Πάνω από 200 ξενικά είδη στα νερά της Κύπρου – Τι λέει λειτουργός Τμήματος Αλιείας
Πάνω από διακόσια ξενικά θαλάσσια είδη έχουν καταγραφεί στα νερά της Κύπρου, σύμφωνα με την Κατερίνα Γεωργίου Λειτουργό Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, η οποία σημείωσε σε δηλώσεις στο ΚΥΠΕ πως ανάμεσα τους ξεχωρίζουν ο λαγοκέφαλος (Lagocephalussceleratus) και το λεοντόψαρο (Pterois miles).
Η κ. Γεωργίου στις δηλώσεις της αναφέρθηκε στα θαλάσσια ξενικά είδη αλλά και στις προκλήσεις και προοπτικές ενός μεταβαλλόμενου οικοσυστήματος, σημειώνοντας πως ο λαγοκέφαλος, γνωστός για την νευροτοξίνη του και τα καταστροφικά του δόντια, είναι τοξικό και μη εδώδιμο ψάρι, με σοβαρές επιπτώσεις στην παράκτια αλιεία. Το λεοντόψαρο, από την άλλη, συνέχισε , έχει εξαπλωθεί ραγδαία και θηρεύει μαζικά τα νεαρά γηγενών ειδών, διαταράσσοντας τη φυσική ισορροπία του οικοσυστήματος.
Ωστόσο, η παρουσία των ξενικών ειδών δεν συνεπάγεται αποκλειστικά αρνητικές συνέπειες, ανέφερε η κ. Γεωργίου, σημειώνοντας πως ορισμένα μπορούν να προσφέρουν τροφή σε άλλα είδη, να συμβάλουν στον έλεγχο άλλων εισβλητικών οργανισμών ή να δημιουργήσουν νέους βιοτόπους.
Πρόσθεσε πως η κουρκούνα (Siganusrivulatus), για παράδειγμα, παρότι εισβλητική, έχει εξελιχθεί σε σημαντικό εμπορικό είδος για την κυπριακή αλιεία και αγορά. Αντίστοιχα, και το λεοντόψαρο, είπε, είναι εδώδιμο και απόλυτα ασφαλές προς κατανάλωση, καθώς οι επαγγελματίες αλιείς αφαιρούν προσεκτικά τα δηλητηριώδη αγκάθια του αμέσως μετά την αλίευσή του.
Σύμφωνα με τη Λειτουργό Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών, η Κύπρος ανταποκρίνεται μέσα από επιστημονική παρακολούθηση, εθνικά σχέδια δράσης, έρευνες και προγράμματα διαχείρισης όπως το LIFE-RELIONMED για το λεοντόψαρο, αλλά και μέσω επιδοτούμενης αλιείας του λαγοκέφαλου, αφαιρώντας πάνω από 492 τόνους του είδους από το 2012 μέχρι το 2024.
Παράλληλα, τα τελευταία 15 χρόνια, το Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών (ΤΑΘΕ) εφαρμόζει το Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής Αλιευτικών Δεδομένων, το οποίο, όπως είπε, βασίζεται σε νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ και συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ.
Μέσω του προγράμματος, είπε η κ. Γεωργίου, συλλέγονται συστηματικά επιστημονικά στοιχεία για όλα τα αλιευόμενα είδη, συμπεριλαμβανομένων των ξενικών ειδών, συμβάλλοντας στη χάραξη πολιτικών διαχείρισης στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής της ΕΕ.
Δήλωσε ακόμη πως στο άμεσο μέλλον, το ΤΑΘΕ θα προκηρύξει ένα νέο διαγωνισμό με τίτλο «Παρακολούθηση Γηγενών και Ξενικών Ειδών στα Θαλάσσια Ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας». Πρόκειται, ανακοίνωσε, για ένα διετές πρόγραμμα μακροχρόνιας παρακολούθησης της θαλάσσιας βιοποικιλότητας στην παράκτια ζώνη (0–40 μέτρα βάθος), με στόχο τη συλλογή ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων για τα ξενικά και εισβλητικά είδη.
Το έργο θα ενισχύσει την κατανόηση της εξέλιξης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και θα συμβάλει στην εφαρμογή της Οδηγίας Πλαίσιο για τη Θαλάσσια Στρατηγική (ΟΠΘΣ), ενισχύοντας τις στρατηγικές διατήρησης και τη λήψη τεκμηριωμένων περιβαλλοντικών αποφάσεων, συμπλήρωσε.
Παράλληλα, η Κύπρος συμμετέχει ενεργά, όπως είπε, στο πιλοτικό πρόγραμμα της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο (ΓΕΑΜ) για την παρακολούθηση των ξενικών ειδών στην Ανατολική Μεσόγειο, το οποίο στοχεύει στη δημιουργία ενός παρατηρητηρίου ξενικών ειδών και στην ενίσχυση της κατανόησης των επιπτώσεών τους στα τοπικά οικοσυστήματα και την αλιεία, προκειμένου να αναπτυχθούν αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης.
Επιπλέον, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ), προγραμματίζεται, σημείωσε, η υλοποίηση ειδικού έργου για τη διερεύνηση νέων τρόπων εμπορικής αξιοποίησης εισβλητικών ξενικών ειδών, όπως ο λαγοκέφαλος (Lagocephalussceleratus), το λεοντόψαρο (Pterois miles) και η τρομπέτα (Fistulariacommersonii), με στόχο τη μείωση των επιπτώσεών τους στα θαλάσσια οικοσυστήματα και την ενίσχυση της βιώσιμης αλιείας.
«Σε έναν κόσμο που αλλάζει, η παρουσία των ξενικών ειδών στα Κυπριακά νερά δεν είναι προσωρινή εξαίρεση, αλλά νέα πραγματικότητα», ανέφερε η κ. Γεωργίου, σημειώνοντας πως η προσαρμογή και η ενεργή διαχείριση είναι πλέον μονόδρομος.
Είπε ακόμη πως τα θαλάσσια ξενικά είδη, δηλαδή οι θαλάσσιοι οργανισμοί που λόγω ανθρωπογενών δραστηριοτήτων βρίσκονται εκτός της φυσικής τους γεωγραφικής κατανομής, αποτελούν φαινόμενο διαρκούς εξέλιξης στην Κύπρο και την ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο.
Ενδεικτικά σημείωσε πως πάνω από 1000 τέτοια είδη έχουν καταγραφεί στη Μεσόγειο, το 80% των οποίων προέρχονται από τον Ινδο-Ειρηνικό Ωκεανό και έχουν εισέλθει μέσω της διώρυγας του Σουέζ – ένα φαινόμενο γνωστό ως Λεσσεψιανή μετανάστευση. Η διώρυγα λειτουργεί, όπως είπε, ως υδάτινος διάδρομος που επιτρέπει τη ροή οργανισμών από την Ερυθρά Θάλασσα προς τη Μεσόγειο, κυρίως λόγω της εξισορρόπησης της στάθμης και αλατότητας των δύο θαλασσών, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή και την αύξηση της θερμοκρασίας των νερών.
Η Κύπρος, ως το ανατολικότερο σημείο της ΕΕ στη Μεσόγειο, επηρεάζεται έντονα από το φαινόμενο, με πάνω από 200 ξενικά είδη να έχουν καταγραφεί ήδη στα νερά της.
Το άρθρο Πάνω από 200 ξενικά είδη στα νερά της Κύπρου εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.