έδαφος της πρωτεύουσας του κεντρικού κράτους. Μπορεί να προστεθεί και η Αμμόχωστος με την επιστροφή του πληθυσμού εκείνου που στερήθηκε την οικία και την περιουσία του, αυτή τη φορά υπό την ομοσπονδιακή ομπρέλα· καθώς και το τμήμα εκείνο της Καρπασίας με ελληνοκυπριακό στοιχείο. Οποιος ενδιαφέρεται για την υψηλή πολιτική, το ομοσπονδιακό έδαφος θα είναι ο χώρος του, οι λοιποί στη θαλπωρή της κοινότητας.

Ο Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και διευθυντής

του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές»

στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς