Τα δύο κλειδιά που βγάζουν κυβερνήσεις

Αν για την περίοδο 2010 –  2019 οι λέξεις-κλειδιά που έβγαζαν πολιτικές ηγεμονίες και καθόριζαν τις εκλογικές εκβάσεις ήταν ο θυμός και η προσδοκία για την περίοδο που τώρα διανύουμε οι ειδικοί καταλήγουν σε δύο νέες λέξεις: Αξιοπιστία και κυβερνησιμότητα. Είναι οι δύο λέξεις -κλειδιά που και κυβερνήσεις βγάζουν και μακροημέρευση για τις πολιτικές δυνάμεις. Και εξάλλου είναι γνωστό πως στο παρασκήνιο των ερευνών, των καταγραφών και του σκαναρίσματος που κάνουν πάνω σε όλες τις μετρήσεις τα πολιτικά επιτελεία σήμερα κυρίως αυτές τις δύο λέξεις αναζητούν. Και βάσει αυτών των δύο λέξεων χτίζουν τις στρατηγικές τους. Αξιοπιστία και κυβερνησιμότητα είναι δύο όροι που κυρίως μπορεί κανείς να τους εντοπίσει στα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων και στον τρόπο που αντιλαμβάνονται σήμερα οι πολίτες τη δυναμική και την παρουσία του πολιτικών κομμάτων.

Βεβαίως κάποιος θα σκεφτεί ότι είναι αντιφατικό από τη μία οι δύο λέξεις κλειδιά να είναι αυτές και από την άλλη να διαμορφώνεται σταθερά εδώ και περίπου 1,5 χρόνο μία δεξαμενή στα δεξιά της Δεξιάς στο περίπου 20% που προφανώς εκεί ως λέξεις κλειδιά της δεν έχει ούτε την αξιοπιστία ούτε την κυβερνησιμότητα. Από την άλλη όμως οι πιο παρατηρητικοί δημοσιολόγοι θεωρούν και βλέπουν ότι στο κρίσιμο εκλογικό σώμα – μεσαίων στρωμάτων και εργαζόμενου κόσμου – αυτές οι δύο λέξεις είναι που συνεχίζουν και έχουν την κυριαρχία και που προφανώς με αυτές τις δύο θα πάμε και στην επόμενη εθνική εκλογική μάχη.

Δίκοπο μαχαίρι για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκινώντας από την αξιοπιστία θα έλεγε κάποιος ότι είναι ακόμα και η αιτία της νίκης του Σωκράτη Φάμελλου στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Βεβαίως η αξιοπιστία έχει να κάνει κυρίως βάσει των όσων λες και όσων κάνεις. Προσφάτως ο γνωστός σλοβένος φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ έκανε μία ενδιαφέρουσα επισήμανση που φαίνεται πως επιβεβαιώνει τα παραπάνω. Ακόμα και για κοινωνίες όπως η αμερικάνικη: Εκεί λοιπόν ο ίδιος σημείωσε πως η Δημοκρατική βουλευτής από τη Νέα Υόρκη Αλεξάντρια Οκάσιο – Κορτέζ απηύθυνε μία δημόσια έκκληση σε όσους είχαν ψηφίσει εκείνη αλλά και τον Τραμπ. Ηθελε να μάθει ποιο ήταν το κίνητρο μια τέτοιας ασυνεπούς επιλογής. Αυτό που κυρίως της απαντούσαν – όπως λέει ο Ζίζεκ – ήταν ότι ο Τραμπ φαινόταν πιο ειλικρινής όπως και εκείνη ενώ η Κάμαλα Χάρις έδειχνε «υπολογίστρια».

Επιστρέφοντας στα του ελληνικού πολιτικού σκηνικού ας μη μας διαφεύγει πως ο κρίσιμος όρος της αξιοπιστίας ήταν και η αιτία που προφανώς μπήκε σε μία τέτοια ατελείωτη δίνη κρίσης και διάλυσης ο ΣΥΡΙΖΑ. Η αξιοπιστία ήταν ο όρος κλειδί τον οποίον και εκείνος δεν περιέγραψε, δεν εντόπισε, δεν διερεύνησε και δεν αξιολόγησε σωστά ήδη από το 2019 όταν πέρασε στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Φαίνεται πως ακριβώς αυτή η λέξη κλειδί την ίδια στιγμή που βγάζει κυβερνήσεις, είναι και η αιτία για να γκρεμίσει πολιτικές δυνάμεις.

