Τρόπους υλοποίησης απόφασης ΕΔΑΔ για αγνοούμενους συζήτησαν συμμετέχοντες σε ημερίδα – «Θέμα Αγνοουμένων Κύπρου – Απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ημερ. 10 Μαΐου 2001 (προσφυγή Κύπρος ν Τουρκία αρ. 25781/94)»
Εισηγήσεις για υλοποίηση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) στην τέταρτη Διακρατική Προσφυγή της Κυπριακής Δημοκρατίας εναντίον της Τουρκίας, όσον αφορά το ζήτημα των αγνοουμένων διατύπωσαν ομιλητές σε ημερίδα για το θέμα, η οποία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, στη Λευκωσία. Ζήτησαν τη συνεργασία της Τουρκίας και την άσκηση επιρροής προς την Άγκυρα από άλλες δυνάμεις, αλλά και επιτάχυνση του έργου της ΔΕΑ για να δοθούν απαντήσεις για τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων.
Η ημερίδα «Θέμα Αγνοουμένων Κύπρου – Απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ημερ. 10 Μαΐου 2001 (προσφυγή Κύπρος ν Τουρκία αρ. 25781/94)», διοργανώθηκε από το Γραφείο της Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, την Παγκύπρια Οργάνωση Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων, την Πανελλήνια Επιτροπή Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων κατά την Κυπριακή Τραγωδία και το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.
Ο Πρόεδρος της Παγκύπριας Οργάνωσης Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων, Νίκος Σεργίδης, καλωσορίζοντας τους παρευρισκόμενους, ανέφερε ότι η απόφαση του ΕΔΑΔ ημερομηνίας 10 Μαΐου 2001 δεν έχει τύχει εφαρμογής «στο κυρίαρχο για εμάς θέμα, που είναι η διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων, ούτε και στο θέμα της καταβολής των ηθικών αποζημιώσεων που έχει επιδικάσει το Δικαστήριο προς τις οικογένειες τους».
Αυτός είναι κατ’ εξοχήν ο λόγος της διοργάνωσης της σημερινής ημερίδας, είπε, να ακουστούν απόψεις και εισηγήσεις που θα μπορούσαν να ίσως να βοηθήσουν στην εφαρμογή της απόφασης και κατ’ επέκταση των αποφάσεων του Δικαστηρίου που αφορούν τόσο την Κύπρο αλλά και άλλα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ).
Αντιλαμβανόμαστε, πρόσθεσε, ότι όλα αυτά τα χρόνια πως τα πράγματα δεν είναι ούτε απλά ούτε εύκολα, αφού δεν υπάρχουν, ούτε η θετική ανταπόκριση της Τουρκίας, ούτε ο ενδεδειγμένος μηχανισμός επιβολής των αποφάσεων του Δικαστηρίου. «Όμως παράλληλα θέλουμε να ελπίζουμε πως υπάρχουν τρόποι που θα μπορούσαν τόσο στα πλαίσια του ΣτΕ, όσο και στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να βοηθήσουν», είπε.
Σημείωσε ότι αυτό θα απασχολήσει την ημερίδα, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι, οι εισηγήσεις των ομιλητών «θα προσθέσουν έστω και ένα λιθαράκι στην προσπάθεια εξεύρεσης τρόπων εφαρμογής των αποφάσεων του Δικαστηρίου».
Η Μαρία Καλμπουρτζή, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Επιτροπής Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων κατά την Κυπριακή Τραγωδία, ανέφερε ότι, η ημερίδα πραγματοποιείται σχεδόν 24 χρόνια μετά την καταδικαστική απόφαση του ΕΔΑΔ, και 10 χρόνια από την τελεσίδικη απόφαση του ΕΔΑΔ, για δίκαιη ικανοποίηση, «απόφαση ιδιαίτερα σημαντική, αφού επαναβεβαιώνει ως θέμα αρχής τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των αγνοουμένων και των συγγενών τους και διατάζει την Τουρκία να πληρώσει χρηματικό ποσό για πρώτη φορά σε διακρατική προσφυγή».
