Διπλή απειλή από ξηρασία και πλημμύρες

Το νερό είναι απαραίτητο συστατικό για να υπάρχει ζωή στον πλανήτη. Γι’ αυτό, όμως, έχει και την ικανότητα να την απειλήσει – ή ακόμη και να προκαλέσει πολέμους.

Είναι χαρακτηριστικό λοιπόν ότι ενώ από τη μία βρισκόμαστε πλέον στα τέλη Οκτωβρίου, τα «πρωτοβρόχια» δεν έχουν ακόμα πέσει στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Κυκλάδων, της κατ’ εξοχήν ξηρότερης περιοχής της Ελλάδας, όπου οι κάτοικοι έχουν πλέον στραφεί σε… ανώτερες δυνάμεις, πραγματοποιώντας λιτανείες και δεήσεις προκειμένου να μπει τέλος στην ανομβρία. Αλλά και της κοσμικής Αράχοβας, όπου επιβλήθηκε διακοπή υδροδότησης κατά το τριήμερο της 28ης Οκτωβρίου, από τη μία μετά τα μεσάνυχτα μέχρι τις 6 το πρωί, ενώ υδροφόρες φέρνουν νερό από τον Μόρνο.

Στην Αττική έχει βρέξει μέχρι στιγμής μόλις δύο φορές μετά το τέλος του – παντελώς άνυδρου – καλοκαιριού, με αποτέλεσμα τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ να ξεπερνούν μετά βίας τα 600 εκατ. κυβικά μέτρα, με την ημερήσια κατανάλωση να υπολογίζεται περίπου στα 2 εκατ. κυβικά μέτρα. Μπορεί λοιπόν να μην κινδυνεύουμε άμεσα από την απόλυτη λειψυδρία στην Αττική, καθώς ο μηδενισμός των αποθεμάτων απαιτεί περίπου 300 ακόμα ημέρες ανομβρίας, όμως η κατάσταση είναι κρίσιμη. Τα αποθεματικά της ΕΥΔΑΠ σε Μόρνο, Υλίκη, Εύηνο και Μαραθώνα είναι σήμερα στο χαμηλότερό τους επίπεδο από το καλοκαίρι του 2008.

Ακραία φαινόμενα

Από την άλλη, όμως, μαζί με την ξηρασία τα τελευταία χρόνια βλέπουμε να εκδηλώνονται με αυξημένη συχνότητα και καταστροφικές νεροποντές, με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουν ολόκληρες περιοχές, απειλώντας ζωές και περιουσίες. Το διπλό χτύπημα που δέχθηκε η Θεσσαλία από τις κακοκαιρίες «Ιανός» και «Ντάνιελ» το 2020 και το 2023 αντίστοιχα αποτελεί πιθανότατα το πιο σημαντικό «καμπανάκι» που έχει χτυπήσει η κλιματική αλλαγή στη χώρα μας – ενώ πρόσφατα ανάλογες σκηνές έζησαν η Κεντρική και η Βόρεια Ευρώπη.

Ακόμα και στην Αττική, έχουν παρατηρηθεί ακραία φαινόμενα, με τις πλημμύρες της Μάνδρας το 2017 να είναι η φονικότερη φυσική καταστροφή των τελευταίων χρόνων στην περιοχή της πρωτεύουσας. Φέτος, η καταρρακτώδης βροχή που έφερε η κακοκαιρία «Atena» στις αρχές Σεπτεμβρίου πλημμύρισε το κέντρο της πρωτεύουσας μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Ενδεικτικό ότι στους Αμπελοκήπους έπεσαν 32 χιλιοστά νερού σε μόλις 50 λεπτά.

«Αντιμετωπίζουμε μια διπλή απειλή από ξηρασία και πλημμύρες. Πρόκειται για τις δύο όψεις του νομίσματος, της κλιματικής αλλαγής» υπογραμμίζει μιλώντας στα «ΝΕΑ» η Ελισάβετ Φελώνη, υδρολόγος και διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Οπως επισημαίνει, από τη μία έχουμε κλιματική ξηρασία που οδηγεί στην υδρολογική ξηρασία, με αποτέλεσμα τη μείωση των αποθεμάτων νερού, που στην ακραία της μορφή γίνεται λειψυδρία, δηλαδή αδυναμία πλήρους κάλυψης της ζήτησης. «Ταυτόχρονα, τα κλιματικά μοντέλα δείχνουν ότι αυξάνονται η ένταση και η συχνότητα των ραγδαίων βροχοπτώσεων που προκαλούν φαινόμενα πλημμύρας».

Αύξηση της θερμοκρασίας και όλο πιο ξηρό κλίμα

Η κλιματική αλλαγή έχει μεταβάλει σημαντικά τις καιρικές συνθήκες στη χώρα μας, με βασικά χαρακτηριστικά την αύξηση της θερμοκρασίας και το όλο και πιο ξηρό κλίμα. «Φέτος καταγράφηκε ο πιο ζεστός χειμώνας (Ιανουάριος – Μάρτιος) από όταν ξεκίνησαν οι καταγραφές» τονίζει ο μετεωρολόγος και διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ) Κώστας Λαγουβάρδος. Μάλιστα, σημειώνει ότι ήταν πολύ περιορισμένες και οι χιονοπτώσεις, που είναι σημαντικότατες καθώς αποδίδουν σημαντικές ποσότητες νερού με ήπιο τρόπο. «Σε πολλές περιοχές της χώρας έχει να βρέξει περισσότερους από 5-6 μήνες, ενώ αναμένεται ο Οκτώβριος να ολοκληρωθεί χωρίς καθόλου βροχές» προσθέτει και προειδοποιεί πως «αν δεν αλλάξει τον Νοέμβριο, το πρόβλημα της λειψυδρίας θα είναι εντονότερο κατά τους ξηρούς μήνες του 2025».

Οπως σημειώνει ο διευθυντής ερευνών του Αστεροσκοπείου, η ξηρασία είναι μεγάλο πρόβλημα ειδικά στα ανατολικά και τα νότια της χώρας: Αττική, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Νότια Κρήτη. Στη Δυτική Ελλάδα τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει ζήτημα ακόμα κι εκεί. Αλλωστε, οι ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ τροφοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από το δυτικό τμήμα της χώρας, όμως η μείωση στους ταμιευτήρες σε σχέση με πέρυσι υπολογίζεται πέριξ του 30%. «Το νερό πέφτει στο δυτικό τμήμα της χώρας, όμως οι μεγάλες ανάγκες είναι στο ανατολικό και συγκεκριμένα σε Αττική και Θεσσαλία, λόγω μεγάλου πληθυσμού και καλλιεργειών» συμπληρώνει η Ελισάβετ Φελώνη.

Ο Κώστας Λαγουβάρδος εξηγεί: «Η λειψυδρία δεν έχει να κάνει μόνο με το πόσο νερό θα πέσει από βροχές, αλλά και με την ποσότητα που ζητάμε, ειδικά στις παραδοσιακά ξηρότερες περιοχές όπως είναι η Νότια Κρήτη και οι Κυκλάδες. Η ζήτηση έχει εκτοξευθεί λόγω του τουρισμού και της κατασκευής όλο και περισσότερων σπιτιών». Μάλιστα, προτείνει πως θα πρέπει να τεθούν συγκεκριμένα όρια στην κατανάλωση νερού, ειδικά στα νησιά. Εξάλλου, ο μετεωρολόγος σημειώνει ότι 80-85% του νερού που καταναλώνουμε στην Ελλάδα κατευθύνεται στην αγροτική παραγωγή. «Χρειάζεται ανασχεδιασμός της παραγωγής, ειδικά με την εισαγωγή της έξυπνης γεωργίας, προκειμένου να περιοριστούν οι σπατάλες. Μέχρι στιγμής, γίνονται αποσπασματικές κινήσεις. Πρέπει όμως αυτές να συστηματοποιηθούν, με τη συμμετοχή και του κράτους».

