Εργαλείο αυτονομίας ή πρόσχημα περικοπών;

Η πρόταση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα στην ετήσια έκθεσή του για το 2024, να… περάσει ο ΕΝΦΙΑ στους δήμους, άνοιξε για μία ακόμη φορά τη συζήτηση στους αυτοδιοικητικούς κόλπους, πυροδοτώντας έντονες αντιδράσεις.

Οικονομικά επιχειρήματα: αποκέντρωση και αποδοτικότητα

Οπως αναφέρεται στην έκθεση, η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων όπου αυτό καθίσταται εφικτό θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικές οικονομίες κλίμακας όσον αφορά τη διαχείριση του σκέλους των δαπανών, αλλά και του σκέλους των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. «Αυτό μπορεί να είναι απόρροια της καλύτερης γνώσης που έχουν οι τοπικοί φορείς τόσο για τη φορολογική βάση (μπορούν, κατά συνέπεια, να μειώσουν τη γραφειοκρατία που σχετίζεται με την επιβολή και τον έλεγχο των φόρων, μειώνοντας και το συναφές κόστος) όσο και για τις τοπικές ανάγκες στην κάλυψη των οποίων θα διοχετευθούν τα έσοδα. Ενα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι ειδικότερα η είσπραξη και διαχείριση των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ ή μέρους αυτών, από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ)».

Τοπική γνώση, μικρότερη γραφειοκρατία,  αποτελεσματικότητα

Μάλιστα, αιτιολογώντας τη συγκεκριμένη πρόταση, ο Στουρνάρας επισημαίνει πως αφενός ο εν λόγω φόρος αφορά ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στα γεωγραφικά όρια κάθε δήμου της χώρας, αφετέρου τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν ένα μεγάλο μέρος των μεταβιβαστικών πληρωμών από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τους ΟΤΑ, «απελευθερώνοντας με αυτόν τον τρόπο πόρους του κρατικού προϋπολογισμού προς άλλες χρήσεις που συνδέονται με την παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, όπως υγεία, παιδεία κ.λπ.».

Σταθερή φορολογική βάση, χαμηλό κόστος ελέγχου

Ως πλεονέκτημα της διαχείρισης του ΕΝΦΙΑ από την Τοπική Αυτοδιοίκηση ορίζεται από την ετήσια έκθεση το γεγονός ότι πρόκειται για έναν φόρο με περιορισμένα περιθώρια φοροδιαφυγής, «διότι η φορολογική βάση, δηλαδή το ακίνητο, δεν μπορεί εύκολα να αλλοιωθεί στις φορολογικές δηλώσεις. Ετσι λοιπόν η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αναλαμβάνοντας την είσπραξη του ΕΝΦΙΑ, δεν θα έχει να επωμιστεί το υψηλό κόστος ενός ελεγκτικού φορολογικού μηχανισμού, καθώς θα έχει το πλεονέκτημα που προκύπτει από την καλύτερη γνώση της ακίνητης περιουσίας και της χρήσης της εντός των ορίων της γεωγραφικής της περιφέρειας».

Ελλειψη τεχνογνωσίας και υποδομών στους δήμους

Από την άλλη, στα μειονεκτήματα συγκαταλέγεται η ορατή έλλειψη τεχνοκρατικής υποδομής για την πλειονότητα των δήμων και η ανάγκη εκπαίδευσης και εξοικείωσής τους με τα σχετικά εργαλεία. Στην έκθεση υπογραμμίζεται πως η Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλή θέση ως προς τη διαχείριση φορολογικών εσόδων σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης μεταξύ των χωρών της Ευρώπης.

Κυρίζογλου: «Να μας λείπει το βύσσινο»

«Αγκάθι», λοιπόν, στην πρόταση Στουρνάρα φαίνεται πως είναι, σύμφωνα με τους δημάρχους, η ενδεχόμενη αφαίρεση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), που ήδη λαμβάνουν.

