Απ’ όλα όσα συνέβησαν στην προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ αυτό που μου έμεινε πιο πολύ είναι η άρνηση του Γιάννη Αντετοκούνμπο να απαντήσει στις ειρωνείες του Ντόναλντ Τραμπ που δήλωσε δημόσια ότι αυτός είναι πιο Ελληνας από τον σούπερ σταρ των Μπακς. Ο Αντετοκούνμπο απέφυγε να δώσει μια απάντηση δυο φορές: και όταν ρωτήθηκε σε συνέντευξη Τύπου των Μπακς και όταν ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα του έδωσε μια ασίστ για να το κάνει. Στην τελευταία του ομιλία στο Μιλγουόκι ο Ομπάμα είπε πως ο Τραμπ είναι κάποιος που «προφανώς δεν μπορεί να κατανοήσει πώς ένας σούπερ σταρ του NBA, μπορεί να είναι μαύρος και Ελληνας». Ο Γιάννης θα μπορούσε απλά να πει ότι κι αυτός καταλαβαίνει το τι ακριβώς υπογραμμίζει ο Ομπάμα και πόσο επικίνδυνη είναι αυτή η έλλειψη κατανόησης από την πλευρά του Τραμπ. Αλλά και πάλι δεν είπε τίποτα. Προφανώς γιατί ο προσωπικός φόβος του για τον Τραμπ και την επιστροφή του είναι μεγάλος – αυτό από μόνο του δείχνει για μένα ότι ο Τραμπ ήταν μέρες πριν το απόλυτο φαβορί για τη νίκη στις εκλογές. Αλλά ίσως είναι καλύτερα για τον Γιάννη που δεν απάντησε. Πρώτον γιατί ο Τραμπ θα έδινε συνέχεια στη στοχοποίησή του και δεύτερον γιατί η ένταση που θα δημιουργούσε μια απάντησή του ήταν ακριβώς αυτό που ο Τραμπ ήθελε.
Γροθιές
Εναντίον του Τραμπ έχει ταχθεί το Χόλιγουντ: ο Τραμπ πάντα ήθελε απέναντί του ηθοποιούς, σκηνοθέτες και παραγωγούς διότι τους τσουβαλιάζει όλους θεωρώντας τους εκπροσώπους του είδους της ελίτ που δεν έχει καμία σχέση με τον απλό κόσμο. Δεν του αρκεί όμως αυτό: θέλει απέναντί του και διάσημους αθλητές, διότι γνωρίζει πως οι καιροί που αυτοί μπορούσαν να επηρεάζουν σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων έχουν παρέλθει. Κάποτε οι αθλητές μπορούσαν πραγματικά με τοποθετήσεις τους να είναι παρεμβατικοί: οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του κινήματος διαμαρτυρίας Black Power υπήρξαν οι αμερικανοί Ολυμπιονίκες Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος που σήκωσαν τις μαύρες γροθιές τους στον μεξικάνικο ουρανό το 1968 κατά την ανάκρουση του αμερικάνικου εθνικού ύμνου. Οχι τυχαία και τους δύο τους συνάντησε ο Ομπάμα στον Λευκό Οίκο τον καιρό της προεδρίας του. Αλλά εκείνοι – κι άλλοι πολλοί – ήταν παιδιά των γκέτο και παράλληλα εκφραστές κάποιου αμερικανικού ονείρου: ο κόσμος έτσι τους έβλεπε. Ετσι έβλεπε ένας κόσμος κάποτε και τον Μοχάμεντ Αλι και τον Πίτερ Νόρμαν, και για να θυμηθούμε και τα όσα συνέβαιναν στην Ευρώπη και τον Μπράιτνερ και τον Ζιντάν και τον Μαραντόνα, τουλάχιστον τον καιρό που έπαιζε τον ρόλο του λαϊκού επαναστάτη στη Νάπολι. Αλλά σήμερα τα πράγματα είναι κομμάτι διαφορετικά. Οι τοποθετήσεις του Ντέιβιντ Μπέκαμ εναντίον του Brexit δεν εισακούστηκαν από τους Αγγλους. Οι τοποθετήσεις του Εμπαπέ εναντίον της Μαρίν Λεπέν έχουν ως αποτέλεσμα ο παίκτης να στοχοποιείται από τους οπαδούς της και τίποτα άλλο. Και τον Τραμπ καθόλου δεν τον ενοχλεί ότι μεταξύ των σταθερών επικριτών του είναι και ο ΛεΜπρόν Τζέιμς. Ισα ίσα…
Ηθελε
