«Είναι πιο εύκολο να αντλώ από τα βιώματα των άλλων»

Είστε ο διευθυντής στο «Μεμοράντουμ» (του Βάτσλαβ Χάβελ στο θέατρο Μπέλλος) όπου δημιουργεί μια καινούργια γλώσσα. Ποια λέξη σάς έρχεται πρώτη στο μυαλό τώρα από αυτές τις περίεργες που χρησιμοποιείτε;

Φαμποτίμπε, και χρησιμοποιείται ως βρισιά. Με αυτή την καινούργια γλώσσα ο διευθυντής υποστηρίζει ότι θα πετύχουν την τάξη και την ακρίβεια στην υπηρεσιακή αλληλογραφία. Ομως δημιουργεί μεγαλύτερη πολυπλοκότητα. Μπλέκεις σε ένα σύστημα που σε διαλύει και σε κάνει ακόμη πιο ευάλωτο. Αν ανοίξουμε τη σκέψη μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή η γραφειοκρατική συνθήκη είναι ο πυρήνας πολλών δεινών που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία.

Θα ήθελα να σταθούμε στην ευαλωτότητα που αναφέρατε. Μεγαλώσατε με την απουσία του πατέρα σας. Αυτή η δύσκολη συνθήκη πώς διαμόρφωσε το καλλιτεχνικό σας ιδίωμα;

Με έναν τρόπο είμαστε τα βιώματά μας. Φυσικά κάνουμε επιλογές που μας καθορίζουν, αλλά οι βάσεις μας και η αρχή του τρόπου σκέψης μας ξεκινούν από το τι ζήσαμε. Αυτό μας κινεί το χέρι για τις επιλογές. Εχω καταλήξει ότι τελικά ίσως είναι χειρότερο να μεγαλώνεις με έναν λάθος πατέρα. Εγώ ευτυχώς δεν ανήκω σε αυτή την περίπτωση.

Θα λέγατε ότι αναζητήσατε τον πατέρα σας μέσα από την επιλογή σας να εκφραστείτε στο θέατρο;

Συνήθως όσοι επιλέγουν καλλιτεχνικά επαγγέλματα με ένα τρόπο αφήνουν εκεί τραύματα. Με έμενα δεν συνέβη αυτό. Ημουν τριών ετών και πήγαμε με τη μητέρα μου να δούμε σε θερινό σινεμά τον Τσάρλι Τσάπλιν στον «Μεγάλο δικτάτορα». Μαγεύτηκα! Η μητέρα μου με έγραψε σε μια θεατρική ομάδα. Ετσι ξεκίνησαν όλα και δεν έφυγα ποτέ από αυτή τη συνθήκη. Είχα στόχο να δώσω στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, όπως και έγινε. Ημουν πολύ μικρός για να αντιληφθώ την επιλογή και να την επεξεργαστώ έτσι όπως το λες. Το κανονικό για μένα ήταν να μεγαλώνω μόνο με τη μητέρα μου. Περισσότερο η δική της παρουσία με επηρέασε.

Την είχατε αποδεχτεί αυτή τη συνθήκη;

Κατά καιρούς αναρωτιόμουν, περνούσε από το μυαλό μου αυτή η σκέψη, αλλά ήταν έτσι τα πράγματα. Είχε φτιαχτεί ένα ωραίο πλαίσιο από τη μητέρα μου.

Δεν υπήρχαν δυσκολίες;

Πάρα πολλές. Οι οικονομικές δυσκολίες ήταν πάρα πολλές και εκείνη την εποχή που ζούσα με τη μητέρα μου, σε ένα χωριό έξω από την Πάτρα, στην Περιβόλα, δεν είχα τη δυνατότητα να αντιληφθώ το μέγεθός τους. Ηταν τέτοια η κοινωνία που δεν έδινε πολλές επιλογές. Ζούσαμε με το μίνιμουμ. Αλλά ζουσα σε χωριό και είχαμε τη δυνατότητα να βγαίνουμε έξω, να φτιάχνουμε με τους φίλους μου τα παιχνίδια μας. Ημασταν ευτυχισμένα παιδάκια. Ηταν σωτήριο που ζούσαμε με τη μητέρα μου σε χωριό, γιατί αυτές οι κοινότητες στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Αν μέναμε στο κέντρο της Πάτρας θα ήταν άλλες οι συνθήκες σίγουρα.

