Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει βρεθεί στο στόχαστρο έντονων επικρίσεων εξαιτίας της επιλογής του να αυξήσει κατακόρυφα τους δασμούς εις βάρος πλήθους χωρών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια επιλογή οικονομικής πολιτικής που θα έχει μεγάλο οικονομικό κόστος για τις ΗΠΑ (ακόμη και για ορισμένους από τους πολυδισεκατομμυριούχους υποστηρικτές του), όπως και για χώρες που συναλλάσσονται μαζί τους, χωρίς ωστόσο στο τέλος να εξασφαλίσει την εξάλειψη των «αδικιών» εις βάρος των ΗΠΑ που υποτίθεται ότι επιδιώκει να διορθώσει.
Μόνο που αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εξιδανικευτεί η απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου, όπως αυτή έλαβε χώρα τις περασμένες δεκαετίες στο πλαίσιο της συνολικότερης τάσης που αποκλήθηκε, ίσως και με κάποια ανακρίβεια, παγκοσμιοποίηση.
Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι η απελευθέρωση των διεθνών συναλλαγών συνοδεύτηκε από τη διατήρηση και ένταση κοινωνικών ανισοτήτων σε αρκετές χώρες, αποδιάρθρωσε τοπικούς παραγωγικούς κλάδους μέσω φτηνών εισαγωγών, αποτέλεσε βασική δικαιολογία για την υπονόμευση μορφών κοινωνικής προστασίας, ενώ έσπρωξε χώρες τους Παγκόσμιου Νότου σε μια περιβαλλοντικά επιβαρυντική υπερεκμετάλλευση φυσικών πόρων.
Η έκθεση στον διεθνή ανταγωνισμό αποτέλεσε βασικό μοχλό για την εμπέδωση νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ιδίως από τη στιγμή που η μείωση του εργατικού κόστους θεωρήθηκε το βασικό «συγκριτικό πλεονέκτημα». Δεν είναι τυχαίο ότι στο πιο προωθημένο παράδειγμα διαμόρφωσης μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου, την Ευρωπαϊκή Ενωση, θεωρήθηκε αυτονόητο ότι δεν μπορούσε να υπάρξει σύγκλιση ως προς τα εισοδήματα των εργαζομένων και αντιμετωπίστηκε με χλευασμό η υπενθύμιση ότι ενιαία αγορά, ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο, και ενιαίο νόμισμα δεν μπορούν παρά να σημαίνουν και ενιαίο βασικό μισθό. Πράγμα που σημαίνει ότι η όποια εύλογη αμφισβήτηση της «μαγικής δύναμης» των δασμών δεν μπορεί να οδηγήσει στην υποτίμηση της ανάγκης να συζητήσουμε για το τι θα σήμαινε όντως μια πιο δίκαιη οργάνωση του διεθνούς εμπορίου, που στο επίκεντρο να θέτει την πραγματική άνοδο της παγκόσμιας ευημερίας και τη βιωσιμότητα.