Παρεπόμενο της άκρατης εμπορευματοποίησης του βιβλίου

Λίστες με τα 10 πρώτα βιβλία σε πωλήσεις αυτήν την εβδομάδα. Με τα 100 καλύτερα του καλοκαιριού. Της χρονιάς, της δεκαετίας. Και πάει λέγοντας. Κατ’ αρχάς, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις δημοσκοπήσεις. Λιγότερο σφυγμομετρούν την κοινή γνώμη και περισσότερο τη διαμορφώνουν με τα αποτελέσματά τους. Οι λίστες είναι παρεπόμενο της άκρατης εμπορευματοποίησης του βιβλίου. Χειραγωγούν τους αναγνώστες-αγοραστές και διευκολύνουν το μάρκετινγκ εκδοτών και βιβλιοπωλείων. Οι λίστες παίζουν τόσο καλά το παιχνίδι όσων εμπλέκονται στις πωλήσεις του βιβλίου, ώστε αν δεν υπήρχαν θα έπρεπε να τις εφεύρουν.

Στo τσίρκο Ελλάδα 2.0, που «πεθαίνει σαν χώρα» από την αναξιοκρατία και τη διαφθορά, προβληματικά είναι πολύ σημαντικότερα πράγματα. Φαντάσου οι λίστες με τα ευπώλητα, τις οποίες καταρτίζουν τα βιβλιοπωλεία («διά της διαισθήσεως», όπως έλεγε κι ένας φίλος).

Οι λίστες με τα ευπώλητα τυγχάνουν συχνά αναξιόπιστες. Θα μπορούσαν να επαληθεύονται, αλλά δεν. Οχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και στην αμερικανική μητρόπολη, απ’ όπου ξεκίνησε η όλη ιστορία. Οι λογιστές των εκδοτών και των βιβλιοπωλείων, ακόμη και η Εφορία, θα μπορούσαν κάλλιστα να παρέχουν αντικειμενικά στοιχεία της εμπορικής κίνησης των βιβλίων.

Κατά κανόνα όμως, ειδικά στην πατρίδα μας, άλλο τι δηλώνεται επισήμως κι άλλο τι γίνεται πραγματικά. Και στον τομέα του βιβλίου, και σε κάθε άλλον τομέα. Αν ορισμένα βιβλία αδικούνται μένοντας έξω από τις λίστες, αυτό δεν ισχύει μόνο για όσα δεν κινούνται ιδιαίτερα.

Υπάρχουν πλατφόρμες προβολής ταινιών και σίριαλ, που διαθέτουν και λίστες με τα λιγότερο προβεβλημένα έργα. Η καταχώριση σε μία τέτοια λίστα ίσως αποτρέψει το κοινό, αλλά καλύτερα αρνητική παρά καθόλου διαφήμιση. Το θέμα είναι τι γίνεται με τη μεγάλη μάζα των βιβλίων, εκείνη που εκτείνεται ανάμεσα στα 10 πρώτα σε πωλήσεις και στα 10 τελευταία. Η αχανής αυτή γκρίζα ζώνη, όπου περιλαμβάνονται και σπουδαία έργα, θυμίζει ενίοτε νεκροταφείο με παραγνωρισμένα διαμάντια.

Με άλλα λόγια, η ξέφρενη παραγωγή βιβλίων αποτελεί τον μέγα λογοκριτή της εποχής μας, ο οποίος κατ’ ουσίαν ασκεί την εξουσία του διά του πληθωρισμού. Λογοκρισία είναι τα βουνά από φρεσκοτυπωμένα βιβλία, που όχι απλώς δεν θα διαβάσουν, αλλά ούτε καν θα ξεφυλλίσουν, μέχρι και οι στενοί συγγενείς των συγγραφέων τους. Το δύσμοιρο ευρύ αναγνωστικό κοινό! Αποχαυνωμένο από τον ρηχό, «φαστ φουντ» τρόπο ζωής του. Και πελαγωμένο από τον κατακλυσμό των καινούργιων τίτλων. Χαίρεται να το κατευθύνουν μέσα από τις ποικίλες λίστες.

Εν τέλει, σημασία έχουν οι λίστες που ο επαρκής αναγνώστης καταρτίζει ολομόναχος κατά τη διάρκεια της ζωής του, χαράσσοντας το προσωπικό αναγνωστικό μονοπάτι του. Ο αναγνώστης αυτός θα επιλέξει το βιβλίο που θα διαβάσει μέσα από μια διαδικασία καθόλου μηχανιστική. Οχι σαν υπνωτισμένος ή σαν μαριονέτα εγγαστρίμυθου. Το να βρεις τι θα διαβάσεις ήταν και παραμένει μία δουλειά άκρως δημιουργική.

Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος είναι πεζογράφος