Καταγγέλθηκε για μίζες €1.000.000 αλλά η καταγγελία δεν στοιχειοθετήθηκε – Έστελνε ηλεκτρονικά μηνύματα με εμπιστευτικές πληροφορίες σε άτομα και εταιρείες πλήττοντας τον Όμιλο που εργαζόταν – Βιντεογράφησε εν αγνοία της γυναίκα συνεργάτιδα που είχε συνάντηση μαζί της και έστειλε το βίντεο σε τρίτους – Έστελνε άσεμνα βίντεο σε συναδέλφους του και άτομα εκτός της εταιρείας
Του Μανώλη Καλατζή
Μια υπόθεση που πάει πίσω στο 2012 απασχόλησε προσφάτως το Εφετείο, το οποίο κλήθηκε να εξετάσει πρωτόδικη απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών για απόλυση ενός στελέχους μεγάλης εταιρείας.
Το στέλεχος αυτό μετά την απόλυση του το 2012 προσέφυγε στο Δικαστήριο υποστηρίζοντας ότι η απόφαση της εταιρείας ήταν παράνομη και απαιτούσε φιλοδώρημα και αποζημιώσεις ίσες με ημερομίσθια δύο ετών για απώλεια σταδιοδρομίας, αποζημιώσεις για ηθική βλάβη. Είχε ζητήσει επίσης τιμωρητικές αποζημιώσεις με τόκους κλπ.
Το Δικαστήριο Εργατικών διαφορών, τον δικαίωσε μόνο στο θέμα του φιλοδωρήματος και επιδίκασε υπέρ του τους μισθούς 2 μηνών, δηλαδή €8.210. Ως προς την απόλυση κρίθηκε πως αυτή ήταν νόμιμη λόγω σοβαρών πειθαρχικών και ενδεχομένως ποινικών αδικημάτων τα οποία φέρεται να είχε διαπράξει το στέλεχος που απολύθηκε.
Αρχή με μια καταγγελία
Ο Α.Ε ήταν διευθυντής μάρκετινγκ σε μεγάλη εταιρεία στην οποία εργαζόταν από το 1995 με μισθό €4.105 ευρώ το μήνα. Το 2012 υπήρξε μια πληροφορία που διαβιβάστηκε στη διοίκηση της εταιρείας σύμφωνα με την οποία ο Α.Ε, είχε εισπράξει μίζες ύψους €1.000.000 ως €1.500.000, από προμηθευτές για επίδειξη ευνοϊκής μεταχείρισης. Η υπόθεση καταγγέλθηκε στην Αστυνομία αλλά δεν μπόρεσε να υπάρξει στοιχειοθέτηση και ως εκ τούτου δεν ακολούθησε ποινική δίωξη.
Με αφορμή την καταγγελία, η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Εταιρείας προχώρησε σε έρευνα στο γραφείο και στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο του Α.Ε, εντοπίζοντας σημαντικά τεκμήρια που έκαναν ασύμβατη την συνέχιση την εργοδότησης του. Κλήθηκε σε συνάντηση με την ηγεσία της εταιρείας όπου του αναφέρθηκαν οι λόγοι για τους οποίους αποφασίστηκε να τεθεί σε αναγκαστική άδεια. Ζητήθηκε να παραδώσει το εταιρικό τηλέφωνο, το αυτοκίνητο και τον υπολογιστή που του είχαν διαθέσεις και οδηγήθηκε στο γραφείο του όπου παρέλαβε τα προσωπικά του αντικείμενα.
Σε μεταγενέστερο στάδιο κλήθηκε σε συνάντηση με τους δικηγόρους του ίδιου και τις εταιρείας αλλά δήλωσε αδυναμία λόγω απουσία του δικού του δικηγόρου. Τελικώς η συνάντηση έγινε μετά από λίγες ημέρες, όπου του αναφέρθηκαν οι λόγοι για τους οποίους είχε αποφασιστεί η απόλυση του ώστε να δώσει τις δικές του εξηγήσεις. Ο ίδιος ζήτησε να του δοθούν γραπτώς οι κατηγορίες εναντίον του και δεν έδωσε καμία απάντηση στα όσα του καταλογίστηκαν. Τελικώς του δόθηκε επιστολή απόλυσης και η υπόθεση πήρε τον δρόμο για τα δικαστήρια.
Εμπιστευτικές πληροφορίες και «πονηρά» βίντεο
Από την εσωτερική έρευνα στην εταιρεία, όπως κατατέθηκε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, προέκυψαν και πρόσθετα στοιχεία πέραν της καταγγελίας για μίζες, που αφορούσαν αλληλογραφία μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ του Α.Ε και συνεργατών της εταιρείας, στους οποίους προωθούσε εμπιστευτικές εσωτερικές πληροφορίες και αλληλογραφία της εταιρείας ή στελεχών της, όπως επίσης και επανειλημμένη αποστολή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου άσεμνου και αισχρού υλικού, τόσο εντός όσο και εκτός της εταιρείας. Επίσης, ότι από την έρευνα στον λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου εργασίας του Α.Ε και των μηνυμάτων που υπήρχαν στους servers της εταιρείας, ανακαλύφθηκαν e-mail τα οποία σαφώς καταδεικνύουν ότι ο Α.Ε απέστελλε εμπιστευτικές πληροφορίες της εταιρείας και άλλων προσώπων για να προσδώσει στους αποδέκτες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις δοσοληψίες τους με την εταιρεία. Επίσης προέβηκαν σε σύγκριση τιμολογίων υπεργολάβων πελατών τους προς την εταιρεία και διαπίστωσαν τεράστιες υπερχρεώσεις, έγινε έλεγχος δείγματος τιμολογίων που εγκρίνονταν από τον Α.Ε, όπου διαφάνηκε ότι χρεώνονταν υψηλότερες τιμές με την έγκριση του.
