«Εκείνη η ημέρα θα είναι σαν κηδεία για εμάς»

Αύριο το πρωί του Σαββάτου οι δρόμοι στη Μεταμόρφωση Καρδίτσας αναμένεται να γεμίσουν ξανά κόσμο. Οι κάτοικοι του οικισμού που πριν από ακριβώς έναν χρόνο βυθίστηκε ξαφνικά στην απέραντη λίμνη στην οποίαν μετέτρεψε τον θεσσαλικό κάμπο η κακοκαιρία «Daniel», θα τελέσουν ετήσιο μνημόσυνο για τους δύο συγχωριανούς τους που χάθηκαν στα νερά. Και όσο αυτή η μέρα πλησιάζει, τόσο ξυπνούν οι μνήμες που επί μήνες προσπάθησαν να θάψουν κάτω από τους τόνους λάσπης που με ατελείωτες ώρες προσωπικής εργασίας απομάκρυναν από τα σπίτια τους.

«Οσο το σκεφτόμαστε κλαίμε. Και για τους ανθρώπους που χάθηκαν και για τη ζωή μας ολόκληρη», λέει στα «ΝΕΑ» η Λίτσα Ρητά, πρόεδρος του Πολιτιστικού και Μορφωτικού Συλλόγου του χωριού. «Αλλες γυναίκες μου είπαν ότι ήδη βλέπουν εφιάλτες: Βάρκες, νερά… Αναβιώνουν οι αναμνήσεις», συνεχίζει. «Εκείνη η ημέρα θα είναι σαν κηδεία για εμάς».

Τις αναμνήσεις, άλλωστε, διατηρεί ζωντανή η ίδια η καθημερινότητα των κατοίκων της περιοχής, που 12 μήνες μετά την καταστροφική πλημμύρα απέχει μακράν από οποιασδήποτε μορφής κανονικότητα: Από τις γεωργικές εκτάσεις που έμειναν ακαλλιέργητες μέχρι τη φτωχή φετινή συγκομιδή, από τα γεμάτα υγρασία σπίτια που ξανακατοικούνται όπως – όπως μέχρι το επίδομα ενοικίου που καθυστερεί αφήνοντας «στον αέρα» χιλιάδες δικαιούχους και από τις «βομβαρδισμένες» υποδομές μέχρι τη συζήτηση για μετεγκατάσταση οικισμών, έναν χρόνο μετά τον «Daniel» η Θεσσαλία εξακολουθεί να μετρά τις πληγές της.

Μεταμόρφωση

Τις ημέρες του καλοκαιριού η Μεταμόρφωση Καρδίτσας έμοιαζε να έχει αποκτήσει ξανά κάτι από την παλιά της ζωή. Πολλοί κάτοικοι, πιεζόμενοι από την οικονομική δυσπραγία, τα δυσεύρετα σπίτια και τα απλησίαστα ενοίκια, αναγκάστηκαν να γυρίσουν στο χωριό. Να επιδιορθώσουν ένα δωμάτιο, την κουζίνα και το μπάνιο και να «να έρθουν να ζήσουν μες στην υγρασία», όπως λέει η Λίτσα Ρητά. Ηθελαν, εξάλλου, να είναι κοντά στα χωράφια τους, για να μην επιβαρύνονται με τα καθημερινά έξοδα της μετακίνησης από τον Παλαμά ή την Καρδίτσα.

Ακόμα και «κάτι σαν πανηγύρι» στήθηκε τον Δεκαπενταύγουστο που γιορτάζει η εκκλησία, «για να ανταμώσουμε οι χωριανοί που δεν βρισκόμαστε». Μέρος των εσόδων, μάλιστα, δόθηκε για να αγοραστούν είδη πρώτης ανάγκης για τους πυρόπληκτους της Αττικής, τα οποία εστάλησαν σε δύο μεγάλες κούτες με το μήνυμα «από την πλημμυροπαθή Μεταμόρφωση με αγάπη».

Τώρα, όμως, η Μεταμόρφωση θα βυθιστεί ξανά στη σιωπή αφού όσο χειμωνιάζει «ορισμένοι που είχαν έρθει για το καλοκαίρι, για να είναι κοντά στα χωράφια τους, θα φύγουν», όπως εξηγεί η Λίτσα Ρητά. Πίσω θα μείνουν μόνο όσοι βρίσκονται σε μεγάλη ανάγκη.

