Τα ντιμπέιτ αποτυπώνουν τις θέσεις των υποψηφίων ή είναι στοιχεία της λεγόμενης τηλεοπτικής δημοκρατίας και τίποτα παραπάνω; Σ’ αυτά οι υποψήφιοι έχουν αντίπαλο τον χρόνο και όχι τις ιδέες, γι’ αυτό και ψάχνουν την ατάκα. Τίποτα προγραμματικό δεν ακούγεται σ’ αυτά. Τους υποψηφίους για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ πρέπει να τους κρίνουμε από τον συνολικό τους λόγο και όχι από το ντιμπέιτ. Και αυτοί θυμίζουν το γνωστό σύνθημα του ΚΚΕ από το 18ο Συνέδριό του το 2008 «πέντε κόμματα και δύο πολιτικές». Εδώ έχουμε «έξι υποψηφίους, δυόμισι πολιτικές».
Τη «μισή πολιτική» εκπροσωπούν τέσσερις υποψήφιοι. Ο Νίκος Ανδρουλάκης ο πρώτος εξ αυτών. Αυτός εδώ και πολλά χρόνια ενδιαφέρεται για τους μηχανισμούς, αλλά υποτιμά τις ιδέες. Αν και ορισμένοι προσπάθησαν να τον πείσουν να προσθέσει στον λόγο του πιο βαθιές επεξεργασίες για την πολιτική και τα διακυβεύματά της, αυτός αδιαφόρησε. Βλέπει τη σοσιαλδημοκρατία ως αντίγραφο (τι κάνουν οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι κ.λπ.) και όχι ως πρωτότυπο. Η Νάντια Γιαννακοπούλου, ο Παύλος Γερουλάνος και ο Μιχάλης Κατρίνης είναι οι άλλοι τρεις εκπρόσωποι της «μισής πολιτικής». Ο Γερουλάνος με γνώσεις αλλά μονότονος και επαναλαμβανόμενος. Οι τολμηροί Νάντια Γιαννακοπούλου και Μιχάλης Κατρίνης ανταγωνίζονται αναμεταξύ τους για το «ποιος ήταν πάντα ΠΑΣΟΚ». Απευθύνονται σ’ αυτούς που «ήταν πάντα εδώ» και αφήνουν παντελώς αδιάφορη την υπόλοιπη κοινωνία.
Οι δύο ολοκληρωμένες, αλλά και εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικές, είναι αυτή της Αννας Διαμαντοπούλου και του Χάρη Δούκα. Η συγκροτημένη Αννα Διαμαντοπούλου βλέπει το Κέντρο ως σοσιαλδημοκρατία και σ’ αυτό το πλαίσιο θέλει να κινείται και το ΠΑΣΟΚ υπό την ηγεσία της. Τι είναι όμως αυτό το Κέντρο ως σοσιαλδημοκρατία; Είναι η γραμμή «των μεταρρυθμίσεων» που ευνοούν υποτίθεται τους πάντες, αλλά επί της ουσίας, όπως έδειξε η λειτουργία των σοσιαλδημοκρατιών των δεκαετιών 2000-2010, συγκεντρώνουν τον πλούτο στα υψηλά, χωρίς όμως να καταφέρνουν να τον αναδιανέμουν προς τα κάτω. Είναι η αποτυχημένη πολιτική Μακρόν. Είτε συμφωνεί κανείς είτε όχι, αυτό είναι μια άλλη πολιτική αφήγηση απ’ αυτή του «ΠΑΣΟΚ γεννήθηκα, ΠΑΣΟΚ θε να πεθάνω».
Ο Χάρης Δούκας είναι η δεύτερη πολιτική. Αυτός βρίσκεται εγγύτερα στις αγωνίες και τις αναζητήσεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, η οποία αναζητά δρόμους συνάντησης του ορθολογισμού με τα λαϊκά συναισθήματα. Ο Δούκας στις ομιλίες του τονίζει πως ο πολιτικός πρέπει να αποφασίζει «με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει». Ετσι δείχνει ότι κατανοεί πως στην πολιτική το στοιχείο της σύγκρουσης είναι εξίσου σημαντικό με αυτό της συναίνεσης. Επιμένει στη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου και γι’ αυτό κατηγορείται για αριστερισμό. Εκεί έχει φτάσει η ιδεολογική ηγεμονία του Μάκη Βορίδη, ακόμη και η φορολογία του μεγάλου πλούτου να θεωρείται αριστερισμός. Ο Δούκας, τέλος, επιμένει στο σοσιαλδημοκρατικό αφήγημα πως «το κοινωνικό κράτος δεν είναι περίσσευμα αλλά θεμέλιο της ανάπτυξης, γιατί προοδευτικό είναι ό,τι μειώνει τις ανισότητες». Δυστυχώς όμως και αυτός «φοβάται» το «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ, το οποίο δεν αφήνει το ευρωπαϊκό, αλλά και την κοινωνία, να αναπνεύσουν.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας