Τα νέα φάρμακα που υπόσχονται να αλλάξουν τον κόσμο

Γονιδιακό «μοντάζ» με μοριακά ψαλίδια, αντικαρκινικά εμβόλια ραμμένα και κομμένα στον μοναδικό όγκο του κάθε ασθενούς, τεχνητή νοημοσύνη αφιερωμένη στις δικές μας ανάγκες υγείας βάσει του προσωπικού μας προφίλ… Οι θεραπείες του μέλλοντος – όπως, τουλάχιστον, τις αποκαλούσαμε στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν και οι οποίες έμοιαζαν τότε περισσότερο με σενάρια επιστημονικής φαντασίας ή με ερευνητικές φαντασιώσεις – βρίσκουν πλέον εφαρμογή στο παρόν, βελτιώνοντας την πρόγνωση και συνακόλουθα τις ζωές εκατομμυρίων ασθενών.

Η απόδειξη; Ασθένειες που μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν ανίατες και θανατηφόρες πλέον έχουν μετατραπεί σε χρόνιες ή ακόμη και ιάσιμες, όπως η χρόνια μυελογενής λευχαιμία, με τα γονιδιακά φάρμακα νεότερης γενιάς να στοχεύουν στην εξάλειψη της γενετικής βλάβης. Την ίδια ώρα, οι εξελίξεις στο πεδίο της mRNA τεχνολογίας ανοίγουν ευρέως τους ορίζοντες τόσο στην πρόληψη μολυσματικών νοσημάτων όσο και στην αντιμετώπιση σοβαρών ασθενειών, εκπαιδεύοντας το ανοσοποιητικό να αμύνεται αποτελεσματικά έναντι κάθε απειλής.

Κάνοντας κανείς μια αναδρομή στις τελευταίες δεκαετίες, διαπιστώνει, άλλωστε, πως η πρόοδος ισοδυναμεί με επαναστατικά βήματα. Οπως οι νέες θεραπείες για την αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη που, ως γνωστόν, προκάλεσαν ένα ντόμινο εξελίξεων. Ποιος θα φανταζόταν, για παράδειγμα, πως θα ήταν δυνατή η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας με τρόπο αντίστοιχο όπως αυτοί που ισχύουν για την αντιμετώπιση της υπέρτασης ή της χοληστερόλης;

Θεραπεία για πολλές ασθένειες…

Η αναζήτηση ενός θαυματουργού χαπιού για την παχυσαρκία έπεφτε επί χρόνια στο κενό. Επειτα, όμως, από δεκαετίες ερευνητικών απογοητεύσεων, πρόσφατα βγήκε στην αγορά και αμέσως έγινε ανάρπαστη μια νέα κατηγορία (προς το παρόν ενέσιμων) φαρμάκων, που υπόσχεται πως ήρθε όχι μόνο για να μείνει, αλλά και για να αλλάξει τον κόσμο – ή, για την ακρίβεια, τις ζωές εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων.

Δεδομένου δε ότι περισσότεροι από τα δύο πέμπτα του πληθυσμού παγκοσμίως θεωρούνται υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, η ζήτηση για θεραπεία με αγωνιστές του υποδοχέα GLP-1 είναι πλέον ασίγαστη, τροφοδοτώντας μια φρενίτιδα καινοτομίας και ανταγωνισμού στη φαρμακοβιομηχανία.

Οπως, εντούτοις, υπογραμμίζεται σε πρόσφατο δημοσίευμα του «Economist», τα φάρμακα «νέας γενιάς» κατά της παχυσαρκίας υπονοούν κάτι περισσότερο από το προφανές. «Εχει διαπιστωθεί ότι οι υπέρβαροι ασθενείς που λαμβάνουν σεμαγλουτίδη κινδυνεύουν λιγότερο από καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Η τιρζεπατίδη βελτιώνει την υπνική άπνοια. Επιπλέον, έρευνες δείχνουν ότι οι αγωνιστές GLP-1 μειώνουν τον κίνδυνο για εκδήλωση χρόνιας νεφρικής νόσου στους διαβητικούς. Και υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να εμποδίσουν τη συρρίκνωση του εγκεφάλου και τη γνωστική έκπτωση που προκαλεί η νόσος Αλτσχάιμερ», σημειώνεται.

Αλλες, πάλι, μελέτες υποδηλώνουν ότι δύναται να συμβάλλουν και στην αντιμετώπιση εθισμών. Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα που λάμβαναν ήδη φάρμακα κατά της παχυσαρκίας στις ΗΠΑ διαπιστώθηκε πως είχαν λιγότερες πιθανότητες να κάνουν κατάχρηση κάνναβης ή αλκοόλ.

