Η τελετή ορκωμοσίας του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας ήταν λιτή. Αρκούσε. Περιείχε ένα περίβλημα επισημότητας διά του οποίου σηματοδοτήθηκε η παράδοση της Προεδρίας από την Κατερίνα Σακελλαροπούλου στον Κωνσταντίνο Τασούλα. Η απουσία αρχηγικών κομμάτων του «αντισυστήματος» (του Κυριάκου Βελόπουλου, της Ζωής Κωνσταντοπούλου και των ανεξάρτητων που πρόσκεινται στο κόμμα Βαρουφάκη) ήταν μια θεσμική παρανυχίδα, ένα τίποτα. Κανένας άλλωστε από τους τρεις συγκεκριμένους πολιτικούς δεν νοιάστηκε πραγματικά για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Είτε εν γνώσει είτε από το βάθος της αγνοίας τους, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το θεσμικό πλαίσιό της για την πάρτη τους – γι’ αυτό άλλωστε η δημόσια έκφρασή τους είναι φωνακλάδικη, πληθωρική και κιτς, στον αντίποδα της τελετής που περιφρόνησαν.
Τα δύο πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στην τελετή αυτή είναι αξιοσέβαστες προσωπικότητες, με δημόσια προσφορά λόγω και έργω. Η Πρόεδρος Κατερίνα Σακελλαροπούλου, όπως υπήρξε άξια δικαστικός, με την ίδια αξιοσύνη τίμησε και το ανώτατο αξίωμα της ελληνικής πολιτείας. Πολιτεύτηκε χωρίς φιγούρα, γνωρίζοντας ότι σε μεγάλο βαθμό οι επιλογές της Προέδρου είναι συμβολικές. Φωτογραφιζόμενη μπροστά από τον φράχτη του Εβρου συμβόλισε τη βούλησή της για την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας σε εποχή αναθεωρητισμού, υποστηρίζοντας τη ζωτική όπως αποδείχτηκε πολιτική των συνόρων. Δίνοντας κοινωνικό χρώμα στην παρουσία της, υπηρετώντας τους αδυνάτους, σημείωσε την ανάγκη μείωσης των ανισοτήτων και ενδυνάμωσης της κοινωνικής συνοχής και της αλληλεγγύης. Υπήρξε ευρωπαΐστρια, αγκάλιασε με φροντίδα τις τέχνες και τον πολιτισμό και άνοιξε το προεδρικό μέγαρο και την τελετουργία της ανώτατης αρχής στους πολίτες, υποδεικνύοντας ότι η εξουσία οφείλει να βρίσκεται στο πλάι του πολίτη, μειώνοντας το χάσμα που παραδοσιακά τη χωρίζει.
Επικρίθηκε επειδή πανηγύρισε δημόσια το βράδυ που ψηφίστηκε ο νόμος για τους γάμους ομόφυλων ζευγαριών. Ομως ήταν δίκαιη και αναγκαία νομική και πολιτισμική προσαρμογή της χώρας μας σε ό,τι συμβαίνει σε όλον τον δυτικό κόσμο εξουδετερώνοντας υποκριτικές προκαταλήψεις και βρήκε ευρύτερη συναίνεση, την οποία ορθώς εξέφρασε. Μαχητικά απαραίτητη επιλογή, έστω και αν της κόστισε μια δεύτερη θητεία, επειδή μπήκε στο στόχαστρο της Ακροδεξιάς, μέρος της οποίας προφανώς ενδημεί στη ΝΔ, περιορίζοντας την ευχέρεια του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ετσι κι αλλιώς, δεν είναι απαραίτητη η προσεπικύρωση απ’ όσους πολιτεύονται με φασαρία τού συμπεράσματος ότι η προεδρική θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου χαρακτηρίστηκε από θεσμική σοβαρότητα, αίσθηση του εθνικού ρόλου της και διακριτική ουδετερότητα από τις πολιτικές αντιδικίες.
Ο Κωνσταντίνος Τασούλας που τη διαδέχεται είναι συντηρητικός, γέννημα θρέμμα της μεταπολιτευτικής κουλτούρας και της ΝΔ. Τα ιδεολογικά του χαρακτηριστικά δεν έπρεπε να ενοχλούν όσους απειλούσαν να τραυματίσουν τη συνοχή της κυβερνώσας παράταξης. Οι οποίοι τα παρακάμπτουν, διότι στην ουσία επιδιώκουν να τραυματίσουν την πολιτική σταθερότητα. Ετσι βάζουν και τον νέο Πρόεδρο στη φωτογραφία της ιερής αγελάδας του λαϊκισμού, του δυστυχήματος των Τεμπών και της πολιτικής εργαλειοποίησής του.
Και του Κωνσταντίνου Τασούλα η πορεία στην πολιτική έχει συνυφανθεί με τη θεσμική σοβαρότητα, τη μετριοπάθεια, την επιδίωξη συναινέσεων, με την πνευματικότητα και το χιούμορ. Αυτά τα χαρακτηριστικά του τονίστηκαν στη στιβαρή και, ταυτόχρονα, ανάλαφρη προεδρία του στη Βουλή τα τελευταία έξι χρόνια. Προτείνοντάς τον ο Μητσοτάκης, σηματοδοτεί τη συνέχεια της θεσμικής σοβαρότητας και της προστασίας της δημοκρατίας από τους εχθρούς της – που εκδηλώνονται όλο και πιο επιθετικά.