Παύλος Ντε Γκρες

Ανθρωπος που τον έχει συναναστραφεί – κι έχει προσέξει ότι όποτε βρίσκεται εδώ προτιμά να επισκέπτεται την Αθηναϊκή Λέσχη παρά οποιοδήποτε άλλο μέρος – χρειάζεται ελάχιστες λέξεις για να τον περιγράψει. «Είναι παλιομοδίτης», λέει. «Θα κυκλοφορούσε πιο άνετα στην Αθήνα της δεκαετίας του 1950. Ή ακόμη καλύτερα του 1930». Για να στηρίξει του λόγου του το αληθές επισημαίνει μια λεπτομέρεια: δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσει γυναίκα και να μην της κάνει χειροφίλημα.

Παρότι από τότε που άρχισε να επισκέπτεται συχνότερα την ελληνική πρωτεύουσα έχει φανεί περισσότερο προσαρμοστικός και μοντέρνος απ’ τον πατέρα του, «νιώθει τιτλούχος», συμπληρώνει. Αυτή η διαπίστωση κουμπώνει με την επιλογή του Ντε Γκρες. Εκείνος που μεγάλωσε ακούγοντας πως δεν γίνεται να τους αποκαλούν Γλύξμπουργκ (αν κι ανήκουν στον Οίκο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ) επειδή είναι τοπωνύμιο, διάλεξε την ονομασία της χώρας στα γαλλικά προκειμένου να υποδηλώσει κάπως κουτοπόνηρα την εικόνα που βλέπει όποτε κοιτάζεται στον καθρέφτη για να τριμάρει το αριστοκρατικό του γενάκι.

Το οικογενειακό όνομα που ενόχλησε την αντιπολίτευση, γιατί «δημιουργεί συνειρμούς», αφού «η ελληνική έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τίτλους ευγενείας, κάτι που επιχειρείται να υπονοηθεί υπόγεια», διαβάστηκε κι ανάποδα, παρ’ όλ’ αυτά. Εκλήφθηκε σαν μια κίνηση με την οποία ο μεγαλύτερος αρσενικός απόγονος του Κωνσταντίνου «σφραγίζει την ταφόπλακα που είχε βάλει στη μοναρχία το δημοψήφισμα του 1974». Το σκεπτικό είναι πως υιοθετώντας το στέρησε απ’ τον ίδιο, τα παιδιά και τα αδέλφια του ακόμη κι οποιαδήποτε ενδόμυχη σκέψη επιστροφής σε περασμένα μεγαλεία που είτε δεν θυμούνται, είτε δεν γνώρισαν.

Βέβαια, σύμφωνα με έμπειρο κοινοβουλευτικό της ΝΔ, ο οποίος έχει κοινωνικές σχέσεις με βασιλόφρονες, το φιλοβασιλικό κοινό πλέον δεν πιστεύει στην παλινόρθωση. Εξού κι οι εν λόγω πολίτες «δεν είναι υποστηρικτές αλλά συμπαθούντες», σημειώνει. Δεν είναι οπαδοί. Ούτε προσδοκούν να υποκλιθούν σ’ αυτούς που κρατάνε τον θυρεό ενώ έχει χαθεί το βασίλειο μισόν αιώνα τώρα.

Στην αντίπερα όχθη, όσων δεν αμφέβαλλαν ούτε στιγμή για τα γερά θεμέλια της Μεταπολίτευσης, η φτωχή φαντασία που αποκάλυψε ο Παύλος Ντε Γκρες με την ονοματοδοσία του είναι η καλύτερη απόδειξη πως δεν αποτελεί απειλή για το πολίτευμα. Εφόσον δεν ψυχανεμίστηκε καν ότι θα του έκαναν πλάκα, προτείνοντάς του εναλλακτικές οι οποίες θα φώναζαν εξίσου δυνατά την καθήλωσή του στο βασιλικό στάδιο της ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, δεν διαθέτει τα οργανωτικά προσόντα που υπονόησαν μερικές κομματικές έδρες. «Αν τον στύψεις, ζήτημα να βγάλεις δυο σταγόνες ουσίας», ισχυρίζεται μια από τις παραπάνω πηγές. Χάρη στον ληξίαρχο βεβαιώθηκαν κι οι υπόλοιποι γι’ αυτό.