Η μεθυσμένη Πόρνη της Βαβυλώνας

Οι Δημοκρατικοί έκαναν ασφαλώς πολλά λάθη σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία. Αγνόησαν τη στροφή της Αμερικής προς τα δεξιά. Προσπέρασαν τους ψηφοφόρους που κατηγορούν το κόμμα ότι δεν καταλαβαίνει τη ζωή τους. Υποτίμησαν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στην καθημερινότητα του μέσου Αμερικανού. Αργησαν να ασκήσουν πίεση στον Μπάιντεν να παραμερίσει. Και, πάνω απ’ όλα, ξέχασαν πόσο τρομακτικά αδίστακτος είναι ο Ντόναλντ Τραμπ.

Το να υποστηρίζεται όμως, και μάλιστα από φιλελεύθερους σχολιαστές, ότι ο θρίαμβος του Τραμπ οφείλεται στο ότι είχε απέναντί του μια γυναίκα, είναι πραγματικά εντυπωσιακό. Το να χαρακτηρίζεται χαζή μια γυναίκα με την προσωπικότητα και τη συγκρότηση της Κάμαλα Χάρις είναι θλιβερό. Το να παραγνωρίζεται η μέθοδος με την οποία αντιμετώπισε ο Τραμπ την αντίπαλό του είναι αποπροσανατολιστικό.

Το 2016 κυκλοφόρησε ένα βίντεο όπου ο Τραμπ εμφανίζεται να κομπάζει ότι μπορεί «να πιάνει τις γυναίκες από το μ@@@@». Το 2023, ένα σώμα ενόρκων στο Μανχάταν αποφάσισε ότι ο Τραμπ είχε διεισδύσει βιαίως το 1995 ή το 1996 στον κόλπο μιας γυναίκας, της Τζιν Κάρολ – με άλλα λόγια τη βίασε. Σε αυτά τα γεγονότα, το ένα κατά δική του ομολογία και το άλλο κατά μια δικαστική απόφαση, ο Τραμπ έπρεπε κάπως να απαντήσει εφόσον διεκδικούσε την ψήφο του αμερικανικού λαού. Και η απάντηση αυτή δεν μπορούσε να περιοριστεί σε χαρακτηρισμούς όπως εκείνους που εκτόξευε το 2016 κατά της Χίλαρι Κλίντον: αδύναμη, ανέντιμη, δόλια. Χρειαζόταν κάτι άλλο.

Αυτό που έκανε ήταν να χρησιμοποιεί ξανά και ξανά τη λέξη «τέρας». Και να ταυτίσει την Κάμαλα με τους μετανάστες που, στις εικόνες που ήθελε να περάσει στην κοινή γνώμη, περνούν τα νότια σύνορα, εισβάλλουν στα σπίτια των Αμερικανών και δολοφονούν ή βιάζουν τους ενοίκους τους. «Ανθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα εξαιτίας της», έγραψε στο Χ. «ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΒΑΜΜΕΝΑ ΜΕ ΑΙΜΑ!». Οπως παρατηρεί ο Φίνταν Ο’ Τουλ στο New York Review of Books, η αναφορά αυτή παραπέμπει ευθέως στην Πόρνη της Βαβυλώνας από το βιβλίο της Αποκάλυψης: «Και είδα τη γυναίκα να μεθάει με το αίμα των αγίων, με το αίμα εκείνων που μαρτύρησαν για τον Ιησού».

Ο Τραμπ στόλιζε καθημερινά τη Χάρις με κλασικούς χαρακτηρισμούς από το σεξιστικό λεξιλόγιο: ψεύτρα, ανόητη, τεμπέλα, διανοητικά καθυστερημένη. H στρατηγική του όμως περιλάμβανε και μια πολιτική διάσταση του μισογυνισμού: τη φρίκη της γυναίκας που διοικεί. Ο Τραμπ επανέφερε στο προσκήνιο αυτά που έλεγε ο σκωτσέζος θεολόγος του 16ου αιώνα Τζον Νοξ: «Οι γυναίκες είναι ακατάλληλες να κυβερνούν, καθώς η φύση τις έχει κάνει αδύναμες, εύθραυστες, ανυπόμονες, ασθενικές και ανόητες».

Οι αρχαίοι Ελληνες το έλεγαν ακόμη πιο παραστατικά: οι γυναίκες διαστρέφουν τη φυσική τάξη των πραγμάτων. Οπως γράφει η γνωστή βρετανή κλασικίστρια Μέρι Μπίαρντ στο βιβλίο της «Γυναίκες και εξουσία» (στα ελληνικά από το βιβλίο Μεταίχμιο): «Στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι γυναίκες εμφανίζονται να καταχρώνται την εξουσία, όχι να την ασκούν. Την αρπάζουν παράνομα, με έναν τρόπο που οδηγεί στο χάος, στον κατακερματισμό του κράτους, στον θάνατο και την καταστροφή. Είναι τερατώδη υβρίδια που, με την ελληνική έννοια, δεν είναι καθόλου γυναίκες. Με βάση την ακλόνητη λογική αυτών των ιστοριών, πρέπει να αφαιρεθεί η εξουσία από αυτές τις γυναίκες και να επιστρέψουν στη θέση τους».

Οι γυναίκες είναι λοιπόν ανίκανες να διοικούν. Οι γυναίκες, επιπλέον, καλό είναι να μην ενοχλούν. Το 2017, τη χρονιά που ο Τραμπ ανέλαβε την εξουσία και ξέσπασαν οι αποκαλύψεις για το #ΜeToo, με τη φράση «οι άνδρες είναι σήμερα σε καλύτερη θέση στην Αμερική» συμφωνούσε μόλις το 35%. Το αντίστοιχο ποσοστό σήμερα είναι 47%. Η αύξηση είναι αξιοσημείωτη μεταξύ των Δημοκρατικών (από 49% σε 68%), αλλά συνταρακτική μεταξύ των Ρεπουμπλικανών (από 16% σε 32%). Επιτέλους, ο Τραμπ αποκαθιστούσε τα ανδρικά προνόμια! Την ίδια περίπου περίοδο, ο αριθμός των Αμερικανών που δηλώνουν ότι η λέξη «φεμινιστής/τρια» αποτυπώνει αρκετά ή πολύ καλά τις απόψεις τους έχει μειωθεί από 51% σε 35%. Το αντίστοιχο ποσοστό μεταξύ των Ρεπουμπλικανών είναι σήμερα μόλις 10%.

Αυτό που κατάφερε ο Τραμπ, καταλήγει ο αρθρογράφος του NYRB, είναι να αυξηθεί η αποδοχή των δομικών διακρίσεων κατά του μισού πληθυσμού και την ίδια στιγμή να σημειωθεί μια απομάκρυνση από την ιδεολογία που επιδιώκει να διορθώσει αυτό το φαινόμενο. Σε τέτοιου είδους αντιφατικές καταστάσεις έχουν τη μεγαλύτερη απήχηση οι σκοτεινοί μύθοι περί τεράτων.