Το μακροπρόθεσμο παιχνίδι του Πούτιν – Από την ομιλία στο Μόναχο το 2007, στη νέα τάξη… Τραμπ

Οι σύμβουλοι του Ρώσου ηγέτη έχουν εκπλαγεί από την ξαφνική αλλαγή του τόνου από τον Λευκό Οίκο τις τελευταίες εβδομάδες, αναφέρει σε ανάλυσή της η Wall Street Journal

Περισσότερο από μια δεκαετία πριν οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας περάσουν τα σύνορα στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στάθηκε μπροστά σε παγκόσμιους ηγέτες και εκφώνησε μια μακρά, ψυχρή ομιλία, απαιτώντας μια ριζική αναμόρφωση της παγκόσμιας τάξης.

«Έχουμε φτάσει σε εκείνη την καθοριστική στιγμή που πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά την αρχιτεκτονική της παγκόσμιας ασφάλειας», είπε ο Πούτιν στην ομιλία του το 2007 στο Μόναχο, κατηγορώντας το ΝΑΤΟ ότι παραβίασε την υπόσχεσή του με την επέκτασή του στην Ανατολική Ευρώπη και ζητώντας τον τερματισμό της ηγεμονίας των ΗΠΑ.

Οι εντάσεις μεταξύ Μόσχας και Δύσης αυξήθηκαν τα επόμενα χρόνια. Η Ρωσία έστειλε τον στρατό της στη Γεωργία, τη Συρία και την Ουκρανία. Η εισβολή στην Ουκρανία το 2022 προκάλεσε μια ευρεία προσπάθεια της Δύσης για την απομόνωση της Μόσχας και οδήγησε νέες χώρες να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.

Σε ανάλυσή της η Wall Street Journal αναφέρει ότι ο Πούτιν επέμεινε την ώρα που ο στρατός του βρισκόταν αντιμέτωπος με  απώλειες στο πεδίο της μάχης και η οικονομία του πιεζόταν από τις δυτικές κυρώσεις. Πόνταρε στο μακροπρόθεσμο παιχνίδι. Τώρα, αυτή η επιμονή φαίνεται να αποδίδει καθώς ο κόσμος μετατοπίζεται αποφασιστικά προς την κατεύθυνσή του. Οι ΗΠΑ έχουν αναστείλει τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία και ζητούν τον τερματισμό της απομόνωσης της Μόσχας. Απομακρύνονται από παραδοσιακούς συμμάχους στην Ευρώπη.

«Βλέπουμε όλοι πόσο γρήγορα αλλάζει ο κόσμος», είπε ο Πούτιν στις υπηρεσίες ασφαλείας του, μετά από τη συνάντηση ΗΠΑ-Ρωσίας στη Σαουδική Αραβία. Η Μόσχα και η Ουάσινγκτον, είπε, είναι πλέον έτοιμες να αντιμετωπίσουν «στρατηγικά προβλήματα στην αρχιτεκτονική του κόσμου».

Ακόμη και οι πιο αδιάλλακτοι σύμβουλοι του Πούτιν έχουν εκπλαγεί από την ταχύτητα με την οποία ο τόνος του Λευκού Οίκου έχει αλλάξει τις τελευταίες εβδομάδες.

«Η νέα κυβέρνηση αλλάζει ραγδαία όλες τις εκφάνσεις της εξωτερικής πολιτικής», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο εκπρόσωπος του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, αναφερόμενος στην ομάδα του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Τραμπ, που καλούσε και τις δύο πλευρές να τερματίσουν τον πόλεμο, έστρεψε τα πυρά του στην Ουκρανία τις τελευταίες ημέρες. Αποκάλεσε τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δικτάτορα και τον κατηγόρησε για την έναρξη του πολέμου, επαναλαμβάνοντας σχόλια Ρώσων αξιωματούχων. Η αλλαγή στη στάση του κορυφώθηκε με τη δημόσια αντιπαράθεση την Παρασκευή στον Λευκό Οίκο μεταξύ του Ουκρανού ηγέτη και του Τραμπ.

Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης κάλυψαν με έντονο ενδιαφέρον τη διαμάχη στο Οβάλ Γραφείο. Την Κυριακή, ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ επαίνεσε τη «με βάση την κοινή λογική προσέγγιση» του Τραμπ και κατηγόρησε τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι παρατείνουν τον πόλεμο.

Στη δική του ομιλία στο Μόναχο τον περασμένο μήνα, 18 χρόνια μετά την πολεμική ρητορική του Πούτιν, ο Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι η διάβρωση της δημοκρατίας στην Ευρώπη αποτελεί μεγαλύτερη απειλή για την ήπειρο από τη Ρωσία ή την Κίνα, επαναλαμβάνοντας έναν συχνό ισχυρισμό του Πούτιν.

«Δεν το έχουμε ξαναδεί αυτό», είπε ο Σεργκέι Ραντσένκο, ιστορικός της Ρωσίας και συγγραφέας ενός νέου βιβλίου για τη στρατηγική της Μόσχας στον Ψυχρό Πόλεμο. «Όχι μόνο τη πολιτική αναδιάταξη, αλλά και τη σύγκλιση των αξιών».

Για τον Πούτιν, η τρέχουσα στιγμή αποτελεί δικαίωση της υπομονετικής στρατηγικής που έχει τελειοποιήσει κατά τη διάρκεια ενός τέταρτου του αιώνα στην εξουσία.

Ο πρώην πράκτορας της KGB, που ανήλθε από την αφάνεια για να ηγηθεί της Ρωσίας στη στροφή του αιώνα, καταφέρεται εδώ και χρόνια κατά της παγκόσμιας τάξης που καθοδηγείται από τις ΗΠΑ και διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, την οποία ο Πούτιν έχει χαρακτηρίσει ως «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του αιώνα».

Οι απόψεις που εξέφρασε ο Πούτιν στο Μόναχο προέρχονταν από δυσαρέσκεια προς τις ΗΠΑ που εντάθηκε το 2004, σύμφωνα με τον Τόμας Γκράχαμ, πρώην σύμβουλο του Λευκού Οίκου για τη Ρωσία στην κυβέρνηση του πρώην προέδρου Τζορτζ Μπους. Εκείνη τη χρονιά, μία υποστηριζόμενη από τη Δύση επανάσταση συγκλόνισε την Ουκρανία και Τσετσένοι αυτονομιστές κατέλαβαν ένα σχολείο στον Βόρειο Καύκασο της Ρωσίας. Ο Πούτιν κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι ενθάρρυναν το αυτονομιστικό κίνημα.

«Αυτά τα δύο γεγονότα οδήγησαν τον Πούτιν να πιστέψει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ενδιαφέρονταν πραγματικά για μια συνεργασία με τη Ρωσία, ότι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η προώθηση της δημοκρατίας ήταν απλώς προπετάσματα καπνού για τη γεωπολιτική επέκταση της Αμερικής στον πρώην σοβιετικό χώρο εις βάρος της Ρωσίας», δήλωσε ο Τόμας Γκράχαμ. «Κατέληξε τότε στο συμπέρασμα ότι ο πραγματικός στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να διαβρώσουν τη θέση της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης».

Η ομιλία του Πούτιν το 2007 κατέστησε σαφές για πρώτη φορά το βάθος της οργής του απέναντι στην «αλαζονεία των ΗΠΑ». Πολλοί δυτικοί αξιωματούχοι φάνηκαν να απορρίπτουν την προειδοποίηση του Πούτιν εκείνη την εποχή. «Ένας Ψυχρός Πόλεμος ήταν αρκετός», απάντησε ο τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Γκέιτς.

Την επόμενη χρονιά, η Ρωσία εισέβαλε στη Γεωργία και κατέλαβε δύο φιλορωσικούς θύλακες στην πρώην σοβιετική δημοκρατία, χωρίς να υπάρξει ουσιαστική αντίδραση από τη Δύση. Η κυβέρνηση του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα επιδίωξε μια «επανεκκίνηση» των σχέσεων με τη Μόσχα υπό τον μεταβατικό πρόεδρο της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αλλά η επιστροφή του Πούτιν στην προεδρία το 2012 συνοδεύτηκε από καταστολή των διαφωνούντων και αυξανόμενη καχυποψία προς τη Δύση.

Οι σχέσεις επιδεινώθηκαν όταν ο Πούτιν προσάρτησε την Κριμαία το 2014 και έστειλε τον στρατό του στην ανατολική Ουκρανία. Ως απάντηση στην πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή το 2022, ο πρώην πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επέβαλε κυρώσεις στη Μόσχα και υποσχέθηκε να στηρίξει την Ουκρανία «για όσο χρειαστεί».

Μετά τη νίκη του Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Πούτιν προσπάθησε να  ρίξει τους τόνους. Επανέλαβε ψευδείς ισχυρισμούς για τις εκλογές του 2020 και επαίνεσε την αντίδραση του Τραμπ στην απόπειρα δολοφονίας του τον Ιούλιο.

