Η ταχεία αύξηση του προσδόκιμου ζωής σε όλες τις χώρες και η ταχύτατη μείωση της γονιμότητας στις περισσότερες από αυτές οδήγησαν αναπόφευκτα στην αύξηση του ειδικού βάρους των ηλικιωμένων (δηλαδή του ποσοστού τους στον συνολικό πληθυσμό, ανεξαρτήτως πού θέτουμε τον «πήχη», στα 65 ή στα 70 έτη). Ετσι, με την πάροδο του χρόνου, το κάτω τμήμα των πληθυσμιακών πυραμίδων τείνει να περιοριστεί, ενώ το άνω τμήμα τους διογκώνεται όλο και περισσότερο. Ωστόσο, όλες οι χώρες δεν βρίσκονται στο ίδιο στάδιο της δημογραφικής μετάβασης από υψηλή γονιμότητα και θνησιμότητα σε υψηλό προσδόκιμο ζωής και χαμηλή γονιμότητα.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα ποσοστά των 65 ετών και άνω να διαφοροποιούνται σημαντικά τόσο ανάμεσα στις ηπείρους όσο και στο εσωτερικό τους. Ετσι, για παράδειγμα, στη Δυτική Αφρική το ποσοστό αυτό είναι ακόμη 3%, ενώ στην Ανατολική Ασία ανέρχεται στο 10%, στην Ευρώπη στο 21% και στην ΕΕ στο 27,5%. Η πιο «γερασμένη» χώρα δεν βρίσκεται, όμως, σήμερα στη Γηραιά Ηπειρο, αλλά στην Ασία, καθώς το ποσοστό των 65 ετών και άνω στην Ιαπωνία εγγίζει το 30%, όντας 6-7 μονάδες υψηλότερο από τις πιο γερασμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία, η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Φινλανδία και η Πορτογαλία, στις οποίες 23-24 στα 100 άτομα έχουν ξεπεράσει τα 65 έτη το 2024.
Οσο πιο γρήγορη είναι η πτώση της γονιμότητας τόσο οι ρυθμοί αύξησης των ηλικιωμένων σε μια χώρα επιταχύνονται και τόσο λιγότερο χρόνο έχει αυτή για να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Οι χώρες αυτές θα πρέπει σε πολύ σύντομο διάστημα να αντιμετωπίσουν τις απορρέουσες από τη γήρανση προκλήσεις, όπως – ανάμεσα σε άλλα – και τη χρηματοδότηση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και τις σχέσεις μεταξύ των γενεών.
Ενδεικτικά και μόνο αναφέρουμε ότι ενώ στην Ελλάδα χρειάστηκαν 58 χρόνια για να αυξηθεί το ποσοστό των 65 και άνω από το 9% το 1965 στο 23% το 2024, στην Κίνα, όπου η γονιμότητα περιορίστηκε ταχύτατα (από περισσότερα από 5 παιδιά/γυναίκα πριν από το 1972 σε 1,9 το 1990 και 1,2 το 2022), η μετάβαση από το 9% στο 23% θα γίνει σε μόλις 25 χρόνια.
Η γήρανση όλων των πληθυσμών του πλανήτη μας είναι αναπόφευκτη και θα συνεχιστεί για κάποιες δεκαετίες ακόμη, πριν αυτή σταθεροποιηθεί. Σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες, όπου η αύξηση του πληθυσμού έχει επιβραδυνθεί τις τελευταίες δεκαετίες – ή έχει, ήδη, ξεκινήσει –, οι ηλικιωμένοι και το ποσοστό τους στον συνολικό πληθυσμό αυξάνονται ταχύτατα. Στη χώρα μας ειδικότερα το πλήθος των 65 ετών και άνω ανάμεσα στο 1951 και το 2023 έχει πολλαπλασιαστεί επί 6, ενώ αυτό του συνολικού πληθυσμού μόνο επί 1,4, με τους 65+ να αποτελούν σχεδόν το 23% του συνόλου έναντι του 7% στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Η ομάδα αυτή αναμένεται δε να αυξηθεί κατά 650 χιλιάδες ακόμη μέχρι το 2050, ενώ και ο συνολικός πληθυσμός μας θα μειωθεί πιθανότατα κατά 1,25 εκατομμύρια.
Ο Βύρων Κοτζαμάνης είναι διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο
Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ).
Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από το πρόσφατο βιβλίο του
«Δημογραφία – 55 ερωτήσεις» (εκδ. Αλφειός, Ιούλιος 2024)