ΝΔ: «Ναι» στην προανακριτική για τον Τριαντόπουλο – Να εξετάσουμε τα πραγματικά στοιχεία

«Τασσόμαστε υπέρ της σύστασης της προκαταρκτικής επιτροπής», αλλά να ανταποκριθούμε στον θεσμικό μας ρόλο και «να εξετάσουμε τα πραγματικά στοιχεία και τα δεδομένα με νομικούς όρους και όχι με πολιτικούς όρους και σκοπιμότητες», είπε ο εισηγητής της ΝΔ Λάκης Βασιλειάδης κατά τη διάρκεια της συζήτησης επί της πρότασης του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ για τη σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής, κατά του πρώην υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Χρήστου Τριαντόπουλου για το λεγόμενο μπάζωμα.

Ο κ. Βασιλειάδης, υπογράμμισε πως «είναι σημαντικό λοιπόν και πολιτικά υπεύθυνο στις συζητήσεις της επιτροπής να μιλήσουμε με θεσμικότητα και με νομική βάση. Να μιλήσουμε με αποδείξεις και να διερευνήσουμε με βάση την αλήθεια και όχι την σκοπιμότητα. Στη Νέα Δημοκρατία πάντοτε κινούμασταν σε αυτό το πλαίσιο και αυτό ήταν που ζητήσαμε και εμείς από την πρώτη στιγμή: να υπάρξει φως σε όλες τις πτυχές αυτού του δυστυχήματος, ώστε να μην το ζήσουμε ποτέ ξανά. Συνεπώς, ο στόχος μας είναι διττός: Από την μια να βρούμε τα ακριβή αίτια του δυστυχήματος και από την άλλη,να αποκαταστήσουμε τα χρόνια προβλήματα των σιδηροδρόμων, πατάσσοντας παράλληλα τις χρόνιες παθογένειες».

Ο εισηγητής της ΝΔ καταλόγισε στην αντιπολίτευση ότι «εδώ και δύο χρόνια, είτε κάποιες φορές με πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ, είτε με πρωτοβουλίες του ΠΑΣΟΚ επιχειρεί συστηματικά, συντεταγμένα και στοχευμένα, να δηλητηριάσει τον δημόσιο διάλογο γύρω από το ζήτημα των Τεμπών. Παρόλο που κρύβεται πίσω από έναν μανδύα ενδιαφέροντος, στην πραγματικότητα επιδιώκει να αποκομίσει πολιτικά οφέλη από τον πόνο των ανθρώπων που έχασαν τους δικούς τους, καθώς και να εργαλειοποιήσει την επιταγή της κοινωνίας για απόδοση δικαιοσύνης».

Επέρριψε στην αντιπολίτευση ότι «η βασική στόχευσή της δεν είναι ούτε η απόδοση δικαιοσύνης, ούτε η αναζήτηση των αιτιών του δυστυχήματος, ούτε καν η αποφυγή της επανάληψής του στο μέλλον. Ο μόνος στόχος είναι να φθείρει την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Και αυτό θα ήταν λογικό, αν δεν ήταν τόσο τραγικός ο τρόπος της εργαλειοποίησης που γίνεται».

Ο κ. Βασιλειάδης τόνισε ότι η αντιπολίτευση «μεταπηδά εδώ και δύο χρόνια από κατηγορία σε κατηγορία χωρίς να προσκομίζει τις απαραίτητες αποδείξεις. Κάνει ασύνδετες συνδέσεις ανάμεσα σε γεγονότα και πράξεις που υποτίθεται ότι έγιναν ως μέρος ενός μυστικού και τέλεια εκτελεσμένου σχεδίου. Δημιουργεί μια τέτοια σύγχυση, που εν τέλει να μην διακρίνεται η αλήθεια από το ψέμα. Μια λειτουργία, που είναι γνωστή στη θεωρία της παραπληροφόρησης» δημιουργώντας ένα «θολό τοπίο όπου ενυπάρχουν η δαιμονοποίησης του αντιπάλου, ισχυρισμοί που δεν αποδεικνύονται αλλά ρίχνονται κατά ριπάς, προκειμένου να στοιχειοθετήσουν μια απροσδιόριστη κατηγορία για να μην χρειάζονται αποδείξεις».

Ο κ. Βασιλειάδης, χαρακτήρισε επικίνδυνο η αντιπολίτευση «να στρέφεται όχι μόνο κατά της Κυβέρνησης, αλλά και ενάντια σε ανεξάρτητους θεσμούς, σημαντικούς για την εύρυθμη λειτουργία της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου».

Η δικαιοσύνη πρόσθεσε «πρέπει να αφεθεί να κάνει τη δουλειά της με νηφαλιότητα και ηρεμία, χωρίς προσπάθειες καπέλωσης των διαδικασιών. Και αυτό είναι κάτι που κάνει η Νέα Δημοκρατία. Που δεν προσπάθησε ποτέ, και όχι μόνο τώρα, αλλά και σε παλαιότερες υποθέσεις, να προκαταβάλλει τον δημόσιο διάλογο, ώστε να ασκήσει έμμεσες πιέσεις προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση».

Ανέφερε ακόμη ότι «εμείς είμαστε συνεπείς και πιστοί σε αυτήν την πεποίθηση και αυτό φαίνεται και από την μέχρι τώρα πολιτική μας στάση. Γι’ αυτό και δεχτήκαμε την εξεταστική επιτροπή για τα Τέμπη που ολοκληρώθηκε πριν ένα χρόνο, αλλά και ο πρωθυπουργός και όλοι οι αρμόδιοι υπουργοί ποτέ δεν αρνήθηκαν να μιλήσουν στην Βουλή, όποτε αυτό ζητήθηκε για διάφορες κατηγορίες που κατά καιρούς εφηύρε η αντιπολίτευση».

Ο εισηγητής της ΝΔ επισήμανε ότι «η υπό συζήτηση πρόταση του ΠΑΣΟΚ δεν περιλαμβάνει ενδείξεις τέλεσης αξιόποινης πράξης από τον τότε υφυπουργό στον πρωθυπουργό Χρήστο Τριαντόπουλο, ενώ το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ επιβεβαιώνει επί λέξη ότι: Η κυβέρνηση ήταν παρούσα στον τόπο του ατυχήματος από τις πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα με υπουργούς και γενικούς γραμματείς διαφόρων υπουργείων, αλλά́ όλοι λειτουργούσαν με ρόλο παρατηρητή́, χωρίς κάποιος να ενεργεί́ με επίσημο τρόπο δίνοντας εντολές. Άρα, από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, προκύπτει ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για παράβαση καθήκοντος, όπως μας κατηγορεί το ΠΑΣΟΚ. Για να μην υπάρχει όμως η οποιαδήποτε σκιά δεχόμαστε να συσταθεί η προκαταρκτική επιτροπή, ώστε να μην μείνει καμία πτυχή ανεξερεύνητη».

O κ. Βασιλειάδης επισήμανε ότι στην διενέργεια αυτή της προκαταρκτικής εξέτασης «θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί διότι πλέον έχουμε φτάσει σε μια κρίσιμη διαπίστωση: Τα πολιτικά επιχειρήματα δεν βγάζουν και δεν μπορούν να βγάλουν συμπεράσματα. Συμπεράσματα βγάζουν τα στοιχεία και η δικαιοσύνη. Εάν θέλουμε επομένως να είμαστε σωστοί απέναντι στην ιστορία θα πρέπει με την σύσταση της επιτροπής να μιλήσουμε με νομικούς όρους και όχι με πολιτικούς. Εν προκειμένω άλλωστε η Βουλή ασκεί κατά το Σύνταγμα μια αρμοδιότητα δικαστικής φύσεως. Θα πρέπει συνεπώς να αφήσουμε πίσω μας τις έωλες κατηγορίες και τους ανεδαφικούς ισχυρισμούς που διατυπώνονται με πολιτικές σκοπιμότητες και να μιλήσουμε με απτά στοιχεία».

«Ο ελληνικός λαός ζητάει αλήθεια και δικαιοσύνη»

Θα πρέπει, είπε ο κ. Βασιλειάδης, «να εξετάσουμε το θέμα με θεσμικότητα και υπευθυνότητα. Ο ελληνικός λαός ζητάει αλήθεια και δικαιοσύνη. Ζητάει υπευθυνότητα. Και είναι χρέος όλων μας να το αποδείξουμε. Επομένως, πρέπει να μπει ένα τέλος στις γενικές πολιτικές κατηγορίες και να μιλήσουμε πλέον με δεδομένα και αποδείξεις. Αυτό επιτάσσει η θεσμικότητα και η πολιτική σοβαρότητα. Αυτό νομίζω ζήτησε και ο ελληνικός λαός την Παρασκευή με την συγκέντρωσή του».

Ο εισηγητής της ΝΔ κατέληξε λέγοντας πως όλες «οι πράξεις της Κυβέρνησης» μετά την τραγωδία που έγιναν και όσα αναλήφθηκαν «αντικρούουν τα επιχειρήματα περί συγκάλυψης της αντιπολίτευσης» και καταλόγισε στην αντιπολίτευση πως το «πρόβλημά της είναι ότι αρθρώνει κατηγορίες βασισμένες στην σύγχυση, τη συστηματική μετατόπιση ανάλογα με τα εκάστοτε στοιχεία που βγαίνουν στη δημοσιότητα προκειμένου να ταιριάζει η εκάστοτε κατηγορία με το αφήγημα περί συγκάλυψης» και ζήτησε «να μπει ένα τέλος σε αυτές τις κυκλικές λογικές και πλάνες, αρχίζοντας να μιλάμε με στοιχεία και αποδείξεις».