Υπό τα δεδομένα αυτά, το ερώτημα που θέτει εύλογα ο «Economist» είναι «πώς μπορεί μια κατηγορία φαρμάκων να κάνει τόσο πολλά;». Η επιστήμη απαντά πως οι ενέσιμες αυτές θεραπείες δεν δρουν μόνο στο έντερο, αλλά δεσμεύονται σε υποδοχείς σε όλο το σώμα, όπως στον εγκέφαλο. «Τα φάρμακα φαίνεται να μειώνουν τη φλεγμονή και να αλληλεπιδρούν με μηχανισμούς που συνδέονται με την επιθυμία και το αίσθημα ανταμοιβής». Ετσι, κάθε νέο εύρημα ισοδυναμεί για τους ερευνητές με ένα κομμάτι του παζλ, συμβάλλοντας στη σύνθεση της μεγαλύτερης εικόνας.

…και οι άμεσες παρενέργειές της

Ομως, ο ενθουσιασμός δεν μετριάζει τον σκεπτικισμό. Οι ειδικοί ομολογούν πως χρειάζεται περισσότερη δουλειά ώστε να εντοπιστούν οι δυνατότητες και οι περιορισμοί του θεραπευτικού αυτού «εργαλείου». Και αυτό διότι, παρόλο που οι αγωνιστές GLP-1 χορηγούνται για τη ρύθμιση του διαβήτη εδώ και 20 χρόνια, ορισμένα από τα νεότερα ευρήματα βασίζονται σε μελέτες παρατήρησης. Συνεπώς, τα δεδομένα αυτά στερούνται προς το παρόν τεκμηρίωσης.

Επειτα, καθώς όλα δείχνουν πως οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας για όλη τους τη ζωή ώστε να διατηρήσουν το επιθυμητό βάρος, είναι αναγκαίο επίσης να επιβεβαιωθούν τα μακροπρόθεσμα οφέλη. Στο πλαίσιο αυτό, στο… μικροσκόπιο έχουν ενταχθεί και οι άμεσες παρενέργειές τους (π.χ. ναυτία, παγκρεατίτιδα, διάρροια και μυϊκή απώλεια), οι οποίες αφενός κάνουν τη χρήση τους για ορισμένους αποτρεπτική, αφετέρου εντείνουν τα ερωτήματα σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις τους στον οργανισμό.

Υπάρχει όμως μία ακόμη παράπλευρη ανησυχία που αρκετοί ειδικοί συμμερίζονται: ο κίνδυνος οι άνθρωποι να… ξεσαλώνουν, γνωρίζοντας ότι μπορούν αργότερα να καταφύγουν σε μία «εύκολη» θεραπεία. Γι’ αυτό και επιμένουν πως οι οδηγίες για ισορροπημένη διατροφή και σωματική άσκηση θα πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της πολιτικής για την προάσπιση της δημόσιας υγείας.

Η μέθοδος που επιδιορθώνει το… ανθρώπινο DNA

«Το μέλλον είναι εδώ»: πρόκειται για μία από τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό, ενόσω επεξεργάζεται τον χείμαρρο πληροφοριών που παραθέτει ο καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και τέως πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος, σχετικά με τις νέες θεραπείες που στοχεύουν πλέον στο… μεδούλι της ύπαρξής μας.

Ισως το πλέον ενδεικτικό παράδειγμα είναι ότι σήμερα αναπτύσσονται θεραπείες στο επίπεδο του DNA των κυττάρων μας. «Είναι γνωστό ότι αρκετά νοσήματα οφείλονται σε κληρονομούμενες αλλά και επίκτητες αλλαγές στην αλληλουχία των βάσεων του DNA συγκεκριμένων γονιδίων. Η ιδέα της αποκατάστασης της ορθής αλληλουχίας που θα επέφερε ίαση από τη νόσο είναι αντικείμενο εντατικής έρευνας στην επιστημονική κοινότητα και γονιδιακές θεραπείες με τη χρήση συνήθως ιικών φορέων έχουν βρει θέση σε κληρονομούμενα νοσήματα. Η γενετική μηχανική όμως, με τη χρήση του συστήματος CRISPR/Cas9, προσφέρει νέες δυνατότητες εκλεκτικής στόχευσης και διόρθωσης του τμήματος του DNA που επιθυμούμε». Μάλιστα, οι προσεγγίσεις αυτές έχουν βρει εφαρμογή σε νοσήματα όπως η μεσογειακή και δρεπανοκυτταρική αναιμία, το κληρονομικό αγγειοοίδημα και η μυοδυστροφία Duchenne.

Τα νέα όπλα κατά του καρκίνου

Στη συνέχεια, εστιάζοντας στον καρκίνο, ο καθηγητής τονίζει ότι η θεραπευτική αντιμετώπισή του έχει αλλάξει ριζικά ως συνέπεια της καλύτερης κατανόησης των μοριακών μηχανισμών της νόσου, αλλά και της τεχνολογικής προόδου που παρέχει πλέον τη δυνατότητα στόχευσης συγκεκριμένων μορίων.