Πρόκειται πιθανώς για μια εικόνα από το μέλλον, αφού η μετεγκατάσταση του οικισμού σε περιοχή νοτίως του Παλαμά φαίνεται πως έχει μπει στις ράγες. «Η μελέτη μετεγκατάστασης της Μεταμόρφωσης έχει προχωρήσει», σημειώνει, από την πλευρά του ο δήμαρχος Παλαμά Σωκράτης Δασκαλόπουλος. «Επαφίεται τώρα στους δημότες να επιβεβαιώσουν, με μια τελική ψηφοφορία, ότι τίθενται υπέρ της λύσης αυτής». Εάν τελικά επιλεγεί η λύση της μετεγκατάστασης, οι κάτοικοι θα διατηρήσουν τα περιουσιακά τους δικαιώματα στην παλαιά Μεταμόρφωση, όπως επιβεβαίωσε κατά την επίσκεψή του στο χωριό ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν θα δοθούν, ωστόσο, αποζημιώσεις για την ανακατασκευή των οικημάτων αυτών.

Βλοχός

Και αν στη Μεταμόρφωση η μετεγκατάσταση φαίνεται να προκρίνεται ως προτιμητέα επιλογή, στον γειτονικό Βλοχό οι κάτοικοι εμφανίζονται διχασμένοι. «Στον Βλοχό η αναλογία των κατοίκων που επιθυμούν τη μετεγκατάσταση με όσους διαφωνούν είναι 60%-40%», λέει ο Σωκράτης Δασκαλόπουλος, εξηγώντας ότι 115 οικογένειες ζητούν να φύγουν και 91 να παραμείνουν. Και καθώς για να προχωρήσει οποιοσδήποτε σχεδιασμός απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της συντριπτικής πλειοψηφίας των κατοίκων, στο τραπέζι έχει πέσει η λύση της μερικής μετεγκατάστασης – της μετακίνησης, δηλαδή, εκτός οικισμού μόνο όσων το επιθυμούν.

Ενας από αυτούς είναι ο Χρήστος Λαϊόπουλος, του οποίου το σπίτι πριν από έναν χρόνο κατακλύστηκε από ένα μείγμα υδάτων και λάσπης. «Η κατάσταση παραμένει δραματική», περιγράφει, εξηγώντας ότι λίγες μόνο οικογένειες έχουν επιστρέψει – και αυτές απλώς για να αποφύγουν το κόστος των μετακινήσεων. Ο ίδιος ζητά να προχωρήσει η μετεγκατάσταση του οικισμού, ώστε «να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο, να νιώθουμε ασφαλείς», με τα παλαιά σπίτια να διατηρούνται ως έδρα για τις θερινές εργασίες, κατά το παράδειγμα της Μεταμόρφωσης. Οσο, όμως, οι κάτοικοι του χωριού παραμένουν διχασμένοι, η απόφαση εναποτίθεται στην κεντρική διοίκηση. «Αναμένουμε απάντηση τον Οκτώβριο από το αρμόδιο υπουργείο ως προς το τι σκέφτονται να κάνουν με τον Βλοχό» λέει ο δήμαρχος Παλαμά, κάνοντας λόγο για μια δαιδαλώδη διαδικασία.

Παλαμάς

Στον Παλαμά, την κωμόπολη που αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου, οι κάτοικοι προσπαθούν να πατήσουν ξανά στα πόδια τους, εντούτοις, οι πληγές από την καταστροφή παραμένουν ανοιχτές. «Υπάρχουν ακόμα μπάζα από γκρεμισμένα σπίτια τα οποία δεν έχουν μαζευτεί. Εχουν γεμίσει χόρτα και φίδια», λέει η Βαγγελιώ Ράγια, κάτοικος της περιοχής, συμπληρώνοντας ότι ορισμένα χωράφια δεν μπορούν να καλλιεργηθούν γιατί παραμένουν γεμάτα φερτά υλικά. «Κάποιοι από τους κατοίκους έχουν φύγει και δεν επέστρεψαν, μένουν στην Καρδίτσα ή σε γειτονικά χωριά. Αλλοι επέστρεψαν για να μείνουν στα σπίτια που είχαν πλημμυρίσει», τονίζει. «Εφτιαξαν ένα δωμάτιο, την κουζίνα και το μπάνιο και μένουν όλοι εκεί», περιγράφει, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τους κινδύνους από την υγρασία αφού «βάφουμε, βάφουμε και πάλι το χρώμα φουσκώνει».

