Αυτή την εβδομάδα, οι ταλαντούχοι αδελφοί Mandylor έχουν την τιμητική τους στον «Νέο Κόσμο».
Πριν από λίγες ημέρες, δημοσιεύσαμε την ιστορία του Costas Mandylor, του «τέταρτου γιου» του Anthony Quinn, ο οποίος μίλησε για το πώς το άδοξο τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας άνοιξε τον δρόμο για μια λαμπρή πορεία στον κόσμο της υποκριτικής. Σήμερα, σειρά έχει η ιστορία του αδελφού του, Luis Mandylor, ο οποίος αφηγείται την απρόσμενη στροφή της δικής του καριέρας – από την πυγμαχία στην υποκριτική και την σκηνοθεσία.
Ο Louis Mandylor έχει ζήσει μια γεμάτη ζωή, περνώντας από τον αθλητισμό στην υποκριτική. Ξεκίνησε με το ποδόσφαιρο και την πυγμαχία, αλλά τελικά καθιερώθηκε στον κόσμο της υποκριτικής και της σκηνοθεσίας στην Αμερική – μια καριέρα που, όπως λέει, μόλις τώρα αρχίζει πραγματικά.
Η πορεία του Ελληνοαυστραλού ηθοποιού (γεννημένου ως Louis Theodospoulous) εκτείνεται σε περισσότερες από τρεις δεκαετίες, με συμμετοχές σε αμέτρητες ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.
Για την ελληνική Διασπορά, είναι κυρίως γνωστός ως Νίκος «Νικ» Πορτοκάλος στη σειρά ταινιών My Big Fat Greek Wedding. Ωστόσο, όλα αυτά ήρθαν στη ζωή του αφού είχε ήδη διαγράψει μια αξιόλογη πορεία στον χώρο του ποδοσφαίρου και της πυγμαχίας.
ΕΝΑΣ ΠΟΛΛΑ ΥΠΟΣΧΟΜΕΝΟΣ ΑΘΛΗΤΗΣ
Ο Mandylor, γεννημένος στη Μελβούρνη, ξεχώρισε στον χώρο του αθλητισμού μέσα από το ποδοσφαιρικό σύστημα της Βικτώριας τη δεκαετία του 1980.
Η πρώτη του μεγάλη διάκριση ήρθε το 1985 με την ομάδα Melbourne Hungaria που δεν υφίσταται πλέον, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα της πρώτης κατηγορίας Βικτώριας (τότε η δεύτερη τη τάξει κατηγορία της Πολιτείας), μια επιτυχία που ακόμη θεωρεί μία από τις πιο περήφανες στιγμές της ζωής του.
Ο Luis συνέχισε την ποδοσφαιρική του πορεία στη Heidelberg United (Μέγας Αλέξανδρος) και συνέβαλε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της State League το 1988, βοηθώντας την ομάδα να προβιβαστεί στο Εθνικό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου Αυστραλίας (National Soccer League).
«Σημείωσα μερικά καθοριστικά γκολ εκείνη τη σεζόν, που μας ανέβασαν κατηγορία, και νομίζω πως αυτό είναι το αποκορύφωμα της ποδοσφαιρικής μου καριέρας», δήλωσε στον «Νέο Κόσμο».
Παραδέχθηκε ότι η επιτυχία του στο ποδόσφαιρο οφειλόταν, εν μέρει, στον θυμό που ένιωθε, τον οποίο αξιοποιούσε ως πηγή ενέργειας μέσα στους αγώνες.
«Ήμουν πολύ παθιασμένος. Το αγαπούσα και ήμουν περήφανος. Είχα μπλεξίματα σε κάποιους καβγάδες όταν ήμουν στη Heidelberg και σε άλλες ομάδες, λόγω αυτής της αγγλικής ‘κλίκας’ που υπήρχε», ανέφερε ο ηθοποιός.
«Υπήρχε ένα κλίμα όπου οι Έλληνες υποτιμούνταν συνεχώς, και ούτε εγώ ούτε ο αδερφός μου, ο Κώστας, το ανεχτήκαμε».
Ο Mandylor τελικά έχασε το ενδιαφέρον του για το ποδόσφαιρο, το οποίο περιέγραψε ως υπερβολικά γραφειοκρατικό και πολιτικοποιημένο κι έτσι στράφηκε στην πυγμαχία.
«Ήταν μια παράξενη μετάβαση», εξηγεί, καθώς ένας φίλος του τον μύησε στο άθλημα.
«Απλώς ξεκίνησα προπονήσεις επειδή το απολάμβανα. Συνειδητοποίησα ότι ήμουν πολύ καλός, και ήταν ένας καλός τρόπος να απελευθερώνω την ένταση που είχα ως νεαρός έφηβος».
Ο Mandylor έδωσε περισσότερους από 15 αγώνες στη Μελβούρνη προτού μετακομίσει στο Λος Άντζελες, όπου ζούσε ο αδερφός του, με στόχο να εξελίξει την καριέρα του στην πυγμαχία.
«Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι το έκανα, γιατί είναι ένα πολύ σκληρό άθλημα. Είναι βίαιο. Πώς μπορείς να πεις ότι ερωτεύεσαι τη ζωγραφική, την υποκριτική, το ποδόσφαιρο ή οτιδήποτε άλλο; Εκείνη τη στιγμή, όμως, ήμουν εμμονικός με την πυγμαχία», είπε.
ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΡΙΕΡΑΣ
Ο Mandylor έφυγε για τις ΗΠΑ το 1989 με την ελπίδα να συνεχίσει την πυγμαχία, ακολουθώντας τον αδερφό του, ο οποίος εκείνη την περίοδο δοκίμαζε την τύχη του ως ηθοποιός.
«Ο αδερφός μου ξεκίνησε να εργάζεται ως ηθοποιός στο Λος Άντζελες, οπότε σκέφτηκα να πάω κι εγώ εκεί και να προσπαθήσω και τα δύο ταυτόχρονα, αλλά ήμουν πραγματικά επικεντρωμένος στην πυγμαχία», είπε.
Η μετάβαση αποδείχθηκε δύσκολη για τον Mandylor, ο οποίος αποκάλυψε ότι επέστρεψε στην Αυστραλία μετά από έναν χρόνο, έτοιμος να εγκαταλείψει την πυγμαχία, μέχρι που ένα όνειρο τον ώθησε να επιστρέψει στο Λος Άντζελες.
«Ήταν δύσκολα. Βρέθηκα σε μια ξένη χώρα, χωρίς άδεια εργασίας. Ο αδερφός μου εκείνη την περίοδο ήταν απασχολημένος με την καριέρα του ως ηθοποιός. Ήταν δύσκολα, αλλά σιγά-σιγά βρήκα τον ρυθμό μου», είπε.
Γρήγορα προσαρμόστηκε στη ζωή στην Αμερική, γνωρίζοντας ανθρώπους στο μάθημα υποκριτικής που παρακολουθούσε με τον αδερφό του, κάνοντας φίλους και, τελικά, αγαπώντας το ίδιο επάγγελμα.
«Από τότε άρχισα να επεκτείνομαι σε αυτόν τον χώρο. Το δοκίμασα, έκανα κάποιες συναντήσεις, βρήκα έναν ατζέντη και, σιγά-σιγά, τα πράγματα άρχισαν να συμβαίνουν», ανέφερε ο ηθοποιός.
Ο Mandylor ανέφερε τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και την ταινία «Οργισμένο Είδωλο» (βασισμένη στη ζωή του πυγμάχου Jake LaMotta) ως μεγάλες επιρροές του στην υποκριτική, κάτι αρκετά ταιριαστό, δεδομένου ότι είχε προοπτικές τόσο ως ηθοποιός όσο και ως πυγμάχος.
Ειρωνικά, η πρώτη του ταινία ήταν μια αθλητική κωμωδία με τίτλο Necessary Roughness, όπου υποδυόταν έναν παίκτη αμερικανικού ποδοσφαίρου.
Αυτή η ταινία ήταν που επισφράγισε την αλλαγή της καριέρας του.
«Όταν μου παρουσιάστηκε μια ευκαιρία, άρχισα πραγματικά να σπουδάζω και να μαθαίνω την τέχνη της υποκριτικής, αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα την ακολουθήσω επαγγελματικά. Ήταν μία από εκείνες τις ανατροπές της μοίρας σε ένα σταυροδρόμι της ζωής μου, και την ακολούθησα».
«Την ίδια μέρα έλαβα ένα συμβόλαιο για αγώνα πυγμαχίας και την πρώτη μεγάλη πρόταση για ταινία, το Necessary Roughness. Εκείνη την ημέρα αποφάσισα να ακολουθήσω τον κινηματογράφο».
Ο ΠΡΩΤΟΣ «JOEY» ΣΤΑ «ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ»
Ανάμεσα στις τηλεοπτικές συμμετοχές του Mandylor συγκαταλέγεται η εμφάνισή του σε ένα επεισόδιο της εμβληματικής σειράς «Friends» (Φιλαράκια), όπου υποδύθηκε τον «δίδυμο» του Joey, Carl.
Χωρίς να το γνωρίζει εκείνη την εποχή, ο ρόλος του Joey προοριζόταν αρχικά για εκείνον—κάτι που ανακάλυψε μόλις το 2023, κατά τη διάρκεια της επανένωσης του καστ της σειράς.
«Νομίζω ότι ο Kevin Bright (ένας από τους παραγωγούς) το ξεκαθάρισε σε όλους: ο ρόλος ήταν δικός μου πριν από τον Matt LeBlanc. Είχα ήδη κλείσει τη δουλειά, αλλά δεν το ήξερα μέχρι δεκαετίες αργότερα», ανέφερε ο ηθοποιός.
Ήταν ενήμερος ότι βρισκόταν ανάμεσα στους βασικούς υποψηφίους, όμως η εξαιρετική οντισιόν του LeBlanc έπεισε τους παραγωγούς να του δώσουν τον ρόλο, αποκλείοντας έτσι τον Mandylor.
