«Ο Καζαντζάκης στην Αυστραλία!»)

ΜΕΡΟΣ Α΄

Πριν μερικούς μήνες κυκλοφόρησε στην Αυστραλία ένας αφιερωματικός δίγλωσσος τόμος (ελληνικά – αγγλικά) 193 σελίδων για τον διεθνώς καταξιωμένο Έλληνα συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη, με τίτλο «Kazantzakis in Australia!» («Ο Καζαντζάκης στην Αυστραλία!»), Σίδνεϊ 2024. Ο εν λόγω σύμμεικτος τόμος εκδόθηκε από τη Διεθνή Εταιρεία Νίκου Καζαντζάκη – Παράρτημα Σίδνεϊ, τον επιμελήθηκε ο πανεπιστημιακός Δρ Βασίλης Αδραχτάς, και συμπεριλαμβάνει 6 κείμενα των εξής μελετητών του Κρητικού συγγραφέα: Γιάννη Βασιλακάκου, Howard F. Dossor, Γιώργου Στασινάκη, Alfred Vincent, Arthur Stephen Comino και Βασίλη Αδραχτά. Όπως επισημαίνεται, μεταξύ άλλων στο οπισθόφυλλο, «[Τα κείμενα του τόμου] αντανακλούν τρόπον τινά την παρουσία του Καζαντζάκη στην Αυστραλία, παρόλη την απουσία του…» Από την πρώτη, εκτενέστερη, μελέτη των 47 σελίδων του Γιάννη Βασιλακάκου, η οποία ασχολείται με την αμφίσημη κι επίμαχη σχέση του Καζαντζάκη με τη Λακωνία, και ιδιαίτερα τη Μάνη, παρουσιάζουμε δειγματοληπτικά τα χαρακτηριστικότερα αποσπάσματα σε δύο συνέχειες.

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Τον Καζαντζάκη, ως συγγραφέα, τον πρωτογνώρισα σε εφηβική ηλικία εντρυφώντας στο γνωστότερο και δημοφιλέστερο, παγκοσμίως, μυθιστόρημά του «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» (6η έκδοση, Εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1964). Έργο το οποίο «[…] έχει συμβάλλει περισσότερο από κάθε άλλο έργο στη φήμη του, ιδίως μετά τη μεταφορά του στον κινηματογράφο από τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη. Η ταινία “Zorba the Greek” άνοιξε διάπλατα τον δρόμο, σε παγκόσμιο επίπεδο, της γνωριμίας του κοινού όχι μόνο με τον συγγραφέα, τον Νίκο Καζαντζάκη, αλλά και με τον ήρωά του, Αλέξη Ζορμπά» (Στασινάκης, 2017:9). Ήταν ένα απ’ τα πρώτα ελληνικά μυθιστορήματα που διάβασα – αν όχι το πρώτο – το οποίο, οφείλω να ομολογήσω, με σφράγισε κυριολεκτικά. Και ως αναγνώστη αλλά και ως εκκολαπτόμενο (την εποχή εκείνη) συγγραφέα. Ήταν όντως μια αλησμόνητη εμπειρία, η γοητεία της οποίας με ακολουθεί έως σήμερα. Αν κι έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες από τότε, και στο διάστημα αυτό έχω προβληματιστεί πολύ με το «φαινόμενο Καζαντζάκη», συνεχίζω να θεωρώ το προαναφερθέν μυθιστόρημά του ως μοναδικό και αξεπέραστο. Όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για την παγκόσμια λογοτεχνία, καθώς εξακολουθεί να με γοητεύει και συγκινεί. Αυτό, εν μέρει, οφείλεται και στο γεγονός ότι ανέκαθεν ταύτιζα – υποσυνείδητα – το εν λόγω αριστουργηματικό έργο του Κρητικού συγγραφέα με την ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Μάνη. Διότι παρόλο που το όλο σκηνικό του μυθιστορήματος αυτού είναι στημένο στην Κρήτη , στην πραγματικότητα η σχέση και συνεργασία του Καζαντζάκη με τον Ζορμπά και όλα τα δρώμενα του μυθιστορήματος είναι εμπνευσμένα από τη Μάνη και την εξωτική ομορφιά της και όχι από την Κρήτη την οποία επικαλείται. Άλλωστε «[…] ο ήρωας του βιβλίου (και της ταινίας) είναι αναμφισβήτητα προϊόν μυθοπλασίας, ωστόσο η μυθοπλασία έχει την πηγή της σε μια απτή πραγματικότητα: τη γνωριμία και τη φιλία του Καζαντζάκη, ενός μεγάλου διανοούμενου, με έναν απλό και σχεδόν αγράμματο εργάτη, τον Γιώργη Ζορμπά που ήταν όμως προικισμένος από τη φύση με σπάνιες ικανότητες» (Στασινάκης, 2017:9). Αν κι επρόκειτο για μια, κατά τα άλλα, λογοτεχνικά θεμιτή «παραχάραξη» ένεκα «ποιητικής αδείας» εκ μέρους του συγγραφέα, δεν έπαυε εξαρχής να με ενοχλεί αυτό το ζήτημα – μαζί με άλλα αρνητικά συναισθήματα για τον άνθρωπο και τον δημιουργό. Την εποχή εκείνη, βέβαια, λόγω ηλικίας, απειρίας κι έλλειψης πηγών, αδυνατούσα να κατανοήσω κι εξηγήσω τους λόγους που ανάγκασαν τον συγγραφέα του «Ζορμπά» να προβεί σε μια τέτοια λογοτεχνικά θεμιτή μεν, αήθη δε απρέπεια. Κι όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο το ερώτημα αυτό συνέχιζε να με απασχολεί εντονότερα, μαζί με άλλα συναφή ερωτήματα, όπως για παράδειγμα: Ποια ήταν ακριβώς η πραγματική σχέση του διάσημου Κρητικού συγγραφέα με τη Μάνη και τους κατοίκους της;

