Το μεγαλύτερο ανέκδοτο

Θα μπορούσε να ξεκινάει έτσι κάποιο ανέκδοτο: «Μπαίνει ένας βουλευτής της “Νίκης” στην Εθνική Πινακοθήκη…”. Τη συνέχεια την ξέρετε ήδη, μόνο που δεν είναι ανέκδοτο. Του φάνηκε βλάσφημη, λέει, η περιοδική έκθεση «Η Σαγήνη του Αλλόκοτου» και πέταξε κάτω μερικά από τα έργα του χαράκτη Χριστόφορου Κατσαδιώτη. Υστερα είχαμε την παράτυπη κράτησή του (το Σύνταγμα στο άρθρο 62 προβλέπει εξαίρεση στην ασυλία των βουλευτών μόνο για τα αυτόφωρα κακουργήματα, ενώ το έγκλημα που φέρεται να διέπραξε ο βουλευτής Παπαδόπουλος είναι πλημμέλημα), δημιουργώντας εύλογες απορίες για το αν θα ελεγχθεί κάποιος για την καταπάτηση του Συντάγματος με την κράτηση του βουλευτή.

Αργότερα είχαμε έναν αναμενόμενο πολιτισμικό πόλεμο γύρω από το ζήτημα του τι αποτελεί βλασφημία και πού φτάνει η ελευθερία της έκφρασης και της τέχνης, με παρουσιάστριες πρωινάδικων να βλέπουν στη συνθήκη μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να «κατακεραυνώσουν» τα «βλάσφημα» έργα που «πρόσβαλαν την Παναγία μας».

Κατόπιν είδαμε τον συνήγορο του βουλευτή Παπαδόπουλου να λέει πως «είναι γνωστό ότι το Σύνταγμά μας κατοχυρώνει την Ορθόδοξη Εκκλησία», παραλλάσσοντας το γράμμα του άρθρου 3 του Συντάγματος το οποίο όπως έχει αναλυθεί από συνταγματολόγους εδώ και πολλά χρόνια έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα, καθώς διαπιστώνει ποια θρησκεία είναι «επικρατούσα». «Η συνταγματική αυτή πρόβλεψη δεν θεσπίζει κανόνα δικαίου. Οπως δέχεται η κρατούσα γνώμη, η διάταξη απλώς διαπιστώνει ένα πραγματικό γεγονός, ότι δηλαδή τη θρησκεία αυτή ακολουθεί η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Στη συνέχεια προσπάθησε να μας πείσει ότι: «Ο ένας πίνακας έπεσε όπως τον άφηνε ο εντολέας μου και έσπασε το τζάμι του». Ωραία επιχειρήματα.

Μπορεί να εμπνευστεί ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος και να τραγουδήσει ότι «ο Κατσαδιώτης τού έπεσε απ’ τα χέρια. Οχι, δεν γίνεται, δεν είναι δυνατόν». Ισως η χώρα είναι το μεγαλύτερο ανέκδοτο – κι εμείς προσπαθούμε να καταλάβουμε αν το γέλιο είναι πικρό ή απελπιστικό.