Επιχειρηματικός πατριωτισμός

Το Σάββατο, ο διαχρονικός δισεκατομμυριούχος Γουόρεν Μπάφετ δημοσίευσε, όπως κάνει κάθε χρόνο, την επιστολή του προς τους μετόχους του κολοσσού που έχει δημιουργήσει, την Berkshire Hathaway. Η αγορά περίμενε να διαβάσει για να δει πού πάνε τα πράγματα. Ειδικά φέτος πολλοί περίμεναν πως θα τοποθετηθεί στο νέο περιβάλλον Τραμπ. Και ο αμερικανός πολυεκατομμυριούχος δεν τους απογοήτευσε. Το κείμενό του, πραγματικό επιχειρηματικό μανιφέστο, περιελάμβανε ειδικό κομμάτι προκειμένου να γιορτάσει την πληρωμή φόρου-ρεκόρ του ομίλου το 2024. Πλήρωσε στην αμερικανική εφορία 26,8 δισ. δολάρια! Περίπου το 5% των φόρων που πλήρωσαν όλες οι αμερικανικές επιχειρήσεις. Ποτέ άλλοτε εταιρεία στις ΗΠΑ δεν είχε πληρώσει τόσους φόρους. Και ο ιδιοκτήτης της βγήκε να το πανηγυρίσει ως μέγιστη ένδειξη πατριωτισμού και βοήθειας των αδυνάμων αυτών που περιμένουν να ζήσουν από τις κρατικές δαπάνες, ενώ υποσχέθηκε την πληρωμή ακόμα περισσότερων φόρων στο μέλλον. Η σύγκριση ήρθε αυτόματα με όσα επιχειρεί το δίδυμο Τραμπ – Μασκ που θέλει να μειώσει φόρους (των επιχειρήσεων) και δαπάνες (των αδύναμων).

Το δεύτερο μήνυμα του 94χρονου Μπάφετ είναι η ενίσχυση της εταιρικής αποταμίευσης, μέσω της επανεπένδυσης των κερδών, ως ευθύνη για την ανάπτυξη της χώρας. Οπως ανέφερε, οι μέτοχοι της Berkshire συμμετέχουν στο αμερικανικό θαύμα, παραιτούμενοι από τα μερίσματα, επιλέγοντας να τα επανεπενδύσουν αντί να τα καταναλώσουν. Η επένδυση, λέει, είναι αυτή που έκανε την «Αμερική σπουδαία», θέλοντας με σαφήνεια να συγκρίνει την τάση που υπάρχει στην εποχή Τραμπ με την αντιπαραγωγική άνθηση των κρυπτονομισμάτων.

Το τρίτο μήνυμα Μπάφετ αφορά τη σταθερότητα του δολαρίου, που έχει σημαντικά διασαλευτεί από την εκλογή Τραμπ και την ενεργοποίηση του εργαλείου της επιβολής δασμών. Θύμισε δε την ανάγκη η κυβέρνηση να φροντίζει για ένα σταθερό νόμισμα προκειμένου να προστατεύεται η οικονομία από πληθωριστικές πιέσεις. Από το τελευταίο, δηλαδή την αστάθεια που έχει επιφέρει στην αγορά νομισμάτων η εξασθένηση του δολαρίου, τα προβλήματα ξεπερνούν κατά πολύ τα αμερικανικά σύνορα. Χώρες όπως η Ελλάδα με έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, δηλαδή με περισσότερες εισαγωγές, πληρώνουν εδώ και μήνες ακριβότερα τα προϊόντα που βάζουν μέσα στη χώρα.

Οι άλλες δύο ωστόσο αναφορές Μπάφετ αποτελούν μάθημα για κάθε επιχειρηματία, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται τον κλωστοϋφαντουργό Ελ. Μουζάκη με περηφάνια να ανακοινώνει κάθε χρόνο ότι ήταν ο φορολογούμενος που δήλωνε τα περισσότερα στην Εφορία. Και ας μην ήταν ο πλουσιότερος Ελληνας. Το έκανε για λόγους πατριωτισμού. Αυτός ο επιχειρηματικός πατριωτισμός λείπει όσο ποτέ από τη χώρα. Πριν από την έλευση Μητσοτάκη, συμφωνούσαμε όλοι ότι οι συντελεστές φορολόγησης των επιχειρήσεων ήταν απαγορευτικοί για τέτοιου είδους κινήσεις, ανάλογες του Μουζάκη ή του Μπάφετ. Οι συντελεστές από το 2019 μειώθηκαν, αλλά οι φόροι που πληρώνουν οι μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις δεν αυξήθηκαν ανάλογα. Οι περισσότερες δε επιχειρήσεις έσπευσαν με μεγάλη πρεμούρα να επωφεληθούν και από τον πολύ χαμηλό φόρο των μερισμάτων και να σηκώνουν τα χρήματα από την εταιρεία τους για να τα κάνουν μερίσματα και τελικά, μη γελιόμαστε, κατανάλωση και επιδεικτικά πλούσιο τρόπο ζωής. Η επανεπένδυση στη δική τους εταιρεία, όπως προτείνει ο «σοφός της Ομάχα», ούτε που περνάει από το μυαλό τους.