«Την επόμενη μέρα, ο Matt ήρθε γιατί είχε χάσει την οντισιόν του—είχε πέσει και χτυπήσει το κεφάλι του σε ένα μπαρ, καταλήγοντας με ένα μαυρισμένο μάτι», είπε ο Mandylor.
«Πέρασε κάποιες ώρες μαζί τους και τους έκανε να γελάσουν. Τότε σκέφτηκαν: «Αυτός είναι ο Joey». Πήρε τον ρόλο και είχαν δίκιο. Ήταν τέλειος γι’ αυτόν, και το καστ των Friends ήταν τέλειο όπως ήταν».
Ο Mandylor βίωσε κι άλλη απογοήτευση σχετικά με τη σειρά, καθώς το αρχικό του συμβόλαιο για επτά επεισόδια ως Carl περιορίστηκε σε μόλις ένα, λόγω της εμφάνισης ενός μεγάλου σταρ.
«Θυμάμαι ότι ήμουν ενθουσιασμένος που θα έκανα επτά επεισόδια, αλλά τη Δευτέρα μου είπαν: ‘Συγγνώμη, Louis. Ο Bruce Willis είναι διαθέσιμος. Τον κυνηγάμε χρόνια για να εμφανιστεί στη σειρά’», αποκάλυψε ο ηθοποιός.
Δεν κράτησε καμία κακία για την εξέλιξη αυτή, τη βρήκε μάλιστα αστεία και τόνισε ότι απόλαυσε τον χρόνο του στη σειρά «Friends», επαινώντας το συνεργείο, καθώς και την Jennifer Aniston και τον Matt LeBlanc (τον οποίο γνώριζε από πριν) για τη φιλική τους στάση.
Ο ηθοποιός ανέφερε ότι ακόμα και σήμερα τον σταματούν φαν της σειράς που τον αναγνωρίζουν.
«Πριν λίγες μέρες, ήμουν σε ένα εστιατόριο και ένα ζευγάρι μου είπε “Μην μας πεις ότι είσαι ο Carl, φίλε” και ξέσπασα στα γέλια. Οι φαν των «Friends» είναι πιστοί. Με σταματούν γι’ αυτό το επεισόδιο σχεδόν όσο συχνά με σταματούν για το «Γάμος αλά Ελληνικά» και έκανα μόνο μία εμφάνιση».
ΝΕΑ ΠΡΟΚΛΗΣΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Ο Mandylor έχει πολλές σημαντικές στιγμές να θυμάται από την καριέρα του, όπως η δουλειά του στο «The Offer» (τη σειρά που αφηγείται τα παρασκήνια της ταινίας «Ο Νονός»). Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί σε μια νέα πρόκληση, αυτή της σκηνοθεσίας.
«Η υποκριτική είναι ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος από τη σκηνοθεσία. Η σκηνοθεσία δεν σταματά, από δύο μήνες πριν ξεκινήσεις μέχρι και έναν χρόνο αφότου τελειώσεις. Είσαι ο επικεφαλής, ο συντονιστής του συνεργείου και υπεύθυνος για την ολοκλήρωση της ταινίας», εξήγησε.
Τα τελευταία δέκα χρόνια, ο Mandylor έχει εξελιχθεί καλλιτεχνικά, αφιερώνοντας τον εαυτό του στον κινηματογράφο.
«Είμαι εξαιρετικά παθιασμένος και σε αυτόν τον χώρο υπάρχουν επίπεδα. Φιλοδοξώ να φτάσω στο επίπεδο των κορυφαίων, είτε μπροστά είτε πίσω από την κάμερα», είπε.
«Η προετοιμασία μου είναι έντονη. Το ζω και το αναπνέω. Ο στόχος μου είναι να αριστεύσω, και νιώθω ότι τώρα μόλις ξεκινάω».
Έχει ήδη σκηνοθετήσει αρκετά πρότζεκτ, με το επόμενο να είναι το «Death March», στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Scott Adkins, συμπρωταγωνιστής του Mandylor στο «Debt Collectors». Η ταινία είναι παραγωγή της Odyssey Motion Pictures, της εταιρείας που ίδρυσε μαζί με τον συνεργάτη του, Marc Clebanoff.
«Τους επόμενους μήνες ολοκληρώνουμε το post-production, και σύντομα θα βγει στην αγορά. Ανυπομονώ να το δει ο κόσμος», είπε.
Ήταν ένα συναρπαστικό ταξίδι για τον ηθοποιό από τη Μελβούρνη, ο οποίος ανήκει στη μικρή ομάδα Αυστραλών που κατάφεραν να διαπρέψουν στην Αμερική. Νιώθει απέραντη ευγνωμοσύνη για τη διαδρομή του.
«Αν αυτό σημαίνει κάτι, είμαι χαρούμενος που είμαι ένας Αυστραλός που τα κατάφερε αρκετά καλά στο Χόλιγουντ. Αυτό με κάνει πραγματικά περήφανο».
The post Από το ρινγκ στην οθόνη: Το ταξίδι του Louis Mandylor στο Χόλιγουντ appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.