Το ποδόσφαιρο διαθέτει το σκληρότερο πρόσωπο από κάθε άλλο άθλημα. Είναι το μοναδικό στο οποίο δεν αρκεί να είσαι ο καλύτερος για να νικήσεις. Αυτή είναι άλλωστε και η ομορφιά του και το μυστικό της δημοφιλίας του. Μια επίδειξη της μπρουτάλ πλευράς του ποδοσφαίρου είδαμε το βράδυ του Σαββάτου στο Μονζουίκ. Από τη μία είχες την Μπαρτσελόνα που μάγευε στον αγωνιστικό χώρο και σε έκανε να αναρωτιέσαι αν πράγματι υπάρχει το ποδόσφαιρο που βλέπεις ή αποτελεί μια οπτασία. Και από την άλλη είχες την Ατλέτικο που αμυνόταν με νύχια και με δόντια, ροκάνιζε τον χρόνο με κάθε τρόπο και ευγνωμονούσε τον θεό της μπάλας που είχε κάτω από τα δοκάρια της τον Ομπλακ.
Η στατιστική της Μπάρτσα θα μπορούσε να καταλήξει έκθεμα στο μουσείο της. Κι όμως, νικήτρια απ’ αυτόν τον αγώνα αναδείχτηκε η Ατλέτικο με γκολ στα τελευταία δευτερόλεπτα των καθυστερήσεων. Είχε να νικήσει 18 χρόνια στην έδρα των Καταλανών με πολύ καλύτερες ομάδες και απόδοση, αλλά το έκανε τώρα, που η Μπάρτσα χόρευε στο χορτάρι, που είχε 19 ευκαιρίες για γκολ, ένα δοκάρι, τρία χαμένα τετ-α-τετ, 2,54 αναμενόμενα γκολ έναντι μόλις 0,63.
Το σκληρό πρόσωπο του ποδοσφαίρου εμφανίστηκε ξανά. Οπως είχε συμβεί στον ημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με την Ιντερ, το 2010 ή με την Τσέλσι, το 2012.
Οι αριθμοί λένε πως αυτή η Μπάρτσα είναι χειρότερη από την ομάδα του Τσάβι, την περυσινή και την προπέρσινη. Οι ίδιοι αριθμοί όμως λένε πως θα έπρεπε να είχε συντρίψει την Ατλέτικο αλλά τελικά ηττήθηκε.
Οι ψεύτες αριθμοί δεν μπορούν να περιγράψουν το βελούδινο ποδόσφαιρο που παίζουν σήμερα τα πιτσιρίκια της Μπάρτσα, μιας ομάδας που είναι ανώτερη απ’ αυτήν του Πεπ Γκουαρντιόλα που σάρωνε τους τίτλους, με έναν όμως αστερίσκο: της λείπει ένας 20χρονος Μέσι που έκανε τη μισή ευκαιρία για γκολ. Αλλά και τότε που είχε τον Βαν Γκογκ του αθλήματος στις τάξεις της δεν απέφευγε την οργή των ποδοσφαιρικών θεών. Για να καταλήξουμε σε αυτό που όλοι γνωρίζουμε: τελικά στο ποδόσφαιρο το μόνο που μετρά είναι αυτό που γράφει το ταμπλό. Ολα τα υπόλοιπα είναι για να ‘χουμε να λέμε.