Τώρα, με τον Τραμπ να αποκαθιστά τις σχέσεις με τη Μόσχα και να αναστέλλει τη ζωτικής σημασίας στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο, ο Πούτιν βλέπει μια ευκαιρία να αλλάξει ριζικά τη θέση της Ρωσίας στον κόσμο, λένε οι αναλυτές.

Αυτό που επιδιώκει είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή συμφωνία για τον τερματισμό των μαχών. Στόχος του Πούτιν είναι να μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα αποδυναμωμένο κράτος, μόνιμα ευάλωτο στη ρωσική στρατιωτική επιθετικότητα, και να την εμποδίσει να επανεξοπλιστεί με τη δυτική υποστήριξη. Η φιλοδοξία του είναι να απομακρύνει το ΝΑΤΟ εντελώς από την Ανατολική Ευρώπη.

Ο ιστορικός Σεργκέι Ραντσένκο κάνει λόγο για ιστορικούς παραλληλισμούς με την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο σοβιετικός ηγέτης Ιωσήφ Στάλιν επιδίωξε συμφωνία με τις ΗΠΑ για τη διαίρεση της Ευρώπης σε σφαίρες επιρροής. Οι ΗΠΑ, αντίθετα, παρέμειναν ενεργές στην ήπειρο, διασφαλίζοντας την ασφάλεια και περιορίζοντας τις φιλοδοξίες του Στάλιν.

Σήμερα, λέει ο Ραντσένκο, το Κρεμλίνο προωθεί ένα παρόμοιο όραμα. «Αυτό που βρίσκω αξιοσημείωτο είναι ότι η κυβέρνηση Τραμπ φαίνεται να υιοθετεί επίσης αυτό το όραμα για τον κόσμο», είπε.

Βέβαια, ο σημερινός κόσμος διαφέρει πολύ από τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων. Η Ευρώπη μετά το 1945 ήταν εξαντλημένη, ρημαγμένη από τον πόλεμο, και ο Στάλιν εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να δημιουργήσει μια σφαίρα επιρροής εις βάρος της. Σήμερα, η ήπειρος είναι διχασμένη από διαφωνίες αλλά παραμένει ενωμένη σε ένα ενιαίο γεωπολιτικό μπλοκ. Την Κυριακή, Ευρωπαίοι ηγέτες συναντήθηκαν στο Λονδίνο για να συζητήσουν τρόπους συνέχισης της υποστήριξης προς το Κίεβο.

Ο Πούτιν παίζει ένα ριψοκίνδυνο παιχνίδι εμμένοντας σε αυτή τη μαξιμαλιστική θέση, λένε οι αναλυτές. Ο Τραμπ, που επιθυμεί να κλείσει γρήγορα μια ειρηνευτική συμφωνία με το Κίεβο και τη Μόσχα, μπορεί να επιδιώξει να πιέσει τη Ρωσία αν οι διαπραγματεύσεις τραβήξουν σε μάκρος. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, προειδοποίησε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει κυρώσεις και δασμούς αν δεν κατέληγε σε συμφωνία.

Η Ρωσία έχει δηλώσει ότι θα συνεχίσει να διεξάγει τον πόλεμο στην Ουκρανία μέχρι να προκύψει ένα αποτέλεσμα που την ικανοποιεί. Έχει επικαλεστεί την ανάγκη να επιλυθούν τα «βασικά αίτια» του πολέμου, τα οποία, σύμφωνα με τη ρωσική αφήγηση, περιλαμβάνουν τον φιλοδυτικό προσανατολισμό της Ουκρανίας και την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη.

Εμπειρογνώμονες στον τομέα της άμυνας λένε ότι η Ρωσία έχει τους πόρους να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία για τουλάχιστον έναν ακόμη χρόνο, κατακτώντας ουκρανικά εδάφη που σχεδόν σίγουρα θα διατηρήσει μόλις επιτευχθεί μια συμφωνία.

Ο Πούτιν δεν θα βιαστεί να κλείσει τη συμφωνία που θα επιδιώξει ο Τραμπ, γιατί έχει περάσει δεκαετίες ζητώντας την παγκόσμια αναδιάταξη που πιστεύει ότι μπορεί τελικά να πραγματοποιείται.

«Η αρχική του ιδέα στην Ουκρανία, ότι πρέπει να κάνει αυτό που θέλει και η Δύση δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να υποχωρήσει, ήταν η σωστή ιδέα», δήλωσε ο Μπόρις Μποντάρεφ, πρώην Ρώσος διπλωμάτης που παραιτήθηκε λόγω του πολέμου και ζει πλέον στην Ευρώπη. «Τώρα λέει: Κάντε μας μια πρόταση που δεν μπορούμε να αρνηθούμε. Θα περιμένουμε».

Πηγή: skai.gr