Οι νεοδημοκράτες που σιωπούν

Δεν έφτανε η ετυμηγορία των λαϊκών δικαστηρίων ότι το τρομερό δυστύχημα των Τεμπών δεν ήταν αποτέλεσμα σοβαρών παραβιάσεων των πρωτοκόλλων ασφαλείας από υπαλλήλους των τρένων αλλά «έγκλημα» της κυβέρνησης η οποία μάλιστα μεθόδευσε τη συγκάλυψή του, στον ισολογισμό των κυβερνητικών δολοφονιών προστέθηκε ακόμα μια ετυμηγορία: αυτή που αποδίδει στην κυβέρνηση έναν ακόμα αδόκητο θάνατο, του γιου μιας δικαστίνας στη Λάρισα. Η απόφαση ελήφθη, ως συνήθως, στα κοινωνικά δίκτυα, και ανέλαβε να την ανακοινώσει στη Βουλή ο συνήθως άβουλος Σωκράτης Φάμελλος, πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ο συγκεκριμένος μάλιστα, ρωτώντας ό,τι να ‘ναι, με μόνο τεκμήριο ότι η μητέρα του νεκρού υπαινίχθηκε ότι ο γιος της δολοφονήθηκε, είπε και τα εξής: «Τα ερωτήματα πληθαίνουν από την κοινωνία. […] Εμείς, με μεγάλη προσοχή, καταθέτουμε μόνο ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις. Απαντήσεις από τη Δικαιοσύνη. Διότι δεν είμαστε σαν τον Πρωθυπουργό, ο οποίος βιάζεται να κάνει και τον ανακριτή και τον εισαγγελέα και τον δικαστή».

Πώς απαντάς στη χυδαιότητα; Προσπάθησε να απαντήσει ο Μάκης Βορίδης, και εισέπραξε ακόμα πιο βαρείς υπανιγμούς από τον βουλευτή του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου, Αλέξανδρο Καζαμία, που συσχέτισε τον θάνατο του γιου της δικαστίνας με τις έρευνες για το δυστύχημα στα Τέμπη – ενώ ξύπνησε και ο γνωστός Πολάκης. Παρέμβαση έκανε και ο Αδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος πήρε επίσης τον λόγο και είπε: «Τη μία μας λέτε παιδεραστές, την άλλη λαθρέμπορους, τώρα δολοφόνους. Ως εδώ!».

Το εμπόριο του πόνου, στο οποίο συλλήβδην επιδίδεται εβδομάδες τώρα όλη η αντιπολίτευση, δεξιά κι αριστερή, συνεχίζεται, στις αρχικές κατηγορίες προστίθενται καινούργιες και, ενώ έχουν καταρριφθεί οι βασικοί ισχυρισμοί, ότι το εμπορικό τρένο που συγκρούστηκε μετέφερε ουσία που μπορούσε να εκραγεί, προϊόν λαθρεμπορίου το οποίο η κυβέρνηση επιχείρησε να συγκαλύψει, το κλίμα επιστροφής στις πλατείες της «Αγανάκτησης» του 2011, τώρα της Συγκίνησης και της Θλίψης, συνεχίζει να κρατιέται ζωντανό.

Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση είναι ότι, ενώ όντως οι θεωρίες συνωμοσίας, οι γενικεύσεις, οι χυδαίοι υπαινιγμοί και μια συνεχιζόμενη επίθεση στους δημοκρατικούς θεσμούς παραμένουν στο προσκήνιο, αυτοί που από την κυβέρνηση επιχειρούν να απαντήσουν είναι ελάχιστοι. Ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης, ο Γιώργος Φλωρίδης (ο οποίος επιπλέον έχει εργαστεί πολύ και μεθοδικά για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη), ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης (που είναι η δουλειά του), ο Κωστής Χατζηδάκης και ελάχιστοι άλλοι.

Κι αν από την αρχή τα πράγματα δεν ήταν σαφή, με αποτέλεσμα να παρασυρθεί ακόμα κι ο Πρωθυπουργός από το κύμα της επιτηδευμένης Συγκίνησης, τώρα πια είναι σαφέστατα, είναι σαφείς οι επιδιώξεις και εξίσου σαφείς είναι οι αντιστοιχίες με το 2011. Δεν είναι εύλογο, κατά συνέπεια, να έχουν εξοργιστεί με την εργαλειοποίηση του πόνου σε όλη την πολυπληθή κυβέρνηση; Δεν είναι θεμιτό να έχουν εξεγερθεί όταν στην ουσία οι πολιτικοί αντίπαλοί τους τους απευθύνουν την κατηγορία ότι μετέχουν σε κυβέρνηση δολοφόνων; Και τι κάνουν γι’ αυτό; Κρύβονται απλώς πίσω από τον Γεωργιάδη και τον Βορίδη;

Η πολιτική ζωή του τόπου, σε μια δύσκολη διεθνή συγκυρία, οδηγείται συστηματικά και μεθοδικά προς τη δημοκρατική αποδόμηση – αλλά από την πλευρά της κυβέρνησης, πολλά στελέχη της κρύβονται, πιστεύοντας ότι στο παρασκήνιο δεν τους παίρνουν τα σκάγια.

Εκτός εάν όσοι και όσες σιωπούν και κρύβονται από την πραγματικότητα δεν θεωρούν εαυτούς και εαυτές ικανούς να αντιπαρατεθούν σε μια επίθεση κατά της κανονικότητας την οποία υποτίθεται υπηρετούν και θα έπρεπε να υπερασπίζουν. Δεν θέλω να πιστέψω όμως ότι υπάρχουν ενεργοί πολιτικοί που πιστεύουν ότι η δουλειά τους είναι κάτι σαν παιδική χαρά. Ξυπνήστε.