Μου είπατε ότι πλέον κατανοείτε τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζατε εκείνη την περίοδο. Θα μπορούσατε να μου εξηγήσετε περισσότερο πώς τις αντιλαμβάνεστε τώρα;

Υπήρχε συνεχώς η ανησυχία τού πώς θα ζήσουμε. Μια διατροφή δεν μπορούσε να καλύψει όλα όσα είχαμε ανάγκη. Η μητέρα μου κουβαλούσε αυτό το βάρος. Μια γυναίκα που μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί, χωρίς να έχει σπουδάσει κάτι, έχει πολύ λίγες επιλογές. Δεν της δίνονται εργασιακές ευκαιρίες. Εκανε δουλειές του ποδαριού που δεν απέφεραν πολλά. Η αλληλεγγύη επίσης από φίλους ήταν σπουδαία. Θεωρώ ότι το περιβάλλον και η αγάπη που πήρα με έσωσαν.

Η μητέρα σας πώς σας μιλούσε για αυτή τη συνθήκη;

Ηταν πολύ βοηθητική από την άποψη ότι δεν πυροδότησε με αρνητικά συναισθήματα ή λόγια αυτό που αντιμετωπίζαμε. Θυμάμαι να μου λέει ότι όταν έρθει η στιγμή όλα θα φτιάξουν.

Η σχέση με τον πατέρα σας πότε αποκαταστάθηκε;

Σταδιακά. Είχα έρθει στην Αθήνα για να φοιτήσω στο Εθνικό Θέατρο και αρχίσαμε να επικοινωνούμε τηλεφωνικώς. Ο πατέρας μου είναι πια ένας άνθρωπος που γνώρισα καλά, όπως και την οικογένειά του. Εχω τρία αδέρφια. Πια κατανοώ ότι αυτά που αντιμετώπισε εγκαθίδρυσαν αυτή τη συνθήκη στην οποία ζήσαμε. Οταν ευδοκίμησε το χώμα ήμασταν και οι δύο ανοιχτοί για να πάμε παρακάτω. Τώρα μιλάμε στο τηλέφωνο, κάνουμε παρέα, πάμε για καφέ. Εκλεισε ένας κύκλος και ήταν απελευθερωτικό, σωτήριο.

Ποιο ήταν το βασικό ερώτημα που του κάνατε;

Δεν χρειάστηκε να κάνω κάποια ερωτήματα, η κουβέντα κύλησε μόνη της. Αυτά που μου είπε, οι εξηγήσεις που μου έδωσε ήταν αρκετές για να κατανοήσω τη συμπεριφορά του. Και αυτός έπρεπε να κάνει ό,τι μπορούσε να ζήσει. Αυτή ήταν η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί και δεν υπήρχε τρόπος να ξεπεραστεί από κανέναν.

Τι σας έφερε κοντά με τον πατέρα σας;

Οι άνθρωποι με το πέρασμα του χρόνου μεταβαλλόμαστε. Δημιουργούνται νέες ανάγκες, αλλάζει ο τρόπος σκέψης. Αυτό μας έφερε κι εμάς κοντά και άρχισε να δημιουργείται μια σχέση από την αρχή και είμαστε πολύ καλά.

Απ’ ό,τι έχετε βιώσει τι βάζετε στις ερμηνείες σας;

Νομίζω ότι έχει σημασία η παρατήρηση – γιατί συνειδητά ή ασυνείδητα το βίωμα θα μπει στον τρόπο που παίζεις. Επίσης το βίωμα μπορεί να σε βοηθήσει να κατανοήσεις καλύτερα έναν ρόλο.

Εχετε ένα παράδειγμα;

Οταν έπαιζα «Την επαρχία» του Μιχάλη Βιρβιδάκη, στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων. Επαιζα έναν τραυλό πανκ χασικλή που μεγάλωνε σε χωριό. Υπήρχε ένα ταξικό πρόβλημα από τον τρόπο που είχε μεγαλώσει. Εγώ αυτό το έχω δει σε φίλους μου. Να έχουν θυμό, δηλαδή, για τους ανθρώπους που ζούσαν καλύτερα. Είναι πιο εύκολο ν’ αντλώ από τα βιώματα των άλλων. Αυτό συμβαίνει γιατί τα προσωπικά μας βιώματα τα βλέπουμε μέσα από εμάς και δεν έχουμε αντικειμενική εικόνα. Αυτά που εντοπίζουμε όμως στους άλλους τα επεξεργαζόμαστε ως τρίτοι και έχουμε πιο σφαιρική άποψη.