Το νήμα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Και τώρα τι για την Αριστερά; Εξαιρώ το ΚΚΕ που έχει τη δική του στρατηγική και δρόμο. Πώς θα αναταχθεί, θα συμπορευθεί εν μέσω δίνης και κρίσης του κομματικού φαινομένου και εν μέσω απογοήτευσης μιας μεγάλης μερίδας της βάσης λόγω της περιπέτειας του ΣΥΡΙΖΑ; Πολλά νήματα πρέπει να ξαναπιαστούν, πολλές επανεκκινήσεις πρέπει να γίνουν. Ισως πρέπει και οι άνθρωποι να γνωριστούν από την αρχή, σε μια νέα εντελώς εποχή που ο νέος τύπος ανθρώπου μεταβάλλεται ραγδαία μαζί με τον κόσμο και τις νέες του αντιθέσεις.

Σε τέτοιες περιπτώσεις αναζήτησης ταυτοτήτων, ρόλων, συχνά η ζωή δείχνει πίσω, και στα πιο θνητά και καθημερινά πεδία. Ενα τέτοιο νήμα που πρέπει να ξαναβρεί η Αριστερά είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Οι δήμοι και οι περιφέρειες. Οι πόλεις και οι γειτονιές. Ούτε εργαστηριακές ζυμώσεις, ούτε διοικητισμοί και φραξιονισμοί που κουράζουν και δεν συνδέονται με τα θέλω των πολλών. Μεταπολιτευτικά και μετά η όλη Αριστερά έδωσε αυτή τη μάχη με αξιώσεις. Δήμαρχοι με καταβολές από αυτήν μεταμόρφωσαν προς το καλό περιοχές, ανέκτησαν δημόσιους χώρους, διαμόρφωσαν αντιπαραδείγματα πολιτικής. Φτιάξανε χειροπιαστά επιτεύγματα για τον κόσμο. Από τη δεξαμενή της προφανώς δημιουργήθηκαν και στελέχη που μεταπήδησαν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Είχαν πείρα διοίκησης και διαβούλευσης όμως. Δεν πρόκυψαν από την Κοινωνία του Θεάματος.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, πρώτος και δεύτερος βαθμός, παρά τις στρεβλώσεις ή έναν βαθμό διαφθοράς που και εδώ αναπτύχθηκε, παραμένει ιμάντας σχέσης με τους πολίτες και δείκτης ποιότητας της καθημερινότητας. Σε πολλές περιπτώσεις δήμαρχοι, κοινοτάρχες λάμβαναν υπόψη τους και τοπικά κινήματα ή κύτταρα πολιτισμού και αυτοοργάνωσης σε γειτονιές. Συνεργάστηκαν με αυτά. Συγκρούστηκαν με την κεντρική εξουσία για να διεκδικήσουν. Συνεργάστηκαν μαζί της. Σήμερα μοιάζει η μάχη από μερίδα της Αριστεράς να μη δίδεται με όρους κοινωνίας.

Λίγους μήνες ή και εβδομάδες πριν από τις αυτοδιοικητικές κάλπες, προσέρχονται οι νταραβερτζήδες κομμάτων και επιχειρούν κομπρεμί με αιρετούς, τάζουν χρίσματα ή απλώς αθροίζονται δυνάμεις, δημιουργούνται βραχύβιες δημοτικές παρατάξεις που μετά ξεχνιούνται. Οι τοπικές κάπες αντιμετωπίζονται από μέρος της Αριστεράς ως προσομοίωση των εθνικών ή ως αναγκαίο κακό ή ακόμη χειρότερα ως απλός βατήρας για την κεντρική σκηνή. Την ίδια μάχη η Κεντροδεξιά στην Ελλάδα τη δίδει με σοβαρότητα και σταθερότητα, με δίκτυα πολιτών, με συχνά συνέχειες στις διοικήσεις.

Τι επιτελικό σχέδιο να έχεις για τη χώρα όμως, όταν ούτε δήμους δεν διοικείς; Πώς θα πείσεις έστω για τον μαχητικό σου ρεαλισμό αν παραιτείσαι από τη μάχη της καθημερινότητας; Τι παραδείγματα μερικών ανατροπών θα φτιάξεις; Το εφικτό συχνά περνά απ’ το αδύνατο. Ολόκληρες γειτονιές-πόλεις ομνύουν σε έναν Παξιμαδά, έναν Φωλόπουλο, έναν Μπέη, έναν Παναγιώτη Μακρή, έναν Λαμπρούλη. Στα έργα τους, στις ρήξεις τους, στις ανοικοδομήσεις περιοχών, στο πολιτιστικό τους αποτύπωμα. Σήμερα που ένα μέρος της Αριστεράς ασχολείται με τα κοινωνικά δίκτυα, αναπαράγει τη μιζέρια ή την αυτοεικόνα της εκεί, το πεδίο είναι λαμπρό και ανοιχτό στα όρια της εποχής προφανώς. Μεγάλα στοιχήματα και προκλήσεις είναι εκεί έξω: θα είναι οι πόλεις παραρτήματα ξενοδοχείων χωρίς δημόσιο χώρο; Θα είναι οι παραλίες προεκτάσεις των επιχειρηματιών; Θα είναι αξιοβίωτοι οι δήμοι; Πέραν και μακριά από το κλάμα για τον ΣΥΡΙΖΑ, ανοίγεται η ευκαιρία.