Ο Τραμπ θα ήθελε να του απαντήσει ο Γιάννης. Θα τον παρουσίαζε σαν ένα πάμπλουτο, αυθάδη, κακομαθημένο που παρεμπιπτόντως είναι και ξένος. Θα αμφισβητούσε το ίδιο του το δικαίωμα να έχει λόγο για το μέλλον της χώρας στην οποία ζει, εργάζεται και μεγαλώνει τα παιδιά του. Και θα το έκανε με τη βεβαιότητα του ανθρώπου που γνωρίζει πως κάποια εκατομμύρια Αμερικανών (κι όχι μόνο…) μισούν τους αθλητές σούπερ σταρ και τον πλούτο τους. Γιατί σκανδαλίζονται από τα συμβόλαια που υπογράφουν, ζηλεύουν την τύχη τους, τους θεωρούν όχι μέλη μιας κάποιας ελίτ, αλλά πραγματικούς προνομιούχους που καμία σχέση δεν έχουν με όσους δυσκολεύονται να τα φέρουν βόλτα. Θα πει κάποιος ότι πολυεκατομμυριούχος που ουδεμία σχέση με όσους παλεύουν με καθημερινά προβλήματα είναι κι ο ίδιος ο Τραμπ. Σωστό. Αλλά αυτό είναι το παράδοξο της επιτυχίας του: ο Τραμπ έχει πείσει τον μέσο λευκό Αμερικανό ότι είναι ο άνθρωπός του. Ο ΛεΜπρόν, και βέβαια και ο Γιάννης, δεν μπορεί να μη μοιάζει στα μάτια όλων ως ξεχωριστός, μοναδικός και απλησίαστος. Διότι στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο είναι…
Οκτάδα
Στο MEGA απόψε θα δούμε στις 22.00 ένα ακόμα μεγάλο ματς της League Phase του εφετινού Τσάμπιονς Λιγκ: η Ιντερ υποδέχεται στο Σαν Σίρο την Αρσεναλ. Και οι δυο ομάδες θέλουν τη νίκη, καθώς στόχος τους είναι η θέση στην πρώτη οκτάδα και τα προνόμια που αυτή εξασφαλίζει – όποιος στην πρώτη οκτάδα τερματίσει γλιτώνει ένα γύρο, κλείνει θέση στους «16» και θα έχει μάλιστα και τη ρεβάνς στην έδρα του. Σε αυτή την πρώτη οκτάδα δεν χωράνε όλοι. Στην προκειμένη περίπτωση μάλιστα η ισοπαλία μπορεί να στερήσει τη θέση αυτή και στους δύο! Μετά το τέλος της τρίτης αγωνιστικής η Ιντερ ήταν 7η και η Αρσεναλ 9η.
Υπέροχα
Λογικά θα γίνει ένα ωραίο ματς και διότι και οι δύο ομάδες δεν είναι στα καλύτερά τους. Η Αρσεναλ το περασμένο Σάββατο έχασε από τη Νιούκαστλ με 1-0, δυσκολεύεται να επαναλάβει φέτος στην Πρέμιερ Λιγκ τα όσα θαυμαστά έκανε πέρυσι και νομίζω πως θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να ρίξει το βάρος της προσοχής της στο Τσάμπιονς Λιγκ – ο προπονητής της Ιντερ Σιμόνε Ιντσάγκι είπε ότι τη βλέπει ως μια από τις ομάδες που έχουν όσα χρειάζονται για να αγωνιστούν τουλάχιστον στα ημιτελικά της διοργάνωσης. Και η Ιντερ όμως έχει κάποια θέματα: η νίκη της την Κυριακή το βράδυ με αντίπαλο τη Βενέτσια για το Καμπιονάτο ήρθε με τα χίλια ζόρια: οι Νερατζούρι κέρδισαν με 1-0. Δυο ομάδες που έχουν πολλούς σπουδαίους παίκτες, που κουβαλάνε την υποχρέωση να κερδίσουν και που δεν βρίσκονται στην καλύτερή τους φόρμα (δηλαδή μπορεί να κάνουν κάποιο λάθος παραπάνω) μπορεί να μας δώσουν ένα ματς – θρίλερ. Οι αγγλοϊταλικές μονομαχίες φέτος στο Τσάμπιονς Λιγκ κρίθηκαν σε λεπτομέρειες: οι Αγγλοι έχουν το πάνω χέρι (γιατί η Λίβερπουλ κέρδισε τη Μίλαν και η Μπολόνια έχασε από την Αστον Βίλα και τη Λίβερπουλ) αλλά ας μην ξεχνάμε πως η σεζόν άρχισε με την Ιντερ να παίρνει ισοπαλία από τη Μάντσεστερ Σίτι στο Εντιχαντ και την Αρσεναλ να μην κερδίζει την Αταλάντα. Και η βραδιά έχει κι ένα Παρί – Ατλέτικο Μαδρίτης στο οποίο ο χαμένος κινδυνεύει με αποκλεισμό: για τους λάτρεις των ψυχοδραμάτων όλα υπέροχα…