Χρήστος Τριαντόπουλος: Ζητά την παραπομπή του απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο

Κατά από την ασφυκτική πίεση της κοινωνίας, ο Χρήστος Τριαντόπουλος, κατέθεσε επιστολή προς τον πρόεδρο της Προανακριτικής Επιτροπής, Παναγή Καππάτο με την οποία έθεσε στην κρίση της Επιτροπής το αίτημά του να προχωρήσει η διαδικασία απευθείας στην Δικαιοσύνη, κατά τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα και στη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών.

«H απόφαση να καταθέσει αίτημα στην Προανακριτική Επιτροπή προκειμένου να κριθεί απευθείας από τον φυσικό δικαστή, συνάδει με το αίτημα της κοινωνίας αλλά και συγγενών των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών για απόδοση δικαιοσύνης από την Δικαιοσύνη», σχολίαζαν κυβερνητικά στελέχη.

Είναι η πρώτη φορά που ένας πρώην υπουργός που ελέγχεται για υπόθεση που αφορά την άσκηση των καθηκόντων του, ζητάει την απευθείας κρίση του από τον φυσικό δικαστή, «θεωρώντας ότι το όποιο πόρισμα εκδοθεί από την Προανακριτική Επιτροπή μπορεί να γίνει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης και αμφισβήτησης, λόγω της κομματικής προέλευσης των μελών της», αναφέρουν οι ίδιες πηγές.

Το αίτημα θα εξετασθεί και θα κριθεί από την Προανακριτική Επιτροπή

Σημειώνεται ότι κατά την πρόσφατη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας στη Βουλή ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει ότι στο πλαίσιο της Συνταγματικής Αναθεώρησης προτίθεται να εισηγηθεί την αλλαγή του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών, καλώντας τα κόμματα να συμφωνήσουν, όταν μάλιστα στο παρελθόν είχαν διατυπώσει αντίστοιχες θέσεις.

Το αίτημα του Τριαντόπουλου, ο οποίος όπως αναφέρει στην επιστολή του έχει απόλυτη πίστη στην αθωότητά του αλλά και τυφλή εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη, θα εξετασθεί και θα κριθεί από την Προανακριτική Επιτροπή, που είναι το μοναδικό κυρίαρχο όργανο για τη λήψη της σχετικής απόφασης.

Εφόσον εγκριθεί το αίτημα του πρώην υφυπουργού, τότε η υπόθεση θα παραπεμφθεί στο πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, που αποτελείται από ανώτατους δικαστές και οι οποίοι θα ορίσουν έναν Αρεοπαγίτη μέλος του προκειμένου να διενεργήσει το ανακριτικό έργο, ώστε βάσει του πορίσματός του, το Συμβούλιο να καταλήξει σε βούλευμα για παραπομπή ή μη του πρώην υφυπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο.

Στην επιστολή του αναφέρει:

«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε και μέλη της Επιτροπής,

Όπως γνωρίζετε, μετά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής συστάθηκε η Επιτροπή σας, η οποία οφείλει να εξετάσει με ακεραιότητα και αμεροληψία την αποδιδόμενη σε εμένα κατηγορία, όπως αυτή οριοθετήθηκε από την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, πρόταση που υπερψήφισε, με δική μου προτροπή, η πλειοψηφία, ώστε να κριθεί εάν υπάρχουν οι απαιτούμενες απλές ενδείξεις, προς κίνηση σε βάρος μου ποινικής διώξεως για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.

Όπως εξ αρχής δήλωσα, είμαι απολύτως αθώος όσων η πρόταση τούτη μου αποδίδει, κάτι που προκύπτει από μια στοιχειώδη -πλην όμως ψύχραιμη- επισκόπηση και της πρότασης του ΠΑΣΟΚ, και προς τούτο άλλωστε και ήμουν ο πρώτος που ζήτησε τη διερεύνηση της υπόθεσης, προκειμένου καμία σκιά να μην πλανάται ως προς την Αλήθεια.

Δυστυχώς, είναι εμφανές ότι διάγουμε μια περίοδο ακραίας πολιτικής πόλωσης όπου, κατά την άποψή μου, ένα τραγικό δυστύχημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο έχει εργαλειοποιηθεί από την αντιπολίτευση, προς απόσπαση πρόσκαιρων πολιτικών ωφελημάτων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, φοβούμαι πως το όποιο πόρισμα εκδώσει η Επιτροπή σας θα αποτελέσει αντικείμενο έντονης αμφισβήτησης και αντιπαράθεσης, η οποία μοιραία θα με ακολουθεί στο υπόλοιπο του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μου. Και η ακεραιότητά μου, στα μάτια των συμπολιτών μου, είναι κάτι που δεν είναι, για εμένα τουλάχιστον, διαπραγματεύσιμο.

«Δεν έχω τίποτα να κρύψω, ούτε να φοβηθώ»

Επειδή λοιπόν δεν θα ήθελα η κρίση σας, επί της υποθέσεώς μου, να εκληφθεί ως ενδεχομένως εδραζόμενη στην πολιτική και κομματική ταυτότητα των μελών της Επιτροπής σας, επιθυμία μου είναι, όσο παράδοξο και εάν τούτο εκ πρώτης μπορεί να φαντάζει, να κριθώ από την τακτική Δικαιοσύνη, κατά τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα και στη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών, αφού οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί διαθέτουν εγγυημένη ανεξαρτησία και αμεροληψία, αλλά και αυξημένες γνώσεις και κύρος.

Από την πρώτη στιγμή της εμπλοκής μου στην πολιτική, θεωρώ ακράδαντα και το ακολουθώ, πως η στάση, η πορεία και οι επιλογές ενός πολιτικού πρέπει να συνιστούν παράδειγμα για την κοινωνία και την πατρίδα που θέλουμε να έχουμε για τα παιδιά μας και τις επόμενες γενιές.

Επαναλαμβάνω ότι δεν έχω τίποτα να κρύψω, ούτε να φοβηθώ. Έχω απόλυτη πίστη στην αθωότητά μου και τυφλή εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, η οποία και επιθυμώ να με κρίνει απευθείας, ως σας ζητώ δια της παρούσας να πράξετε, λαμβάνοντας σχετική απόφαση».