Αναλυτικότερα, «μεταξύ των νεότερων θεραπευτικών εφαρμογών, ευρεία διάδοση στη θεραπευτική του καρκίνου κατέχουν οι στοχεύουσες θεραπείες και η ανοσοθεραπεία. Οι στοχεύουσες θεραπείες είναι συνήθως μικρομοριακοί αναστολείς ή μονοκλωνικά αντισώματα που συνδέονται με συγκεκριμένη πρωτεΐνη του κυττάρου. Η αναστολή του πολλαπλασιασμού των καρκινικών κυττάρων ή η απόπτωσή τους (κυτταρικός θάνατος) είναι η συνέπεια της δράσης των στοχευουσών θεραπειών. Με την ανοσοθεραπεία, αντίθετα, ο θεραπευτικός στόχος είναι η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι του καρκίνου. Με τη χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων που κινητοποιούν κυτταροτοξικά λεμφοκύτταρα έναντι των καρκινικών κυττάρων αποκαθιστούμε τη δραστικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος».

Τα θεραπευτικά άλματα όμως δεν σταματούν εδώ: «Υπάρχουν και άλλες μορφές ανοσοθεραπείας, κυρίως κυτταρικές θεραπείες όπου τα λεμφοκύτταρα συλλέγονται από τους ασθενείς και τροποποιούνται στο εργαστήριο ώστε να στοχεύουν εκλεκτικά τα καρκινικά κύτταρα. Τέτοιες θεραπείες όπως είναι τα CAR-T κύτταρα έχουν αποδείξει εξαιρετική αποτελεσματικότητα σε αιματολογικές κακοήθειες» συμπληρώνει ο κ. Δημόπουλος.

Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν αποτελεί έκπληξη πως ειδικά για τον καρκίνο μια σειρά καινοτόμων φαρμάκων έχουν αλλάξει εντελώς τη φυσική ιστορία κάποιων τύπων της νόσου. Ο ίδιος δίνει διάφορα παραδείγματα, αναδεικνύοντας τα οφέλη που ήδη βιώνουν ασθενείς με σοβαρά νοσήματα: «Η πρώτη και πιο εντυπωσιακή εφαρμογή μικρομοριακών αναστολέων έγινε στη χρόνια μυελογενή λευχαιμία, ένα θανατηφόρο νόσημα με πολύ κακή πρόγνωση. Η νόσος προκαλείται από την αναδιάταξη των σκελών των χρωμοσωμάτων 4 και 22, δημιουργώντας τη χιμαιρική πρωτεΐνη Bcr-Abl που σηματοδοτεί διαρκώς τον πολλαπλασιασμό και την επιβίωση των καρκινικών κυττάρων. Η ανακάλυψη της ιματινίμπης, του εκλεκτικού αναστολέα αυτής της χιμαιρικής πρωτεΐνης, που αποτελεί και την πρώτη στοχεύουσα θεραπεία που χρησιμοποιήθηκε στην Ογκολογία, μετέτρεψε το νόσημα αυτό πλέον σε μια χρόνια πάθηση, με συχνά πλήρη ύφεση της νόσου».

Αντίστοιχα, προ 20 ετών οι ασθενείς με HER2-θετικό καρκίνο μαστού θεωρούνταν κακής πρόγνωσης, με υψηλά ποσοστά υποτροπών της τοπικής νόσου και πτωχή πρόγνωση στη μεταστατική. «Η ανακάλυψη του αντι-Her2 μονοκλωνικού αντισώματος, τραστουζουμάμπη, μείωσε δραματικά τα ποσοστά υποτροπών και αύξησε σημαντικά την επιβίωση των ασθενών με μεταστατική νόσο».

Ιδιαίτερη έμφαση όμως δίνει και στον μεταστατικό καρκίνο των πνευμόνων, ένα νόσημα με κακή πρόγνωση και περιορισμένη επιβίωση. Και σε αυτό το κρίσιμο πεδίο, οι καινοτόμες θεραπείες έχουν αλλάξει τον τρόπο αντιμετώπισής του.

