Η συνωμοσιολογία είναι ακροδεξιά

Δεν ξέρω αν και πόσο καιρό ακόμα μπορεί να αντέξει η προβολή στην κοινή γνώμη της δήθεν απόκρυψης του ξυλολίου που δήθεν υπήρχε στο τρίτο βαγόνι της εμπορικής αμαξοστοιχίας, η οποία συγκρούστηκε τον Φεβρουάριο του 2023 στα Τέμπη. Ούτε πόσο μπορεί να αντέξει η προβολή στην κοινή γνώμη του στόρι της δήθεν απόκρυψης από την κυβέρνηση του δήθεν υψηλά ιστάμενου λαθρέμπορου ξυλολίου προς νόθευση καυσίμων, όπως δίδαξε πρώτος στη Βουλή ο γνωστός ακροδεξιός συνωμοσιολόγος και δήθεν Επιστολογράφος του Ιησού.

Παρά τα πολλά δήθεν αυτής της ιστορίας, η ουσία είναι ότι, όπως σας τα έλεγα από την ημέρα των μεγάλων συλλαλητηρίων για τα Τέμπη, οι πολίτες για ακόμα μία φορά έπεσαν θύματα μιας επιδέξια διατυπωμένης πολιτικής ρητορικής που φούντωσε τα δημοσκοπικά ποσοστά των άκρων. Της Ακροδεξιάς και της Αριστεράς – ή, προκειμένου για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, μιας οιονεί Αριστεράς. Που για ακόμα μία φορά συγκλίνουν, υποτίθεται, σε ένα αντισυστημικό μέτωπο, όπως συνέβη και στις αρχές της δεκαετίας του 2010, όταν το αντιμνημονιακό στρατόπεδο αποδέχτηκε και ενέκρινε την πολιτική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Οπως τότε αναδύθηκαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, έτσι και τώρα συμπλέουν η Αριστερά με την Ακροδεξιά, με συνεκτικό ιστό ένα χημικό στοιχείο που το ήξεραν μόνο οι χημικοί: το ξυλόλιο.  Η αποδοχή, δηλαδή, από την Αριστερά (και από το ΠΑΣΟΚ, ιδίως από το ΠΑΣΟΚ) της κινηματικής δημαγωγίας, δήθεν για να τιμωρηθούν οι ανάλγητοι υπηρέτες συμφερόντων που έστειλαν 57 ανθρώπους, κυρίως νέους, με τρένα τα οποία δεν παρέχουν ασφάλεια, ουσιαστικά υιοθέτησε και νομιμοποίησε ηθικά την ιδεολογική εκδοχή της Ακροδεξιάς του Βελόπουλου. Η εκδοχή αυτή δεν είναι απλώς μια προσωρινή διάρρηξη της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς. Είναι κάτι πολύ πιο διαλυτικό: είναι η υιοθέτηση ως πολιτικής μεθόδου της αντισυστημικής συνωμοσιολογίας. Για να το πω ωμά, η αποδοχή από την Αριστερά (συμπεριλαμβανομένου του ΠΑΣΟΚ) των μυθευμάτων περί ξυλολίου είναι προσχώρηση στην ακροδεξιά συνωμοσιολογία.

Η κινηματική/αριστερή αντιπολίτευση (μαζί με το ΠΑΣΟΚ) χρησιμοποίησε τις κοινωνικές κινητοποιήσεις, περισσότερο ή λιγότερο αυθόρμητες, προς ίδιον όφελος – με στόχο την ηθική πρωτίστως κατάρρευση της κυβέρνησης, χωρίς να υπάρχει εναλλακτικό πειστικό σχέδιο για τη χώρα. Ουσιαστικά, εμπορεύτηκε εν γνώσει της τον ανθρώπινο πόνο.

Ο κυνισμός του «συστήματος», τον οποίο παρουσίασαν οι αντιπολιτεύσεις στους πολίτες, ακόμα κι αν υπάρχει, δεν αντιμετωπίζεται με περισσότερο κυνισμό, που υπάρχει στην εξύμνηση και την εργαλειοποίηση των «κινημάτων». Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Η συγκίνηση δεν είναι πολιτικό μέγεθος, δεν οδηγεί σε πολιτικά προγράμματα. Η επανενεργοποίηση των πολιτών στα δημόσια πράγματα εξαιτίας των συναισθημάτων τους δεν είναι πολιτική στάση, γι’ αυτό και επιτρέπει την άνοδο αυταρχικών και ακροδεξιών λύσεων. Η αγανάκτηση του 2011 έφερε τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κι έκανε υπολογίσιμη δύναμη τη ρατσιστική βία της ριζοσπαστικής Ακροδεξιάς, της Χρυσής Αυγής.

Η κινηματική δημαγωγία, αντίθετα από ό,τι φαίνεται να πιστεύουν οι αριστεροί ή νεοαριστεροί οπαδοί της, δεν οδηγεί σε μια προσδοκώμενη νέα πολιτικοποίηση, αλλά στον απολιτικό μηδενισμό και στην ακόμα μεγαλύτερη κοινωνική εξατομίκευση, διαλύοντας τον κοινωνικό δεσμό μέσα σε εφήμερους μύθους. Γι’ αυτό, ως σήμερα, χάνουν δημοσκοπικά ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ και νικάνε η Κωνσταντοπούλου, που εναλλάσσει καρδούλες με εκρήξεις επιτηδευμένης οργής, και η Λατινοπούλου, που προβάλλει έναν διεθνή τραμπισμό, έναντι του καθαρόαιμου επαρχιωτισμού του Βελόπουλου.  ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ έβαλαν τα χέρια τους κι έβγαλαν τα μάτια τους.