Η ερμηνεία της γαλάζιας ηγεμονίας. Από την άλλη ο όρος της κυβερνησιμότητας είναι κάτι που καθιστά μία πολιτική δύναμη αξιόπιστη και σοβαρή στο πεδίο του κυβερνητικού προγράμματος. Σήμερα αντικειμενικά πρόγραμμα εξουσίας εντός του πλαισίου έχει μόνον ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και υπό αυτή την έννοια έτσι εξηγείται – παρά τη συνεχιζόμενη φθορά βάσει όλων των τελευταίων δημοσκοπικών μετρήσεων – και η δική του σταθερή πρωτιά στο πολιτικό σύστημα.

Για να υπογραμμίσουμε λίγο παραπάνω και τον όρο – την κυβερνησιμότητα – με αυτόν εξηγούνται συχνά οι ροές και οι μετακινήσεις από έναν κυρίαρχο πόλο σε έναν άλλο. Για την ακρίβεια κυρίαρχο καθιστά έναν πόλο το κυβερνητικό σχέδιο. Με την αποσαφήνιση πως αυτό για πολύ κόσμο είναι ρεαλιστικό να πραγματωθεί. Γιατί κάποιος θα έλεγε πως και το ΚΚΕ έχει σχέδιο εξουσίας, έχει αξιοπιστία επίσης αλλά δεν υπάρχει ρεύμα σήμερα που να το καθιστά κυβερνητική δύναμη. Η αξιοπιστία σήμερα στο πολιτικό σκηνικό μετριέται (και) από τη διαχείριση της καθημερινότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Metron Analysis για το Mega τα δύο τρίτα των πολιτών (66%) πιστεύουν ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς τη λάθος κατάσταση και μόνο το 28% πιστεύει ότι πηγαίνουν προς τη σωστή. Kι αυτό είναι ίσως το σοβαρότερο ποιοτικό στοιχείο για την κυβέρνηση αφού φαίνεται να κλονίζει τον έναν εκ των δύο όρων που εκείνη ως τώρα μπορούσε να πει πως διατηρούσε: την αξιοπιστία της.

Πώς όμως ερμηνεύεται επαρκέστερα ο όρος της αξιοπιστίας στο πολιτικό σκηνικό και πώς η στρατηγική των κομμάτων; Πολιτικός επιστήμονας σημειώνει πως σύμφωνα με μια θεώρηση που και ο ίδιος υιοθετεί τα κόμματα συνήθως μεροληπτούν υπέρ συγκεκριμένων κοινωνικών τάξεων αλλά ταυτόχρονα είναι υποχρεωμένα να απευθύνονται σε ένα διαταξικό εθνικό ακροατήριο. Τα αντίστοιχα ταξικά ακροατήρια μπορούν συνήθως να ξεχωρίζουν τι είναι αξιόπιστο και τι όχι. Οπότε καταλήγει ότι το ζήτημα δεν είναι αξιοπιστία «in abstracto» αλλά τι μείγμα αξιοπιστίας / αναξιοπιστίας και σε ποια ακροατήρια επιλέγει μια πολιτική δύναμη. Δίνει ως παράδειγμα τον προεκλογικό Τραμπ. Ηταν πολύ δύσκολο – λέει – να ξέρεις ποιες από τις δεσμεύσεις του θα πάρεις σοβαρά και ποιες όχι αν είσαι απέξω. Αλλά εντός των ΗΠΑ ήταν φανερό ότι υπήρχε κατανόηση του ποιες ήταν αδιαπραγμάτευτες (Μεταναστευτικό και απόπειρα μείωσης του κράτους) και ποιες όχι (π.χ. οι πόλεμοι).