Η κ. Καλμπουρτζή είπε ότι υπάρχει μία απόφαση «η οποία χρονίζει» – 10 χρόνια από την τελεσίδικη και 24 από το 2001 – και διερωτήθηκε αν υπάρχουν παραλήψεις, αν έγιναν λάθη, αν υπάρχουν τρόποι διεκδίκησης οι οποίοι δεν ήταν αποτελεσματικοί, και κάλεσε όπως τα συμπεράσματα της ημερίδας, «μας δείξουν τους τρόπους για μία αποτελεσματική διερεύνηση της τύχης των δικών μας ανθρώπων». Τα χρόνια είναι πολλά, δεν έχουμε άλλα περιθώρια παρά μόνο να πιέσουμε τους ενόχους και να βρούμε νέους τρόπους και νέες προσεγγίσεις από αυτά τα συμπεράσματα, είπε τέλος η κ. Καλμπουρτζή.
Ο Ανώτερος Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, το οποίο φιλοξένησε την ημερίδα, Καθηγητής Κωνσταντίνος Φελλάς, στον δικό του χαιρετισμό είπε ότι το θέμα της ημερίδας είναι, «όχι μόνο νομικό, όσον αφορά την σχετική απόφαση του ΕΔΑΔ το οποίο πραγματεύεται, αλλά και ηθικό».
Η απόφαση του ΕΔΑΔ στην 4η Διακρατική Προσφυγή, σημείωσε, «αναγνωρίζει ότι δεν υπήρξε ικανοποιητική και αποτελεσματική διερεύνηση της τύχης των αγνοουμένων από πλευράς Τουρκίας», αναφέροντας ακόμη ότι τα γεγονότα που αφορούν στους αγνοούμενους «αποτελούν ένα από τα πλέον τραγικότερα γεγονότα του κυπριακού προβλήματος».
Ο κ. Φελλάς εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι οι εργασίες και τα συμπεράσματα της ημερίδας «θα αποτελέσουν σημαντικά εχέγγυα» στην προσπάθεια διερεύνησης της τύχης των αγνοουμένων, υπό το πρίσμα της 4ης Διακρατικής Προσφυγής και το έργο που επιτελείται έκτοτε όσον αφορά στο εν λόγω θέμα.
Η απόφαση αυτή του ΕΔΑΔ δεν αφορά μόνο την Κύπρο, αλλά διατυπώνει αρχές οι οποίες διέπουν κάθε παρόμοια περίπτωση και δυστυχώς υπάρχουν πολλές στην ιστορία της Ευρώπης, είπε στον χαιρετισμό του ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών, Ανδρέας Κακουρής. Κωδικοποιεί, συνέχισε, τις υποχρεώσεις κάθε μέρους σε μία ένοπλη σύγκρουση αλλά και κάθε κατοχικής δύναμης, όπως απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και το Δίκαιο του Πολέμου να παρέχουν πληροφορίες για την τύχη προστατευόμενων ατόμων και αιχμαλώτων πολέμου, αλλά και για τους νεκρούς για τα σημεία ταφής των νεκρών στη βάση του δικαιώματος των οικείων τους να γνωρίσουν για την τύχη τους. «Ως εκ τούτου, η διασφάλιση της εφαρμογής της απόφασης δεν επηρεάζει μόνο την Κύπρο, και δεν θα πρέπει να απασχολεί μόνο την Κύπρο. Η συμμόρφωση της Τουρκίας με τις διεθνείς υποχρεώσεις της στην υπόθεση αυτή θα αποτελέσει εχέγγυο για την προστασία του διεθνούς συστήματος», σημείωσε.
Είπε ακόμη ότι, η στάση της Τουρκίας «στερεί από τους συγγενείς το βασικό τους δικαίωμα για να λάβουν σαφείς απαντήσεις για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων, να τους δώσουν μια αξιοπρεπή ταφή, να θρηνήσουν».
Αναφέροντας ότι, η πτυχή των αγνοουμένων της τέταρτης διακρατικής παραμένει υπό εξέταση από την Επιτροπή Αναπληρωτών Υπουργών του ΣτΕ, είπε ότι το Υπουργείο διεξάγει σε αυτό το πλαίσιο «διπλωματικό αγώνα προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εκτέλεση των υποχρεώσεων της Τουρκίας και να επιτευχθεί πρόοδος στη διερεύνηση της τύχης των αγνοούμενων». Στόχος μας είναι να υποχρεωθεί η Τουρκία να παράσχει όλη την αναγκαία συνδρομή στη ΔΕΑ, είπε.
Ο κ. Κακουρής διαβεβαίωσε ότι το θέμα της διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων «συνιστά ύψιστη προτεραιότητα» της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής και της διπλωματίας της.
Ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος, στον χαιρετισμό του, τον οποίο διάβασε ο Επίσκοπος Μεσαορίας, Γρηγόριος, εξέφρασε την απογοήτευσή του γιατί οι διεθνείς οργανισμοί και τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αποδεικνύονται με τη στάση της Τουρκίας «ανίσχυρα» σε ένα τόσο ανθρωπιστικό πρόβλημα. «Λύπη και απογοήτευση όμως μας προκαλεί και η όλη στάση και η απάθεια των μεγάλων και ισχυρών της γης, οι οποίοι επίσης αδιαφορούν και κωφεύουν μπροστά στην ανάγκη να απαιτήσουν, αλλά και να επιβάλλουν όπως ο εισβολέας δώσει επιτέλους πειστικές απαντήσεις και εξηγήσεις προς διακρίβωση της ζωής των αγνοουμένων μας, πολλοί από τους οποίους επιβεβαιωμένα ευρίσκονταν ζώντες αιχμάλωτοι στα χέρια του το 1974», πρόσθεσε.
Αποτελεί διαχρονική θέση της Εκκλησίας της Κύπρου, σημείωσε, ότι το πρόβλημα των αγνοουμένων είναι έγκλημα πολέμου και ζήτημα ακραίας παραβίασης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Για το λόγο αυτό καλούμε για μια ακόμη φορά τους μεγάλους και ισχυρούς της γης να πάψουν να έχουν επιλεκτικές ευαισθησίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και να ενεργήσουν τα δέοντα και τα αυτονόητα και στην Κύπρο, ώστε η κατοχική δύναμη επιτέλους να συνεργαστεί ουσιαστικά και ειλικρινά προς επίλυση του καθαρά ανθρωπιστικού αυτού προβλήματος».
Επιπλέον, πρόσθεσε, «θεωρούμε ότι η συνέχιση και η εντατικοποίηση των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων σχετικά με τις διαδικασίες εκταφής και ταυτοποίησης των λειψάνων των αγνοουμένων μας είναι κεφαλαιώδους σημασίας προκειμένου να πάψει ο ανείπωτος πόνος και η πολύχρονη αγωνία και η αβεβαιότητα στις δεκάδες οικογένειες των αγνοουμένων του τόπου».
Στον δικό του χαιρετισμό, ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο, Ιωάννης Παπαμελετίου εξέφρασε «την ευγνωμοσύνη» του για το έργο της ΔΕΑ, σημειώνοντας όμως ότι συμμερίζεται και την ανησυχία των συγγενών για την πτωτική πορεία στον εντοπισμό και την ταυτοποίηση των αγνοουμένων. «Είναι απόλυτα αναγκαίο να σταματήσουν πρακτικές που παρεμποδίζουν το έργο της ΔΕΑ, όπως οι διαταράξεις των τόπων ταφής, η μετακίνηση λειψάνων, η αιφνίδια ανακήρυξη περιοχών ως στρατιωτικών ζωνών και οι περιορισμοί στην πρόσβαση σε συγκεκριμένα σημεία εκσκαφών εντός εξουσιοδοτημένων περιοχών», είπε.
Επεσήμανε «την ανάγκη» να επιταχυνθεί το έργο της ΔΕΑ, «καθώς κάθε μέρα που περνά είναι μια μέρα επιπλέον αγωνίας για τις οικογένειες των αγνοουμένων», σημειώνοντας ότι για τις οικογένειες των αγνοουμένων δεν είναι ο χρόνος που θεραπεύει, αλλά οι απαντήσεις.
Σημειώνοντας ότι το ζήτημα των αγνοουμένων «είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον πυρήνα του Κυπριακού», είπε ότι «ευελπιστούμε σε μία επανέναρξη των διαπραγματεύσεων που θα οδηγήσουν σε μια διαρκή βιώσιμη και λειτουργική λύση του Κυπριακού, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και το ενωσιακό κεκτημένο».
Ακολούθησαν εισηγήσεις και τοποθετήσεις νομικών, ακαδημαϊκών, βουλευτών, και ευρωβουλευτών και συζήτηση για διάφορες πτυχές όσον αφορά τη σημασία της απόφασης του ΕΔΑΔ, και τον ρόλο και τις ενέργειες του διεθνούς παράγοντα που θα μπορούσαν να υποβοηθήσουν στην εφαρμογή της απόφασης.
Πηγή: ΚΥΠΕ