«Η θέση μας για τον ΕΝΦΙΑ είναι διατυπωμένη σε όλα μας τα συνέδρια. Αν πρόκειται να προστεθεί το σύνολο του ΕΝΦΙΑ στους ΚΑΠ, τους οποίους ήδη λαμβάνουμε, βεβαίως και τον θέλουμε. Αλλά αυτό που ο κ. Στουρνάρας ξεκάθαρα λέει είναι να εκχωρηθεί ο ΕΝΦΙΑ εξ ολοκλήρου στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και έτσι να επέλθει μια οικονομική ανακούφιση και εξορθολογισμός του κρατικού προϋπολογισμού, προφανέστατα αφαιρώντας τα ποσά αυτά από τους ΚΑΠ. Η απάντησή μας στην πρόταση Στουρνάρα είναι ξεκάθαρη, “να μας λείπει το βύσσινο”», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ και δήμαρχος Αμπελοκήπων – Μενεμένης Λάζαρος Κυρίζογλου σχολιάζοντας την ετήσια έκθεση για την ελληνική οικονομία που παρουσίασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Κεντρικής Ενωσης.

Μαμάκος: «Χωρίς σχεδιασμό, θα δημιουργηθούν προβλήματα»

«Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσω ότι η μεταφορά ενός φόρου, όπως ο ΕΝΦΙΑ, με τα δικά του χαρακτηριστικά και την πολυπλοκότητα ανάγεται σε μια συνολική λογική αναμόρφωσης της σχέσης Αυτοδιοίκησης – Κεντρικού Κράτους στα οικονομικά. Χωρίς προσεκτικό σχεδιασμό, κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε σοβαρότερα προβλήματα από αυτά που πιθανώς θα έλυνε. Κατά δεύτερον, αν πρόκειται να προστεθεί ο ΕΝΦΙΑ στους ΚΑΠ, δηλαδή αν πρόκειται να αυξηθεί η χρηματοδότηση των δήμων, προφανώς το θέλουμε και θα βοηθούσε τον δήμο μας σε μεγάλο βαθμό. Αν όμως, γιατί αυτό είναι και το νόημα των δηλώσεων Στουρνάρα, απλά το ποσό αντικαταστήσει ένα μέρος της κρατικής επιχορήγησης, δεν προσφέρει απολύτως τίποτα διαφορετικό στην υπάρχουσα κατάσταση. Θυμίζω ότι υπάρχουν χρήματα που έπρεπε να αποδίδονται στους δήμους, αλλά αυτό δεν συμβαίνει είτε με τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, είτε με τον Φόρο Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων, είτε με τον ΦΑΠ. Γιατί δεν ξεκινούμε από αυτό, την απόδοση των χρημάτων που δικαιούται η Αυτοδιοίκηση, αντί να πετάμε “φωτοβολίδες” για τις οποίες δεν υπάρχει η παραμικρή προετοιμασία;», αναρωτιέται, μιλώντας στο «CityHub», ο δήμαρχος Λαρισαίων και μέλος του ΔΣ της ΚΕΔΕ Θανάσης Μαμάκος.

Η πρόταση Μητσοτάκη από το 2018

Δεν είναι, πάντως, η πρώτη φορά που το θέμα έρχεται στην επικαιρότητα. Το 2018, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε προτείνει μέχρι το 2021 η είσπραξη του ΕΝΦΙΑ και το ύψος του να καθορίζονται από τους δήμους. Οπως είχε δηλώσει, ταυτόχρονα θα κόβονταν οι ΚΑΠ. «Θα μπορεί αν θέλει ένας δήμαρχος να αυξήσει ή να μειώσει τον ΕΝΦΙΑ, αλλά θα λογοδοτεί στους δημότες του».

Η διάσταση των μικρών και μεγάλων δήμων

Μια άλλη διάσταση στη διαχείριση του ΕΝΦΙΑ από τους δήμους βάζει ο δήμαρχος Θέρμου και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Περιφερειακής Ενωσης Δήμων Δυτικής Ελλάδας Σπύρος Κωνσταντάρας. Οπως εξηγεί στο «CityHub», στην περίπτωση που ο φόρος προστεθεί στους ΚΑΠ θα είναι μεγάλη ανάσα για τους δήμους, κυρίως δε τους μεγάλους. «Για τους μικρούς τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι εισπράξεις του ΕΝΦΙΑ είναι σαφώς λιγότερες από τους ΚΑΠ που λαμβάνουν. Αρκεί να θυμίσω πως το υπουργείο Εσωτερικών μετά την ανακατανομή των ΚΑΠ έχει δώσει περισσότερα χρήματα στους μικρούς, με βάση την αναλογιστική μελέτη της ΚΕΔΕ. Εάν, λοιπόν, ο ΕΝΦΙΑ περάσει στους δήμους και ταυτόχρονα αφαιρεθούν οριζόντια οι πόροι, οι μικροί δήμοι θα βρεθούν σε οικονομικό αδιέξοδο».