Το χάος που επικρατούσε στην περιοχή το πρώτο διάστημα μετά την πλημμύρα «έχει μαζευτεί σε ποσοστό 90%», λέει ο Σωκράτης Δασκαλόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι σοβαρότερο πρόβλημα αποτελούν οι αποζημιώσεις προς τους ιδιώτες που καθυστερούν και η καταβολή της επιδότησης ενοικίου που έχει κολλήσει στο δεύτερο τρίμηνο, ενώ ήδη κλείνει χρόνος από το πέρασμα του ακραίου καιρικού φαινομένου. Αλλωστε, λόγω της γραφειοκρατίας, τα μπάζα από τα κατεστραμμένα σπίτια άρχισαν να απομακρύνονται πριν από μόλις 15-20 μέρες, εξηγεί ο δήμαρχος Παλαμά, ζητώντας επίσπευση των διαδικασιών από την κεντρική διοίκηση. Εκφράζει, δε, φόβους για το τι μέλλει γενέσθαι σε περίπτωση μιας νέας έντονης νεροποντής, αφού ως προς την ανάταξη των αναχωμάτων στον Σοφαδίτη ποταμό «δεν έχουν γίνει και πολλά πράγματα».

Φαρκαδόνα

Λίγο βορειότερα, στη Φαρκαδόνα Τρικάλων, την ανησυχία της για την κατάσταση των αναχωμάτων εκφράζει και η Αθηνά Μπαλάφα. «Τα αναχώματα έχουν επισκευαστεί πρόχειρα με αμμοχάλικο, όμως, ήδη με την πρώτη βροχή το νερό τα διαπερνούσε», λέει στα «ΝΕΑ» από τον οικισμό που – όπως τονίζει – έχει χάσει τα ¾ των κατοίκων του, μιας και «από τα 2.000 άτομα είναι ζήτημα αν έχουμε παραμείνει 500». Και η ίδια, εξάλλου, θα χρειαστεί σύντομα να επιστρέψει στα Τρίκαλα για να πάνε τα παιδιά της σχολείο.

Οι πληγές του «Daniel» παραμένουν πανταχού παρούσες: Εναν χρόνο μετά την καταστροφή 35 άτομα εξακολουθούν να ζουν στο κέντρο φιλοξενίας προσφύγων της περιοχής λόγω ένδειας, ενώ τα μπάζα από τα δεκάδες σπίτια που γκρεμίστηκαν παραμένουν παρατημένα στα ρημαγμένα οικόπεδα. Το ίδιο, όπως λέει η Αθηνά Μπαλάφα, συμβαίνει και με τις οικοσκευές που πετάχτηκαν από τα πλημμυρισμένα διαμερίσματα. «Σε κάθε χωριό έχει δημιουργηθεί ένας τεράστιος σκουπιδότοπος γεμάτος φίδια, κατσαρίδες και ακρίδες. Οσο για τα τζιτζίκια, φέτος δεν μπορούσαμε να ανοίξουμε τα παράθυρα».

Τι θα συμβεί αν πλήξει την περιοχή μια νέα ισχυρή νεροποντή

Με τη Θεσσαλία να εξακολουθεί 365 μέρες μετά τον «Daniel» να μετρά τις πληγές της, τι θα συμβεί αν την περιοχή με τους ανάστατους κατοίκους και τις πληγωμένες υποδομές πλήξει μια νέα ισχυρή νεροποντή, ακόμα και μικρότερης έντασης από το περσινό ακραίο φαινόμενο;

Για τον Ευθύμη Λέκκα, καθηγητή Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών του Πανεπιστημίου Αθηνών, τα πάντα εξαρτώνται από το ποια θα είναι η υδρολογική λεκάνη που θα πληγεί. «Αν έχουμε ένα φαινόμενο με την ίδια ένταση στην ίδια υδρολογική λεκάνη τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα», ξεκαθαρίζει, χωρίς πρόθεση να εμφανιστεί καθησυχαστικός. «Αν, όμως, πληγεί μια διαφορετική υδρολογική λεκάνη, οι επιπτώσεις θα είναι ελαφρώς πιο ήπιες», σπεύδει να συμπληρώσει, εξηγώντας ότι υπάρχουν και περιοχές στις οποίες, ακόμα και αν πληγούν από βροχοπτώσεις με την ίδια ραγδαιότητα, πιθανώς δεν θα σημειωθούν σοβαρές καταστροφές. «Αν πάμε για παράδειγμα προς τη βόρεια Θεσσαλία, προς τον Τύρναβο ή τα Χάσια, όπου υπάρχουν απορροφητικά πετρώματα και μικρές μορφολογίες κλίσεις, δεν θα έχουμε σοβαρές επιπτώσεις ακόμα και στην περίπτωση μιας αντίστοιχα ισχυρής βροχόπτωσης. Στις πληγωμένες περιοχές, ωστόσο, ιδίως στο Πήλιο όπου τα εδάφη έχουν υποστεί ιδιαίτερη καταπόνηση, θα σημειωθούν νέες καταστροφές».

