Τις λεπτομέρειες της πρότασης της Κομισιόν για την εξαίρεση των αμυντικών επενδύσεων από το όριο δαπανών του νέου Συμφώνου Σταθερότητας με ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής αναμένει η Ελλάδα, όπως και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για τη χώρα υπάρχει τόσο το καλό όσο και το κακό σενάριο, με την κυβέρνηση να διεκδικεί το πρώτο, που θα της προσδώσει ουσιαστικό δημοσιονομικό χώρο.
Συγκεκριμένα, η Αθήνα αντιμετωπίζει θετικά την τοποθέτηση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν καθώς ανοίγει ο δρόμος για την αγορά περισσότερων οπλικών συστημάτων χωρίς να χρειαστεί η περικοπή άλλων δαπανών και να κινδυνεύσει η χώρα να μπει σε δημοσιονομικές περιπέτειες. Ωστόσο, η ρήτρα διαφυγής, όπως αναφέρει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, δεν θα πρέπει να αφορά «μόνο τις χώρες με αμυντικές δαπάνες 0,5% ή 1% του ΑΕΠ προκειμένου να διευκολυνθούν να φτάσουν το όριο δαπανών του ΝΑΤΟ, αλλά και χώρες όπως η Ελλάδα, που είναι αναγκασμένες να δαπανούν για την άμυνα ποσοστό μεγαλύτερο από το όριο αυτό».
Με την Ελλάδα να δαπανά το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνά της, η κυβέρνηση θα μπει στο ευρωπαϊκό «παζάρι» επιδιώκοντας μια ειδική ρύθμιση που θα της δίνει δημοσιονομική ανάσα, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η δημοσιονομική πειθαρχία.
Τα βασικά ερωτήματα
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αναμένεται να βρεθούν βασικά ερωτήματα όπως πώς μεταφράζεται στην πράξη η ελεγχόμενη και υπό όρους αύξηση των αμυντικών δαπανών, τι περιλαμβάνει η έννοια των αμυντικών επενδύσεων, ποιο θα είναι το όριο δαπανών που πρέπει να επιτευχθεί, ενώ αυτό που ενδιαφέρει την Ελλάδα είναι εάν η υπέρβαση θα δικαιολογείται μόνο για επιπλέον αμυντικές δαπάνες ή και άλλου είδους παρεμβάσεις όπως φοροελαφρύνσεις σε περίπτωση που το όριο των αμυντικών δαπανών έχει ήδη καλυφθεί.
Το σκηνικό αναμένεται να ξεκαθαρίσει το επόμενο διάστημα με την πολωνική προεδρία να πιέζει για ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και λήψη αποφάσεων έως τον Μάιο.
Από την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων θα κριθεί εάν η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής θα μεταφραστεί σε πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς όπως επισημαίνουν στελέχη του οικονομικού επιτελείου με τα σημερινά δεδομένα η υιοθέτηση μιας τέτοιας πρότασης δεν σημαίνει ότι δημιουργείται πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος ο οποίος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για επιπλέον ελαφρύνσεις και κοινωνικές παροχές, καθώς ενδεχόμενη χαλάρωση δεν πρέπει να θέσει σε αμφισβήτηση την πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης και μείωσης του χρέους της χώρας.
Πρόβλημα στο χρέος
Το μεγάλο πρόβλημα για τις χώρες της ΕΕ και κυρίως για την Ελλάδα, που έχει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος, είναι το ύψος του χρέους το οποίο συνεπάγονται οι μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες. Με δεδομένες τις οροφές δαπανών που έχουν συμφωνηθεί στο 4ετές δημοσιονομικό και μεταρρυθμιστικό πλάνο με την ΕΕ για την περίοδο 2025-2028 η Ελλάδα, για να έχει μια σταθερή μείωση του χρέους της, έχει περιθώριο να αυξήσει τις δαπάνες της κατά 3,7% φέτος, 3,2% το 2026, 3,1% το 2027 και 3% το 2028. Με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, το βασικό σημείο αναφοράς δεν είναι πια το δημοσιονομικό έλλειμμα αλλά οι ετήσιες οροφές αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Σε ένα σύνολο ετήσιας αύξησης μεταξύ 3 και 3,7 δισ. ευρώ από φέτος έως και το 2028, στην περίπτωση της Ελλάδας οι αμυντικές δαπάνες «τρώνε» σε ετήσια βάση ακόμα και πάνω από 1 δισ. ευρώ, περιορίζοντας δραστικά τους δημοσιονομικούς ελιγμούς της κυβέρνησης.