Μόνο οι ΗΠΑ μπορούν να εγγυηθούν την ειρήνη στην Ουκρανία

Ακόμα και αν σιγήσουν τα όπλα δεν υπάρχει μηχανισμός επιτήρησης και εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας – Η Ουκρανία δεν έχει επαρκές ανθρώπινο δυναμικό για να συνεχίσει την αντίσταση και η Ρωσία έχει υποστεί ήττα καθώς δεν πέτυχε τους στρατηγικούς της στόχους

Του Μανώλη Καλατζή

Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας, σε ένα μήνα μπαίνει στον τέταρτο χρόνο, μετά την ρωσική εισβολή πλήρους κλίμακας τον Φεβρουάριο του 2022. Αν και αυτά που έχουν αλλάξει στο έδαφος δεν είναι πάρα πολλά, η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, αναμένεται να δράσει καταλυτικά, μετά την αλλαγή σκυτάλης στις 20 Ιανουαρίου.
Η δέσμευση Τραμπ ότι μπορεί να τελειώσει τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες και μάλιστα πριν καν αναλάβει καθήκοντα, αλλά και η απειλή – προειδοποίηση, πως οι ΗΠΑ θα περιορίσουν την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, έχουν προκαλέσει κινητοποίηση τόσο στο Κίεβο όσο και στις Βρυξέλλες.

Απόσυρση των ΗΠΑ από την στήριξη της Ουκρανίας, σημαίνει ουσιαστικά παράδοση της στη Ρωσία και τον Πούτιν, με κίνδυνο επέκτασης των βλέψεων τους είτε προς την Βαλτική είτε προς την Πολωνία και τη Μολδαβία.

Στην πραγματικότητα οι πρώτοι που θέλουν να τελειώσει ο πόλεμος είναι οι ίδιοι οι Ουκρανοί, καθώς μια γενιά νέων ανδρών έχει χαθεί στα πεδία των μαχών, ενώ η χώρα έχει υποστεί τεράστιες καταστροφές, οι οποίες θα χρειαστούν δεκαετίες για να αποκατασταθούν.
Η ανοχή που επέδειξε η Δύση, στη πρώτη φάση της ρωσικής εισβολής το 2014, με την κατοχή της Κριμαίας και των ανατολικών περιοχών της Ουκρανίας, από «ρωσόφωνους» καθοδηγούμενους από τη Μόσχα, όχι μόνο δεν περιόρισε την επιθετική τάση του Πούτιν, αλλά δημιούργησε την ψευδαίσθηση πως το 2022 θα έκανε περίπατο, με την προσάρτηση μεγάλου μέρους της Ουκρανίας στη Ρωσία και τον έλεγχο της υπόλοιπης χώρας με την τοποθέτηση μιας κυβέρνησης μαριονέττας.

Τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά και σήμερα βρισκόμαστε σε οριακό σημείο, το οποίο οδηγεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τις δύο πλευρές να επιχειρούν να εξασφαλίσουν πλεονεκτήματα που θα τα χρησιμοποιήσουν ως διαπραγματευτικά χαρτιά.

Γιατί διαπραγματεύσεις;

Οι Ουκρανοί, έχοντας την υποστήριξη της Δύσης δεν έχουν κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Δεν έχουν εφεδρείες για να αναπληρώσουν τις απώλειες στα πεδία των μαχών. Το γεγονός αυτό, μειώνει την δυνατότητα περαιτέρω αντίστασης, ενώ δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και η κόπωση του πληθυσμού, ο οποίος περνάει τον τρίτο χειμώνα με βομβαρδισμούς των ενεργειακών υποδομών, με αποτέλεσμα ολόκληρες περιοχές να μένουν χωρίς θέρμανση, χωρίς ηλεκτροδότηση και χωρίς υδροδότηση. Ταυτόχρονα εκατομμύρια Ουκρανοί κυρίως γυναικόπαιδα έχουν προσφυγοποιηθεί είτε εντός είτε εκτός της χώρας.
Τα οπλικά συστήματα που παρέχονται από την Δύση, λειτουργούν μεν ανασχετικά αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τους ανθρώπους στο έδαφος. Ακόμα και αν αύριο δινόταν η δυνατότητα στους Ουκρανούς πρόσφυγες να επιστρέψουν σπίτια τους, δεν θα έβρισκαν όχι μόνο σπίτια αλλά ολόκληρες πόλεις οι οποίες εξαφανίστηκαν από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς.

Από την άλλη η Ρωσία, όσο και αν προσπαθεί να εμφανιστεί ως νικήτρια αυτού του πολέμου, στην πραγματικότητα έχει υποστεί τεράστια ήττα στο γόητρο της, αφού δεν μπόρεσε να υλοποιήσει πλήρως κανέναν από τους στρατηγικούς της στόχους.
Έχει προσαρτήσει θεωρητικά τέσσερις επαρχίες της Ουκρανίας (Λουγκάνσκ, Ντονιέτσκ, Χερσώνα, Ζαπορίζια) χωρίς να έχει καταλάβει πλήρως το έδαφος τους.
Παράλληλα δεν κατάφερε κυβερνητική ανατροπή στο Κίεβο ενώ δεν απέτρεψε το ΝΑΤΟ από περαιτέρω προσέγγιση στα ρωσικά σύνορα, αφού ανάγκασε τη Φινλανδία και τη Σουηδία να ενταχθούν στην Συμμαχία.