«Είμαστε πιο έτοιμοι»

Αν και ο κίνδυνος παραμένει υπαρκτός, καλύτερη σε σχέση με πέρσι φαίνεται πως είναι η εικόνα όσον αφορά στο σύστημα πολιτικής προστασίας. «Είμαστε σαφώς πιο έτοιμοι γιατί έχει επιτευχθεί αυτό που έλειπε τα προηγούμενα χρόνια, δηλαδή η διασύνδεση της επιστημονικής πληροφόρησης με τους υπηρεσιακούς φορείς», τονίζει ο Ευθύμης Λέκκας. Πρόκειται, όπως εξηγεί, για την Επιτροπή Εκτίμησης Κινδύνων Πολιτικής Προστασίας που συστάθηκε τον Φεβρουάριο και έκτοτε συνεδριάζει σε τακτική βάση. «Παρουσιάζονται οι απόψεις, κατατίθενται τα δεδομένα, τα συζητάμε και τα επεξεργαζόμαστε σε πραγματικό χρόνο, δίνοντας τις απαραίτητες κατευθύνσεις προς την Πολιτεία και τους υπηρεσιακούς φορείς». Στόχος, πριν από κάθε σημαντικό φαινόμενο οι δυνάμεις πολιτικής προστασίας να διαταχθούν με κατάλληλο τρόπο ώστε να ανταποκριθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά.

Η μαύρη τρύπα

Το σύστημα, ωστόσο, εξακολουθεί να διαθέτει μια μαύρη τρύπα: Τις υποδομές. «Οι υποδομές παραμένουν η αχίλλειος πτέρνα. Και αυτό γιατί για να τις βελτιώσουμε πρέπει να τους προσδώσουμε πολύ μεγαλύτερη ανθεκτικότητα», λέει ο καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, συμπληρώνοντας, εντούτοις, πως «δεν είναι εύκολο να κατασκευαστούν υποδομές σε σύντομο χρονικό διάστημα». «Χρειάζεται εξονυχιστική μελέτη, ελέω των νέων δεδομένων που φέρνει η κλιματική κρίση. Και υπάρχει πάντοτε το ζήτημα του κόστους, καθώς και της μακράς διαδικασίας που απαιτείται για να υλοποιηθούν τα έργα», καταλήγει.

«Αγωνιούμε πόσο μέσα θα μπούμε, όχι τι κέρδος θα βγάλουμε»

Σε δεινή θέση βρίσκονται οι αγρότες της Δυτικής Θεσσαλίας, καθώς καλούνται να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες που κληροδότησε η καταστροφή του «Daniel» σε δύο επίπεδα: Στην καθημερινή ζωή, όπως όλοι οι συντοπίτες τους, αλλά και στην παραγωγή. «Υπάρχει πρόβλημα με τη στέγαση, αφού κάποιοι έχασαν τα σπίτια τους αλλά εδώ και μήνες δεν έχουν λάβει επιδότηση ενοικίου. Με τα μπάζα που παραμένουν μέσα στα οικόπεδα. Με τα έξοδα που χρειάστηκε να κάνουμε για να καθαρίσουμε τα σπίτια μας, για τα οποία δεν αποζημιωθήκαμε» λέει ο πρόεδρος της Ενωτικής Συνομοσπονδίας Αγροτικών Συνεταιρισμών Καρδίτσας (ΕΟΑΣΚ) Κώστας Τζέλλας. «Επιπλέον, οι αποζημιώσεις που λάβαμε ως αγρότες δεν ανταποκρίνονται στο κόστος, ενώ φέτος οι αποδόσεις που είχαμε από την παραγωγή ήταν πολύ χαμηλότερες» προσθέτει. Ο ίδιος φοβάται ότι την τρέχουσα χρονιά τα έσοδα από το καλαμπόκι και το βαμβάκι δεν θα καλύψουν καν το κόστος παραγωγής. «Το ίδιο έγινε και με το σιτάρι» εξηγεί, τονίζοντας ότι «οι αγρότες της περιοχής αγωνιούν – το ερώτημα είναι πόσο μέσα θα μπούμε, όχι τι κέρδος θα βγάλουμε».

Οι αλλεπάλληλες ζημιές έχουν αρχίσει να βυθίζουν τους καλλιεργητές στα χρέη. «Αυξάνονται πολύ γρήγορα. Ο κόσμος χρωστάει παντού» αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΕΟΑΣΚ, υπογραμμίζοντας ότι το δύσκολο οικονομικό κλίμα αντανακλάται πλέον στην τοπική οικονομία του Παλαμά και της Καρδίτσας. «Τα καταστήματα αγροτικών εφοδίων, για παράδειγμα, πνίγονται επίσης στα χρέη και είναι ζήτημα πόσο θα αντέξουν. Η κατανάλωση έχει μειωθεί στα σουπερμάρκετ, ακόμα και στους φούρνους. Ολα είναι αλυσίδα».