Το θέμα δεν είναι αν συμφωνώ ή διαφωνώ με τις λίστες των βιβλίων και των περιοδικών στις εφημερίδες, ή στα ηλεκτρονικά περιοδικά, freepress = «τζάμπα» Τύπος. Το θέμα μας είναι πάντα το βιβλίο. Εχω την εντύπωση και στα τρία είδη που υπάρχουν – εφημερίδες, free press, ηλεκτρονικός Τύπος – υπάρχει ανταλλαγή μόνον με διαφημιστικές καταχωρίσεις, στα φύλλα άμεσα με την επιλογή των βιβλίων ή παλαιότερες ή επικείμενες αφίξεις διαφημίσεών τους. Εχοντας υπάρξει για τρία (3) χρόνια διευθυντής της «Βιβλιοθήκης», καταφύγιο θυραμάτων, της «Ελευθεροτυπίας» έκανα κάτι πρωτότυπο, όχι με ανταλλαγή διαφημίσεών τους. Κάθε εβδομάδα παρουσίαζα με τους συνεργάτες μου, 120-150 βιβλία, έστω και με λίγες λέξεις και χωρίς το αμερικάνικο best seller – νεοελληνική απάτη και περιττή μίμηση της αλλοδαπής. Ο Τσαρούχης μου έλεγε: «Οι Ελληνες αν θέλουν να μιμηθούν το γελοίο, δεν τους πιάνει κανείς. Το κάνουν καλύτερα». Οταν στην Ελλάδα εκδίδονται τον χρόνο 8.000 – 9.000 βιβλία, διάολε, δώσε τόπο στο μέλλον των ανθρώπων που ακόμη πολεμούν εδώ με τυπογραφεία, τις νέες τέχνες, μόδες, δηλαδή την κατάργησή τους.
Και αυτό το «απλό» μυστικό – που το γράφω τώρα «ΤΑ ΝΕΑ» – ανέβασε την κυκλοφορία της αρχικά την Παρασκευή και μετά – κακώς – το Σάββατο. Βλέπεις η «μάχη» των εφημερίδων πια γίνεται Σάββατο και Κυριακή. Ομως το Σάββατο κυκλοφορούσαν και τα «ΝΕΑ» με το βιβλίο και έπρεπε ο αναγνώστης να διαλέξει ανάμεσα στις δυο εφημερίδες. Και ήταν δύσκολο σε δύσκολους καιρούς, πια. Μπορούσα να κρατήσω το φύλλο την Παρασκευή της «Ελευθεροτυπίας» – η Μάνια Τεγοπούλου θα συμφωνούσε μαζί μου, αλλά ξέροντας τη μάχη της κυκλοφορίας στις νέες ημέρες – παλαιά η Δευτέρα ήταν η μέρα μεγάλης κυκλοφορίας των εφημερίδων μετά την Κυριακή – και έτσι ήρθε η «Βιβλιοθήκη». Το δεύτερο «μυστικό» του φύλλου ήταν όταν επανέφερα την κριτική της ποιήσεως στον ελληνικό Τύπο που ήταν ξεχασμένη περίπτωση. Και αμέσως βρήκα μιμητές από την άλλη πλευρά! Ομως το Σάββατο της «Ελευθεροτυπίας» με τη «Βιβλιοθήκη» μου ήταν το μόνο που είχε διαφημίσεις παρότι ήταν στο φύλλο όλα τα αστέρια της δημοσιογραφίας που έγραφαν καλλιτεχνικά ή μη.
Το βιβλίο αναπνέει και υπάρχει στην Ελλάδα από μόνο του. Οι εφημερίδες παγκοσμίως διατηρούνται από τους φανατικούς. Οι φανατικοί διατηρούν επαγγέλματα και εταιρείες. Μέχρι να βγουν νέοι φανατικοί. Αφού οι παλιοί έφυγαν για τον Σείριο. Εύχομαι να μην εξαντληθεί ποτέ αυτό το μυστικό που καταγράφω. Γιατί τότε θα χαθεί η Γη. Χωρίς κοινό δεν υπάρχει τίποτα. Χάος. Σκότος. Αιώνιος ύπνος, αδελφός του θανάτου. Και της τυπογραφίας.
Ο Γιώργος Χρονάς είναι ποιητής και εκδότης (Οδός Πανός)