Η Ρωσία, παρά το ότι διαθέτει εφεδρείες, θέλοντας να αποφύγει τους εσωτερικούς κραδασμούς, κατέφυγε στην χρησιμοποίηση στρατιωτών από τη Βόρεια Κορέα, ενώ σε όλη τη διάρκεια της εισβολής αξιοποιεί τους Τσετσένους που αποτελούν προσωπικό στρατό του Ραμζάν Καντίροφ. Επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα η αιχμή του δόρατος της ρωσικής εισβολής ήταν μισθοφόροι της εταιρείας Wagner, οι οποίοι μετά την ανταρσία του Ιουνίου του 2023 αποσύρθηκαν στη Λευκορωσία, με τον Γεβγένι Πριγκόζιν, να εξοντώνεται μαζί με την ηγετική ομάδα, σε αεροπορικό «δυστύχημα».

Ακόμα και η «εφεδρεία» των καταδίκων που εξήλθαν από τις φυλακές για να σταλούν ως αναλώσιμο προσωπικό στην Ουκρανία, δεν καλύπτει τα κενά αφού οι απώλειες είναι μεγάλες, όπως μεγάλο είναι και το κόστος για αποζημιώσεις.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως για τη Ρωσία είναι η οικονομία, καθώς οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί και ο προσανατολισμός της βιομηχανίας στην παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού, έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις που δημιουργούν κινδύνους αποσταθεροποίησης. Ο πληθωρισμός παρά τις συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων δεν έχει ελεγχθεί , ενώ αυξάνεται συνεχώς η εξάρτηση από τη Κίνα.

Τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια στο εξωτερικό, χρησιμοποιούνται πλέον ως οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία, ενώ η λήξη του πολέμου θα φέρει την Μόσχα μπροστά σε νέες υποχρεώσεις για αποκατάσταση ζημιών και επαναπροσανατολισμό της βιομηχανίας της.
Εκ των πραγμάτων και οι δύο πλευρές, επιθυμούν λήξη των εχθροπραξιών αλλά με όρους που ο συμβιβασμός θα μπορέσει να γίνει αποδεκτός από την εσωτερική κοινή γνώμη.

Ανακωχή δεν σημαίνει ειρήνη

Ο Ντόναλντ Τράμπ, θεωρεί πως η απευθείας επαφή του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, θα δώσει λύση. Τα πράγματα δεν είναι έτσι και δεν είναι τόσο απλά. Καμία λύση δεν μπορεί να υπάρξει στην Ουκρανία ερήμην των Ουκρανών, γιατί απλώς δεν θα είναι βιώσιμη. Επίσης δεν μπορεί να παρακαμφθεί η ΕΕ, η οποία θα πρέπει να διαχειριστεί μια ανοιχτή πληγή η οποία αν κακοφορμίσει θα προκαλέσει επιπτώσεις ασφάλειας και σε χώρες μέλη της και σε ολόκληρη την Ένωση. Με δεδομένο ότι τα περισσότερα έλη της ΕΕ είναι και μέλη του ΝΑΤΟ, η πληγή της Ουκρανίας, μπορεί να γίνει η αιτία μιας ευρύτερης πολεμικής αναμέτρησης, σε λίγα χρόνια, κάτι που προβλέπουν οι αναλυτές σε αρκετές χώρες.

Η Ουκρανία στο πλαίσιο ενός συμβιβασμού, μπορεί να ανταλλάξει εδάφη με την παροχή εγγυήσεων ασφάλειας. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να ανταλλάξει τα εδάφη που διεκδικεί η Ρωσία, η οποία έχει απαιτήσεις και για περιοχές που δεν έχει καταφέρει να καταλάβει. Ζητάει ουσιαστικά αποχώρηση των Ουκρανών και παράδοση τους, κάτι που δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από κανέναν.
Το θέμα αυτό μπορεί να λυθεί με την διαπραγμάτευση αποχώρησης των ουκρανικών στρατευμάτων από την περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας, την οποία έχουν καταλάβει από τον περασμένο Αύγουστο.

Το αγκάθι δεν είναι στον τρόπο που θα σιγήσουν τα όπλα αλλά πως θα επιβληθεί η ειρήνη με την επιτήρηση της γραμμής αντιπαράταξης που θα δημιουργηθεί εκ των πραγμάτων.
Τον ρόλο της επιτήρησης και της εγγύησης της ασφάλειας της Ουκρανίας, δεν μπορεί να τον αναλάβει οποιαδήποτε χώρα ή ομάδα χωρών, αν σε αυτές δεν συμμετέχουν οι ΗΠΑ. Για να συμμετέχουν όμως οι ΗΠΑ πρέπει να συμμετέχει το ΝΑΤΟ και η Ουκρανία είναι αυτό που ζητάει.

Ζητάει ένταξη στο ΝΑΤΟ όχι για να ενοχλήσει τον Πούτιν αλλά για να προστατευθεί από τον Πούτιν. Σε διαφορετική περίπτωση, η Ρωσία μπορεί να επιχειρήσει νέα εισβολή και κατάληψη ολόκληρης της Ουκρανίας, με δεδομένη την θέση της ότι δεν υπάρχει ουκρανικό έθνος και συνεπώς δεν μπορεί να υπάρχει και κράτος.
Η ΕΕ, θα μπορούσε να αποτελέσει την εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας, αλλά μετά από την πάροδο αρκετών χρόνων όταν καταφέρει να φτιάξει συλλογικό σύστημα ασφάλειας, αποκτώντας ενιαία χαρακτηριστικά και ικανό εξοπλισμό για να αντιμετωπίσει την ρωσική επιθετικότητα.
Το μήνυμα που έστειλαν χθες οι 27 πήγε σε δύο κατευθύνσεις. Στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα.

Η ΕΕ δήλωσε δεσμευμένη μέχρι τέλους στην υπεράσπιση της Ουκρανίας και καμία λύση δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς εμπλοκή της ΕΕ και του Κιέβου.