Ο Α.Ε δεν αρνήθηκε την αποστολή των πληροφοριών σε τους αλλά την απέδωσε σε πάγια τακτική της εταιρείας, η οποία συνεχίζει να συνεργάζεται με τους ίδιους ανθρώπους.
Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών συνυπολόγισε όσα ακούστηκαν και αποφάνθηκε πως η απόλυση ήτα νόμιμη.
Βιντεογράφησε και συνεργάτιδα
Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στην απόφαση του έλαβε υπόψη ότι τα όσα κατέθεσε ενώπιον του, ο εκπρόσωπος της εταιρείας παρέμειναν αδιαμφισβήτητα ενώ η θέση του της εταιρείας και για την κυκλοφορία άσεμνου υλικού (θέση του Α.Ε ήταν ότι δεν γινόταν μαζικά, αλλά μεταξύ συγκεκριμένων ατόμων που εργάζονταν στην υπηρεσία του Ομίλου), ενώ αναφορικά με τη βιντεοσκόπηση εξωτερικής συνεργάτιδας, η θέση του Α.Ε ήταν ότι δεν θυμόταν εκείνο το βίντεο. Επίσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε σημειώσει στην απόφαση του ότι στη πρώτη συνάντηση του Α.Ε με την Διοίκηση της εταιρείας, δεν υπήρξε αναφορά για κυκλοφορία άσεμνου υλικού ή για εμπιστευτικές πληροφορίες που ανευρέθηκαν στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο του, γιατί αυτές προέκυψαν μετά.
Στην πρωτόδικη απόφαση αφού γινόταν αναφορά στη διαρροή εμπιστευτικών πληροφοριών και στην αποστολή άσεμνων βίντεο σημειωνόταν: «Έτι σοβαρότερη η βιντεοσκόπηση που προέβη ο Αιτητής (Α.Ε), του κάτω μέρους του σώματος εξωτερικής συνεργάτιδας, σε συνάντηση που είχε μαζί της και εν αγνοία της, η οποία επίσης αποτελεί
ανάρμοστη και ανεπίτρεπτη συμπεριφορά που ήθελε εκθέσει την ίδια την Εταιρεία και το κάλο όνομα της προς τα έξω, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται και το αξιόποινο μιας τέτοιας συμπεριφοράς».
Δεν ήταν ειλημμένη απόφαση
Ο Α.Ε μεταξύ άλλων στην έφεση του υποστήριξε, όπως και πρωτοδίκως πως η απόφαση για απόλυση του ήταν ειλημμένη και δεν σχετιζόταν με όσα του καταλογίζονταν τα οποία δεν αρνήθηκε. Η θέση του ήταν πως δεν του δόθηκε η δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και η επιστολή απόλυσης που του επιδόθηκε είχε προγενέστερη ημερομηνία από αυτή της ημέρας επίδοσης.
Το Εφετείο στη δική του απόφαση σημείωσε πως «η παροχή του δικαιώματος ακρόασης αποτελεί τον κανόνα. Δεν είναι όμως απόλυτο. Όπως είναι νομολογημένο, η γνωστοποίηση των λόγων της απόλυσης μπορεί ακόμη και να παραλειφθεί, αν ο εργαζόμενος είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να γνωρίζει απόλυτα την κατηγορία και, γενικότερα, τους λόγους της απόλυσης (…) Είναι η θέση μας ότι στην παρούσα περίπτωση δόθηκε στον αιτητή-εφεσείοντα (Α.Ε) η ευκαιρία να ακουστεί, την οποία ο αιτητής- εφεσείοντας δεν εκμεταλλεύτηκε προβάλλοντας στις ευκαιρίες που του δόθηκαν ότι ο δικηγόρος του δεν μπορούσε να παρευρεθεί σε συναντήσεις ή ότι έπρεπε να του είχαν δοθεί γραπτώς ‘οι καταγγελίες’ και όσες φορές παρευρέθηκε σε συναντήσεις που κλήθηκε, αρνήθηκε να τοποθετηθεί ή να απαντήσει σε όσα του καταλογίζονταν». Επίσης κρίθηκε πως η απόλυση δεν ήταν αποτέλεσμα προειλημμένης απόφασης, αφού βασίστηκε στα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα μετά την αρχική καταγγελία.
Την σύνθεση του Εφετείου αποτελούσαν οι Δικαστές Αλ. Παναγιώτου (Πρόεδρος) , Στ. Χριστοδούλου – Μέσσιου και Ι. Στυλιανίδου.
Την εταιρεία εκπροσώπησε ο δικηγόρος Μάριος Ηλιάδης για το γραφείο «Τάσσος Παπαδόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε»