Οι γυναίκες θυματοποιήθηκαν και μετά το 1974, λέει η Κ. Νικολάου. «Έπρεπε να ξύσουμε τις πληγές»

«Έπρεπε να ξύσουμε τις πληγές γιατί μόνο έτσι μπορούμε να τις γιατρέψουμε» – Όσα ανέφερε η συγγραφέας των δραματοποιημένων μονολόγων «Αγνό Μένος: 50 Χρόνια Αγνοημένες Μονολογούν

Οι γυναίκες θυματοποιήθηκαν το 1974 και συνέχισαν να θυματοποιούνται, αναφέρει σε συνέντευξή της στο ΚΥΠΕ η Κατερίνα Νικολάου, συγγραφέας των δραματοποιημένων μονολόγων «Αγνό Μένος: 50 Χρόνια Αγνοημένες Μονολογούν», οι οποίοι θα παρουσιαστούν στη Λευκωσία με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την τραγωδία του 1974.

Όπως λέει, οι γυναίκες «έγιναν εργαλείο της πολιτικής για να εξυπηρετήσουν το επίσημο αφήγημα». Ακόμη αναφέρει ότι «υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αυτά τα πενήντα χρόνια πέρασαν δύσκολα, που έπρεπε να αρχίσουν από το μηδέν ή ακόμα έμειναν στο μηδέν. Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν».

Απαντώντας σε επισήμανση του ΚΥΠΕ ότι πολλές από τις ιστορίες των γυναικών που υπήρξαν θύματα της τραγωδίας του 1974 έμειναν στο σκοτάδι για πολλά χρόνια, η Κατερίνα Νικολάου σημειώνει ότι «αν έμειναν οι ιστορίες τους στο σκοτάδι είναι θέμα πολιτικό», προσθέτοντας ότι «κάποιος ή κάποιοι αποφάσισαν η μνήμη μας να είναι επιλεκτική».

Παράλληλα, διευκρινίζει ότι η παράσταση «Οι Αγνοημένες» είναι ένα έργο που δεν στέκεται σε πολιτικές αποφάσεις ή χρονικές στιγμές αλλά περνά από όλα τα τοπόσημα των πενήντα χρόνων που ακολούθησαν, φωτίζοντας τις ιστορίες των γυναικών μετά τη θυματοποίησή τους.

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, η κ. Νικολάου τονίζει ότι «στον πόλεμο δεν υπάρχουν μεγαλύτερα και μικρότερα θύματα. Θύματα είναι αυτοί που έχασαν την ζωή τους και αυτοί που άφησαν πίσω τους. Αυτοί που έχασαν το δικαίωμα να έχουν περιουσία. Οι γυναίκες που απουσιάζουν από τις αποφάσεις και το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Όλοι όσοι υπέστησαν καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Δεν υπάρχει διαβάθμιση στον πόνο του πολέμου, στον πόνο της απώλειας, αναφέρει.

Κληθείσα από το ΚΥΠΕ να εξηγήσει την επιλογή της φράσης «αγνό μένος» ως τίτλου για το έργο της, η συγγραφέας κάνει λόγο για «ένα παράπονο, ένα αέναο μοιρολόι, που εκφράζεται με ειλικρίνεια και τιμιότητα από τις γυναίκες, που θυματοποιήθηκαν το 1974 και συνέχισαν να θυματοποιούνται, που έγιναν εργαλείο της πολιτικής για να εξυπηρετήσουν το επίσημο αφήγημα». Όπως λέει, «τους φόρεσαν μαύρα ρούχα και φωτογραφίες, έγιναν σύμβολα, η Γυναίκα της Κύπρου, τις είδαμε στις φωτογραφίες, σε φυλλάδια, τις είδαμε σε διαμαρτυρίες, σε μνημόσυνα».