Ώσπου το Γενάρη του 1988, τύχη αγαθή, γνώρισα τον πρώτο Έλληνα εκδότη των βιβλίων του Καζαντζάκη, φίλο του τελευταίου και συμπατριώτη μου (Μανιάτη) Γιάννη Γουδέλη στην Αθήνα. Στη μακροσκελή συνέντευξη που μου παραχώρησε, μεταξύ άλλων, τον είχα ρωτήσει: «Ποια είναι η σχέση του Καζαντζάκη με τη Μάνη και τους Μανιάτες; Τους αγαπούσε;» Η απάντησή του ήταν κατηγορηματική:

«Αν τους αγαπούσε! Αφού όταν πήγαινα και συναντιόμασταν συχνά […] με ρωτούσε [γιατί] αγαπούσε τους Μανιάτες. […] Λοιπόν, του είχε κάνει βαθύτατη εντύπωση η Μάνη. Όταν τον ρώτησα: “Γιατί τον Ζορμπά δεν τον τοποθετείτε στο φυσικό του περιβάλλον, δηλαδή τη Μάνη;” μου λέει: “Δεν μπορούσα να τον κινήσω τον Ζορμπά στη Μάνη. Δεν ήξερα τους χώρους. Κάθισαμε βέβαια, ένα-δυο χρόνια τότε και ήμουνα περισσότερο απασχολημένος με το λιγνιτωρυχείο της Πραστοβάς. Αλλά δεν μπόρεσα να συλλάβω το χώρο, και το μυθιστόρημα θέλει χώρο για να ξετυλιχθεί. Γι’ αυτό τον έβαλα στην Κρήτη που ήξερα πολύ καλλίτερα”» (Βασιλακάκος, 2018:197)

Η παραπάνω απάντηση του δημιουργού του «Ζορμπά», όσο φαινομενικά λογική κι αν ακουγόταν, δεν με έπειθε απολύτως. Απεναντίας, τα ερωτήματα αναφορικά με τη σχέση του Καζαντζάκη με τη Μάνη και τους κατοίκους της αντί να μειώνονται, παραδόξως, πολλαπλασιάζονταν κι εντείνονταν. Ώσπου φτάνουμε αισίως στο 2017, έτος έκδοσης του βιβλίου του Γιώργου Στασινάκη (Εισαγωγή Θανάσης Αγάθος) με τίτλο: «Καζαντζάκης – Ζορμπάς: Μια αληθινή φιλία», εκδ. Καστανιώτη. Το βιβλίο αυτό πέφτει στα χέρια μου το 2021 (τέσσερα χρόνια μετά την έκδοσή του), με αποτέλεσμα να αναμοχλεύσει τις απορίες μου πυροδοτώντας εκ νέου τα αναπάντητα ερωτήματα που με απασχολούσαν από παλιά.

Αν και κύρια θεματολογία του τομιδίου αυτού ήταν η σχέση Καζαντζάκη – Ζορμπά, εντούτοις έθιγε αναπόφευκτα και το καίριο ζήτημα που με αφορούσε άμεσα, δηλαδή της σχέσης Καζαντζάκη – Μάνης (κατοίκων της). Αν μη τι άλλο, το πόνημα του Γιώργου Στασινάκη αποτέλεσε το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσα να κινηθώ και το οποίο, υποσυνείδητα, αναζητούσα για καιρό. Κύριο δε εφαλτήριο του παρόντος δοκιμίου υπήρξε το παρακάτω μεστό απόσπασμα του Παναγιώτη Φωτέα, στο τέλος του προαναφερθέντος βιβλίου:

«Η επιχείρηση [Καζαντζάκη – Ζορμπά] όμως, δεν πήγαινε καλά. […] Στα 1918 το μεταλλείο έκλεισε. Έτσι χώρισαν οι δρόμοι [τους]. Δεν ξανάρθε ποτέ στη Μάνη ο Καζαντζάκης. Και τοποθέτησε όσα έζησε εδώ, στην Κρήτη. Σκέπτομαι πόσο βαθιά διαπερνούν τις γενεές αυτά τα συλλογικά βιώματα. Είναι περήφανοι που μπορούν να οδηγούν τους ξένους στον όρμο Καζαντζάκη, όπως δείχνει η πινακίδα του Τουρισμού των αξιοθέατων, αλλά είναι στο βάθος πολύ πικραμένοι που ο μεγάλος Κρητικός αγνόησε τόσο βάναυσα τη Μάνη, που του έδωσε αγάπη και αγνούς φίλους. Σ’ όλο το έργο πουθενά δεν αναφέρεται (χωρίς να είμαι βέβαιος) από την πολύμηνη ζωή του εκεί. Μόνο στην «Αναφορά στον Γκρέκο» γράφει στα πεταχτά ότι ακόμη θυμάται τη μυρωδιά ενός πεπονιού στην Καλαμάτα. Γιατί; Ήταν μεγάλος τοπικιστής, ή ήταν επειδή του έδωσε η Μάνη… κακό κάρβουνο;» (Στασινάκης, 2017:108).

Πριν θίξουμε όμως αυτό το κύριο ζήτημα κι ερώτημα (της σχέσης Καζαντζάκη – Μάνης (κατοίκων της) και γιατί τους αγνόησε και περιφρόνησε τόσο ανάλγητα, τη στιγμή που, συγγραφικά, επωφελήθηκε τα μέγιστα απ’ αυτούς), χρήσιμο είναι να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στη σχέση Καζαντζάκη – Λακωνίας.

(Συνεχίζεται)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(Σημ. Όπου δεν αναφέρεται διαφορετικά, ο τόπος έκδοσης είναι η Αθήνα)

Αγάθος Θανάσης (2007), «Από το “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” στο Zorba the Greek», Αιγόκερως.

Αναπλιώτης Γιάννης (2003), «Ο αληθινός Ζορμπάς κι ο Νίκος Καζαντζάκης», Δρόμων.

Αρκουδέας Κώστας (2015), «Το χαμένο Νόμπελ: Μια αληθινή ιστορία», Εκδόσεις Καστανιώτη.

Βασιλακάκος Γιάννης (2018), «Η περιπέτεια της γραφής: Καταθέσεις/Μαρτυρίες 27 Ελλήνων πρωταγωνιστών», Εκδόσεις Οδός Πανός.

Γουδέλης Γιάννης (1987), «Ο Καζαντζάκης ξανασταυρώνεται», Δίφρος.

Ζωγράφου Λιλή (1981), «Νίκος Καζαντζάκης: Ένας τραγικός», 4η έκδοση, Εκδόσεις Αστέρι.

Καζαντζάκης Νίκος (1964), «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», Εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη.

Καζαντζάκης Νίκος (2018), «Ταξιδεύοντας: Ιταλία – Αίγυπτος – Σινά – Ιερουσαλήμ – Κύπρος – Ο Μοριάς», Ειδική έκδοση για το «Πρώτο θέμα».

Καζαντζάκη Ελένη (1977), «Νίκος Καζαντζάκης: Ο ασυμβίβαστος», Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη.

Κατσίκα Αθανασία (2019), «Ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957) και η πολιτεία του στη Στούπα» (Αδημοσίευτη Διατριβή Μεταπτυχιακής Ειδίκευσης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών), Καλαμάτα.

Πρεβελάκης Παντελής (1984), «Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη», β΄ έκδοση, Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη.

Στασινάκης Γιώργος (2017), «Καζαντζάκης – Ζορμπάς: Μια αληθινή φιλία» (Εισαγωγή: Θανάσης Αγάθος), Εκδόσεις Καστανιώτη.

*Ο Δρ Γιάννης Βασιλακάκος είναι πανεπιστημιακός (νεοελληνιστής). Δίδαξε επί μια 30ετία στα πανεπιστήμια Deakin και RMIT της Μελβούρνης. Έχει δημοσιεύσει 26 αυτοτελή βιβλία (μυθοπλασία, θέατρο, βιογραφίες, δοκίμια-κριτικές) και 5 μεταφρασμένα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ορισμένα έχουν γίνει μπεστ σέλερ και διδάσκονται σε λύκεια και πανεπιστήμια της Ελλάδας και της Αυστραλίας. Έχει τιμηθεί με 7 λογοτεχνικές χορηγίες απ’ την Αυστραλιανή Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και 2 ερευνητικές (Πανεπιστήμιο Μελβούρνης).Υπήρξε συνιδρυτικό μέλος της Πολυπολιτισμικής Λογοτεχνίας στην Αυστραλία, ενώ διετέλεσε δύο φορές εκλεγμένος συντονιστής του Παγκόσμιου Πολιτιστικού Δικτύου του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού – Ωκεανίας (1999-2006). Αρθρογραφούσε στα «Νέα» των Αθηνών.

The post «Ο Καζαντζάκης στην Αυστραλία!») appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.