Θεραπεία του μέλλοντος τα mRNA εμβόλια

Ενόσω ο SARS-Cov-2 σφυροκοπούσε την ανθρωπότητα, οι ερευνητές αναμετριόνταν με τον αθέατο εισβολέα. Η παράδοση του πρώτου παγκοσμίως εμβολίου που βασίστηκε σε mRNA, έναντι του COVID-19, αποτέλεσε μια τεράστια νίκη εναντίον του, θέτοντας έκτοτε στο προσκήνιο τη νέα αυτή τεχνολογία.  Οπως μάλιστα υπογραμμίζει η καθηγήτρια Βιολογίας – Νανοϊατρικής στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, Μαρία Γαζούλη, το επόμενο κύμα επιστημονικής καινοτομίας είναι μπροστά μας. «Η ευελιξία της πλατφόρμας αυτής επιτρέπει στους ερευνητές, εκτός από την ανάπτυξη εμβολίων για την πρόληψη πολλών μολυσματικών νοσημάτων (ιός zika και γρίπης, HIV κ.λπ.), να δημιουργήσουν θεραπευτικές προσεγγίσεις έναντι διαφόρων μορφών καρκίνου, συμβάλλοντας στην ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, ώστε να αναγνωρίζει και να επιτίθεται  στα καρκινικά κύτταρα».

Πρόκειται, στην πράξη, για ένα επίκαιρο ερευνητικό… hotspot, που έχει θέσει ως στόχο να αλλάξει σημαντικά τη ζωή των ασθενών. «Για παράδειγμα, η θεραπεία με mRNA μπορεί να αντικαταστήσει ή να συμπληρώσει ελλείψεις ή ελαττωματικές πρωτεΐνες ή γονίδια που ευθύνονται για  γενετικές διαταραχές όπως η αιμορροφιλία, η κυστική ίνωση, η μυϊκή δυστροφία και πολλές άλλες ασθένειες. Η τεχνολογία αυτή μάς δίνει τη δυνατότητα να μπορούμε να πάρουμε ένα σωρό διαφορετικές γεύσεις… ένα κοκτέιλ mRNA, που οδηγεί στη σύνθεση διαφορετικών πρωτεϊνών, κατάλληλων για τις ιδιαίτερες ανάγκες του καθενός μας» εξηγεί η κυρία Γαζούλη.

Μια ματιά στη διεθνή βάση δεδομένων «clinicaltrials.gov» επιβεβαιώνει την έρευνα που τρέχει με πυρετώδεις ρυθμούς. Ο αριθμός των δοκιμών με παράγοντες mRNA έχει σχεδόν διπλασιαστεί τα τελευταία δύο χρόνια. Συνολικά, εξελίσσονται επί του παρόντος περισσότερες από 700 μελέτες παγκοσμίως. Επιπλέον, υπάρχουν πάνω από 1.200 ολοκληρωμένες μελέτες.

Εξατομικευμένες θεραπείες

Τα αποτελέσματα των προσπαθειών είναι πλέον απτά. Εκτός από τα εμβόλια έναντι της COVID-19, «έχουν ενταχθεί ήδη στην κλινική πράξη το mRESVIA, κατά του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV). Σε κλινική φάση ΙΙΙ βρίσκεται mRNA εμβόλιο για τον ιό CMV, σε κλινική φάση ΙΙ βρίσκεται το mRNA εμβόλιο για τον ιό Zika και σε προκλινικό στάδιο βρίσκονται αντίστοιχα εμβόλια για HIV, EBV, στρεπτόκοκκο, ενώ ακολουθούν και άλλα».

Επιπρόσθετα και όσον αφορά τον καρκίνο είναι σε κλινική φάση III το εμβόλιο για το μεταστατικό μελάνωμα, ως θεραπευτική προσέγγιση σε συνδυασμό με ανοσοθεραπεία με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Μάλιστα, στη μελέτη συμμετέχουν και κέντρα από την Ελλάδα, με τα τελικά συμπεράσματα να αναμένονται έως   το 2029. Εν τω μεταξύ, «πριν από λίγους μήνες ξεκίνησε και η κλινική φάση ΙΙΙ για το mRNA εμβόλιο που στοχεύει στη θεραπεία του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα». Αντίστοιχες δε έρευνες τρέχουν και για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, του παγκρέατος κ.ο.κ.

«Η τεχνολογία των mRNA εμβολίων ανοίγει πραγματικά νέους ορίζοντες για την ανάπτυξη πλήρως εξατομικευμένων θεραπειών. Ενα δείγμα όγκου θα μπορεί να αφαιρείται κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης του ασθενούς, θα προσδιορίζεται η αλληλουχία DNA και με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης θα αναδεικνύονται τα ειδικά για τον ασθενή νεοαντιγόνα του όγκου του. Το αποτέλεσμα είναι ένα ειδικά κατασκευασμένο αντικαρκινικό εμβόλιο, που είναι ειδικό για τον όγκο αυτού του ασθενούς» περιγράφει η κυρία Γαζούλη, με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Για να προσθέσει πως «το ίδιο θα μπορεί να εφαρμοστεί και για άλλα νοσήματα. Νομίζω ότι υπάρχει πραγματική ελπίδα πως η mRNA τεχνολογία θα αλλάξει το παιχνίδι στην ανοσοθεραπεία, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση των μεγαλύτερων προκλήσεων για την υγεία στον κόσμο».