«Σε κάθε εκδήλωση, χρόνο με τον χρόνο, ο κόσμος λιγόστευε, ο θυμός καταλάγιαζε, αυτές όμως ήταν παρούσες σαν στρατιωτάκια στο καθήκον», αναφέρει χαρακτηριστικά η Κατερίνα Νικολάου, επισημαίνοντας ότι «η ζωή προχωρούσε, η ζωή δεν περιμένει, ήταν προς το συμφέρον της χώρας η ομαλοποίηση και η πρόοδος». Ωστόσο, υπογραμμίζει, σε κάποια θύματα φόρτωσαν το βάρος της μνήμης, προσθέτοντας ότι η δική της γενιά θυμάται κάποιες γυναίκες, που έγιναν ηρωίδες. «Τις βλέπαμε στις ειδήσεις. Τι απέγιναν», διερωτάται.

«Πίσω λοιπόν από το παράπονο υπάρχει θυμός. Θέλουν έστω να εκφράσουν το παράπονό τους, να βγάλουν από μέσα τους τον πόνο, αφού οι πληγές τους είναι ακόμα ανοιχτές», εξηγεί.

Αναφερόμενη στις προκλήσεις που συνάντησε κατά τη συγγραφή του έργου, η Κατερίνα Νικολάου δηλώνει στο ΚΥΠΕ ότι ήθελε διακαώς να φέρει εις πέρας το έργο, να κλείσει τις ιστορίες σε ένα βιβλίο, σε μια παράσταση και να γυρίσει σελίδα. «Για να το κάνω όμως αυτό, έπρεπε κάθε μέρα να φέρνω ξανά στο μυαλό όλο αυτόν τον πόνο. Μάθαινα καινούργιες πληροφορίες, συναντούσα θύματα που έζησαν φρικτά εγκλήματα, που μέχρι σήμερα τους πνίγουν τα δίκαιά τους. Αυτό ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση», τονίζει.

Έπειτα, προσθέτει, «έπρεπε να πείσω ότι στα πενήντα χρόνια δεν αρκούσε να ανακυκλώνουμε τις μαυρόασπρες φωτογραφίες μας. Έπρεπε να ξύσουμε τις πληγές γιατί μόνο έτσι μπορούμε να τις γιατρέψουμε».

Απαντώντας σε άλλο ερώτημα, η Κατερίνα Νικολάου σημειώνει ότι θα ήθελε όσοι/όσες παρακολουθήσουν την παράσταση «να γνωρίζουν, να ενημερωθούν για τις ιστορίες των ‘’Αγνοημένων’’», υποδεικνύοντας ότι «είναι σημαντικό να προχωρούμε και να προοδεύουμε γνωρίζοντας, όχι εθελοτυφλώντας, όχι μέσα σε άγνοια».

«Το επίσημο αφήγημα του Κυπριακού είναι εξαιρετικά σημαντικό, είναι όμως κουραστικό, γι’ αυτό και βλέπουμε ότι ολοένα και λιγότεροι ασχολούνται», υπογραμμίζει η συγγραφέας. «Εμένα προσωπικά με πληγώνει όταν κάποιος λέει πως ‘’το Κυπριακό έκλεισε’’ ή ‘’λύθηκε’’. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αυτά τα πενήντα χρόνια πέρασαν δύσκολα, που έπρεπε να αρχίσουν από το μηδέν ή ακόμα έμειναν στο μηδέν. Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν», επισημαίνει, παραθέτοντας αυτό που λέει μια από τις ηθοποιούς που πρωταγωνιστεί στον Μονόλογο της βιασθείσας του 1974: «Δεν θέλουμε μνημείο. Μνήμη θέλουμε».

Το θεατρικό έργο «Οι Αγνοημένες», σε σκηνοθεσία του Μάριου Ιωάννου, θα παρουσιαστεί από τις 11 έως τις 13 Οκτωβρίου στο Film Etc. Creative Space, στη Λευκωσία. Ερμηνεύουν με σειρά εμφάνισης οι ηθοποιοί Μαρίνα Μακρή, Κατερίνα Καμπανέλλη, Δήμητρα Χατζηγιάννη, Άννα Φαρμακά και Πέννυ Φοινίρη.

Πηγή: ΚΥΠΕ