Η πιο απαιτητική θέση…

Το ερώτημα αν οι μεγάλοι παίκτες γίνονται και μεγάλοι προπονητές είναι ένα διαχρονικό θέμα συζήτησης στο ποδόσφαιρο και δεν υπάρχει μία σαφής απάντηση, καθώς η μετάβαση από την καριέρα του παίκτη σε αυτή του προπονητή δεν είναι πάντα επιτυχής. Υπάρχουν παραδείγματα και από τις δύο πλευρές: κάποιοι μεγάλοι παίκτες γίνονται εξαιρετικοί προπονητές, ενώ άλλοι δυσκολεύονται να φτάσουν σε παρόμοια ύψη στον νέο τους ρόλο. Αλλοι που δεν έκαναν σχεδόν τίποτα πάνω στο χορτάρι (π.χ. ο Κλοπ και ο Μουρίνιο) σάρωσαν τα πάντα από τους πάγκους. Στην Ελλάδα έχουμε ζήσει και τις δυο κατηγορίες. Δεν είναι λίγοι εκείνοι με το ξακουστό όνομα που τα βρήκαν σκούρα στα μέρη μας. Εδώ είναι Βαλκάνια. Υπομονή δεν υπάρχει. Από την άλλη δεν σημαίνει ότι το μεγάλο όνομα ως παίκτης εγγυάται και θριάμβους ως προπονητής. Οπως βρήκες, όχι όπως έμαθες.

Οποιος βάζει

τα λεφτά…

Ο Κλοντ Μακελελέ είναι το τελευταίο κλασικό παράδειγμα. Πήρε τα πάντα φορώντας ποδοσφαιρικά παπούτσια. Δοκίμασε στην άσημη Εουπεν, αλλά δεν τα κατάφερε με κοστούμι και πινακάκι στα χέρια. Ηρθε στον Αστέρα, αλλά παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα έφυγε νύχτα. Στο ποδόσφαιρο δεν είναι όλα… Πρέμιερ Λιγκ. Ακόμη κι εκεί υπάρχουν θέματα. Δεν είναι ο προπονητής το απόλυτο αφεντικό. Αλλος βάζει τα λεφτά. Πριν απ’ τον Μακελελέ, ήρθε ο Εκτορ Ραούλ Κούπερ στον Αρη έχοντας κοουτσάρει σε τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ και με πλούσιο βιογραφικό σε όλες τις μεγάλες λίγκες της Ευρώπης. Λίγα πράγματα. Ο Μαλεζάνι πήρε ΟΥΕΦΑ και έκανε θραύση στην Ιταλία, αλλά στον Παναθηναϊκό τον θυμούνται μόνο για την έκρηξή του και τα «κάτσο» του ύστερα από ένα (από τα πολλά) αποτυχημένο αποτέλεσμα. Ο Κάτανετς ήταν σούπερ παίκτης της Γιουγκοσλαβίας και της Σαμπντόρια, αλλά δεν μπήκε ποτέ στην ψυχοσύνθεση του Ελληνα μήτε κανενός άλλου εκτός γηπέδου. Εδώ δεν είμαστε… μουσικός σύλλογος (με όλο τον σεβασμό). Το αποτέλεσμα είναι πάνω από όλα (και πού δεν είναι;). Ο Τζενάρο Γκατούζο, ο ιταλός μέσος και παγκόσμιος πρωταθλητής με την Ιταλία το 2006, έγινε γνωστός για τη σκληράδα και το πάθος του ως παίκτης της Μίλαν. Το 2014 ανέλαβε τον ΟΦΗ ως προπονητής. Η παρουσία του ήταν σύντομη, αλλά η ένταση και η αποφασιστικότητά του τον έκαναν αγαπητό στους φιλάθλους της ομάδας, αφήνοντας το δικό του στίγμα, αν και η περίοδός του στον σύλλογο δεν ήταν χωρίς δυσκολίες. Δεν προσαρμόστηκε ποτέ και πουθενά μέχρι σήμερα. Ο Φατίχ Τερίμ, ο περίφημος «αυτοκράτορας», τελικά «έφυγε νύχτα» από τον Παναθηναϊκό, ενώ ο διάσημος Κλαούντιο Ρανιέρι δεν κατάφερε τίποτα στην Εθνική πριν πάρει την Πρέμιερ Λιγκ με τη Λέστερ. Ο Χουμπ Στέφενς έγραψε ιστορία σε Ολλανδία και Γερμανία, αλλά στον ΠΑΟΚ ήταν σαν μη δούλεψε ποτέ. Το αυτό με Ιγκορ Τούντορ, Αρι Χάαν στον Δικέφαλο του Βορρά και τον Μπερντ Κράους πιο παλιά στον Αρη. Ο Χενκ Τεν Κάτε ήρθε με τα παράσημα της Μπαρτσελόνα μα στο Τριφύλλι δεν έκανε σχεδόν τίποτε. Η αλαζονική συμπεριφορά του τον καταδίκασε για πάντα. Μια από τα ίδια για τον Γιορένς Σέρα Φερέρ στην ΑΕΚ. Από μια άλλη οπτική, η μετάβαση από τη λαμπρή καριέρα ενός ποδοσφαιριστή στην προπονητική δεν είναι πάντα εύκολη. Αρκετοί σπουδαίοι παίκτες δεν κατάφεραν να επαναλάβουν την επιτυχία τους στους πάγκους. Δεν είναι όλοι Ζιντάν και Γκουαρντιόλα.

Γλιτώσαμε, και εμείς, και αυτοί

Ο θρυλικός Ντιέγκο Μαραντόνα πρώτος από όλους. Ανέλαβε την Εθνική Αργεντινής το 2008 και αν και η ομάδα προκρίθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010, η πορεία τους τελείωσε με μια βαριά ήττα από τη Γερμανία με 4-0. Αργότερα, είχε θητείες σε διάφορες μικρότερες ομάδες, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να έχει διαρκή επιτυχία στον πάγκο. Ο Τιερί Ανρί, θρύλος με την Αρσεναλ και την Εθνική Γαλλίας, απογοητεύει στους πάγκους. Ο Γκάρι Νέβιλ, βασικό μέλος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Φέργκιουσον απέτυχε παταγωδώς, όπως και ο Ρόι Κιν. Ομοίως ο Αλαν Σίρερ με τη Νιούκαστλ, ο Τόνι Ανταμς ή ακόμη ο Κλάρενς Ζέεντορφ. Μήτε στην Ευρώπη ούτε στην Αφρική. Ο Αντρέα Πίρλο επιμένει χωρίς επιτυχία να κάνει τον τεχνικό. Δεν έμαθε τίποτα από τον Λόταρ Ματέους. Κανείς δεν ήλθε στην Ελλάδα, αλλά μάλλον γλιτώσαμε αυτοί από εμάς και εμείς από εκείνους.