Το φθινόπωρο καταγράφονται τα περισσότερα πλημμυρικά επεισόδια με απώλεια ζωής

Η ξηρασία όμως δεν αναμένεται να συνεχιστεί επ’ άπειρον. «Ο Νοέμβριος και ο Δεκέμβριος δίνουν τα μεγαλύτερα ύψη βροχής» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Λαγουβάρδος. Ταυτόχρονα, όμως, το φθινόπωρο καταγράφονται και οι περισσότερες και φονικότερες πλημμύρες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΑΑ και του meteo.gr, ο Οκτώβριος είναι στατιστικά ο μήνας με τα περισσότερα πλημμυρικά επεισόδια με απώλεια ζωής από το 1980 έως σήμερα, με 15 περιστατικά. Τον Νοέμβριο έχουν καταγραφεί 11 πλημμυρικά επεισόδια με απώλεια ζωής, όμως είναι ταυτόχρονα ο πιο πολύνεκρος μήνας των τελευταίων 45 ετών από τέτοια φαινόμενα, με 41 θύματα. «Οι ισχυρές βροχοπτώσεις αποτελούν τη σημαντικότερη φυσική καταστροφή στην Ελλάδα. Το 60-65% των θανάτων από καιρικά φαινόμενα οφείλονται σε πλημμύρες» λέει ο διευθυντής ερευνών του ΕΑΑ.

«Τα κλιματικά μοντέλα δείχνουν ότι αυξάνεται η ένταση και η συχνότητα των φαινομένων πλημμύρας. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχουμε μεγάλες πλημμύρες κάθε χρόνο, όμως σε σύγκριση με παλαιότερα, είναι αυξημένη η πιθανότητα» υπογραμμίζει η Ελισάβετ Φελώνη. «Επιπλέον, υπάρχουν μοντέλα που δείχνουν ότι ακόμα και σε περιοχές που το συνολικό ύψος των βροχών αναμένεται να μείνει ίδιο ή και να μειωθεί, η βροχή που πέφτει σε ένα 24ωρο αναμένεται να σημειώσει αύξηση» συνεχίζει η υδρολόγος. «Σίγουρα σε αυτήν την εξέλιξη παίζει ρόλο και η κλιματική αλλαγή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχαμε πάντα τέτοια φαινόμενα» προσθέτει ο Κώστας Λαγουβάρδος. Οπως υποστηρίζει ο ίδιος, αυτό δεν είναι ένα ελληνικό φαινόμενο, αλλά παγκόσμιο, και παρατηρείται ειδικά στις πόλεις.

Χρειάζονται υποδομές

Προκειμένου να ανταπεξέλθουν πόλεις και χωριά στην απειλή των πλημμυρών, όμως, είναι απαραίτητη η ύπαρξη των απαραίτητων υποδομών. Η Ελισάβετ Φελώνη εξηγεί: «Η κλασική αντιμετώπιση θέλει μεγάλα φράγματα πολλαπλού σκοπού για τη συγκράτηση, την αποθήκευση και τη διοχέτευση των υδάτων. Ωστόσο, καθώς αυτά τα έργα είναι πολύ μεγάλα και χρονοβόρα, σήμερα προωθούνται άλλες εναλλακτικές, με μικρότερες τοπικές παρεμβάσεις. Ομως κι αυτές δεν επαρκούν πάντοτε. Επί παραδείγματι, στη Θεσσαλία χρειάζονται μεγάλες υποδομές προκειμένου να προστατευθούν οι καλλιέργειες και ταυτόχρονα να υπάρχει τρόπος αποθήκευσης και ανακύκλωσης του νερού για να καλύψει τις ανάγκες για νερό τους καλοκαιρινούς μήνες».

Αλλωστε, για να προστατευθεί η ανθρώπινη ζωή είναι κρίσιμη η σωστή πρόβλεψη, αλλά και ο σχεδιασμός πολιτικής προστασίας. «Πρέπει να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι στις προβλέψεις μας» λέει ο Κώστας Λαγουβάρδος και προσθέτει: «Αν ξέρουμε ότι αύριο θα έχει ισχυρές βροχές, που εν δυνάμει θα προκαλέσουν πλημμύρες, πρέπει να μπορούμε να προσδιορίσουμε ποιες λεκάνες θα πλημμυρίσουν προκειμένου να πληροφορηθούν εγκαίρως και οι κάτοικοι. Για παράδειγμα, οι περιοχές γύρω από τον Κηφισό και γύρω από τον Πηνειό ξέρουμε ότι διατρέχουν κίνδυνο όταν σημειώνονται έντονες βροχοπτώσεις σε Αττική και Θεσσαλία αντίστοιχα».