Τι πήρε ο Ερντογάν, τι δεν πήρε ο Σoλτς

Η δεύτερη επίσκεψη του γερμανού καγκελαρίου Ολαφ Σολτς στην Τουρκία ήταν σύντομη αλλά καρποφόρα, τουλάχιστον για την Τουρκία. Πιστοποίησε τη στροφή της Γερμανίας στην προμήθεια όπλων στην Τουρκία, παρά το χάσμα που τους χωρίζει στην κρίση στη Μέση Ανατολή και το Ισραήλ, αλλά και τις διαφορές στο Μεταναστευτικό.Το μόνο απτό αποτέλεσμα από τη συνάντηση του Ολαφ Σολτς με τον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν το περασμένο Σάββατο στην Κωνσταντινούπολη αφορά την προμήθεια όπλων στην Τουρκία. «Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ και γι’ αυτό παίρνουμε πάντα αποφάσεις για να διασφαλίζουμε ότι γίνονται συγκεκριμένες παραδόσεις» είπε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος στις κοινές δηλώσεις του με τον τούρκο πρόεδρο. «Αυτό είναι αυτονόητο» πρόσθεσε ο Σολτς.

«Αυτονόητο» δεν ήταν μέχρι τώρα. Για αυτό και η δήλωση του καγκελαρίου συνιστά σημαντική αλλαγή πλεύσης στη γραμμή που ακολουθούσε η Γερμανία τα τελευταία χρόνια. Αυτό αποτυπώνεται ιδιαίτερα στο ζήτημα των αεροσκαφών Eurofighter. Η Τουρκία, μετά τον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα των αμερικανικών F-35, επιδιώκει την αγορά 40 Eurofighter Typhoon. To μαχητικό αεροσκάφος είναι συμπαραγωγή Γερμανίας, Ισπανίας, Ιταλίας, Βρετανίας. Ενώ οι τρεις άλλες χώρες συμφωνούν, φρένο στην πώληση των αεροσκαφών έβαζε η Γερμανία, μέχρι τώρα.

Δεν βάζει πλέον. Στην Κωνσταντινούπολη, ο γερμανός καγκελάριος δεν έδωσε συγκεκριμένη υπόσχεση, αλλά άναψε το πράσινο φως για τα Eurofighter. Το θέμα της αγοράς των αεροσκαφών «βρίσκεται ακόμη στην αρχή», είπε o Σολτς, «αλλά θα επιταχυνθεί από τη Βρετανία» που κάνει τη διαπραγμάτευση με την Τουρκία. Ο Ερντογάν, ο οποίος πριν από έναν χρόνο έλεγε στον Σολτς στο Βερολίνο ότι «υπάρχουν και άλλοι που παράγουν σύγχρονα αεροσκάφη», εμφανίστηκε ικανοποιημένος στην Κωνσταντινούπολη. «Επιτέλους αφήνουμε πίσω μας τα προβλήματα του παρελθόντος με τις προμήθειες όπλων» είπε ο Ερντογάν, αναγνωρίζοντας προσπάθειες του αξιότιμου φίλου μου Σολτς».

Πύραυλοι, τορπίλες και ανταλλακτικά

Η Γερμανία είχε περιορίσει δραστικά τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία από το 2016 μετά την εισβολή τουρκικών στρατευμάτων στη Βόρεια Συρία και τις επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων. Η διακοπή των προμηθειών αιτιολογούνταν με την επιδείνωση της κατάστασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και με την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας, όπως οι απειλές του Ερντογάν για τουρκική απόβαση σε ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και πυραύλους εναντίον της Αθήνας.

Τον τελευταίο χρόνο οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπήκαν σε φάση ύφεσης. Και ενώ το 2023 η αξία των γερμανικών εξαγωγών όπλων στην Τουρκία ήταν μόλις 1,2 εκατομμύρια ευρώ, το τρέχον έτος καταγράφεται ραγδαία αύξησή τους. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του γερμανικού τύπου, η γερμανική κυβέρνηση έχει εγκρίνει τις εξαγωγές για 100 πυραύλους θαλάσσης – αέρος κόστους περίπου 100 εκατομμυρίων ευρώ, για 28 τορπίλες αξίας 156 εκατομμυρίων ευρώ, την προμήθεια υλικών εκσυγχρονισμού τουρκικών υποβρυχίων αξίας 79 εκατομμυρίων ευρώ και εξαρτήματα κινητήρων κορβετών. Το συνολικό κόστος των εγκεκριμένων εξαγωγών υπολογίζεται στα 336 εκατομμύρια ευρώ.

Με άδεια χέρια στο Μεταναστευτικό

Ενώ ο Ερντογάν πήρε το πράσινο φως για τα Eurofighter, ο Σολτς επέστρεψε με άδεια χέρια στο κρίσιμο για τον ίδιο και τη Γερμανία Μεταναστευτικό – Προσφυγικό. Περίπου 16.000 τούρκοι υπήκοοι είναι σήμερα προς άμεση απέλαση από τη Γερμανία, καθώς έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου που υπέβαλαν στις γερμανικές Αρχές. Στην πλειονότητά τους πρόκειται για κουρδικής καταγωγής Τούρκους. Από αυτούς, περίπου 200 μεταφέρθηκαν στην Τουρκία στα τέλη Σεπτεμβρίου. Για τους υπόλοιπους ωστόσο δεν υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα επιστροφής τους.

Η Αγκυρα συνδέει το Μεταναστευτικό με τη διευκόλυνση της παροχής βίζας από την ΕΕ στους τούρκους υπηκόους. Η υπόσχεση αυτή δόθηκε με τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας στην προσφυγική κρίση το 2016, υπό τον όρο ότι και η Τουρκία θα σταματήσει τις διώξεις αντιπάλων του Ερντογάν.

Στην Κωνσταντινούπολη, ούτε ο Σολτς ανέλαβε συγκεκριμένες δεσμεύσεις στο θέμα της βίζας που ενδιαφέρει πολλούς συγγενείς των Τούρκων που ζουν στη Γερμανία. Περιορίστηκε στη διαβεβαίωση ότι η Γερμανία θα επιταχύνει τις διαδικασίες χορήγησης βίζας.