Με ούριο πλέον για τον ίδιο άνεμο στην ταραχώδη εποχή Τραμπ 2.0, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου αναδιατάσσει τη στρατηγική του εντός και εκτός των ισραηλινών συνόρων. Το μήνυμα είναι σαφές: ασφυκτικός εσωτερικός έλεγχος και προβολή εξωτερικής ισχύος.
Αντιμέτωπος με πολιτικά και στρατηγικά αδιέξοδα έπειτα από ενάμιση χρόνο αιματηρού πολέμου κατά της Χαμάς στη μαρτυρική Λωρίδα της Γάζας, ων σε δίκη για διαφθορά και δέσμιος των ακροδεξιών κυβερνητικών του εταίρων, ο ισραηλινός πρωθυπουργός επιδιώκει να διατηρηθεί στην εξουσία και να επαναπροσδιορίσει τη θέση στην ιστορία – και δη μετά τις αποτυχίες της 7ης Οκτωβρίου – με επιλογές που προκαλούν έντονη ανησυχία για την πορεία της δημοκρατίας στη χώρα του και για τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή εν γένει.
Η εν εξελίξει κυβερνητική απόπειρα αποπομπής του επικεφαλής της Σιν Μπετ, Ρόνεν Μπαρ (την ώρα που η ισραηλινή υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας ερευνούσε σκάνδαλο δωροδοκίας στενών συνεργατών του πρωθυπουργού από το Κατάρ) και οι μεθοδεύσεις για απομάκρυνση της γενικής εισαγγελέως Γκάλι Μπαχαράβ-Μιάρα (που μεταξύ άλλων επιβλέπει τη δίκη Νετανιάχου) δεν είναι απλώς θεσμικά αμφιλεγόμενες, με έντονο άρωμα συνταγματικής κρίσης. Συνδυαστικά με την εκ νέου προωθούμενη επίμαχη δικαστική μεταρρύθμιση, ερμηνεύονται ως δήλωση πολιτικών προθέσεων για αποδυνάμωση των θεσμικών αντίβαρων στην πρωθυπουργική εξουσία στο Τελ Αβίβ και υπέρ ενός πιο αυταρχικού μοντέλου.
Επιθέσεις. Οχι τυχαία, οι επικίνδυνοι αυτοί εσωτερικοί μετασχηματισμοί γίνονται σε μια περίοδο που το Ισραήλ επεκτείνει τις επιθέσεις πέραν των συνόρων του. Η αιματοβαμμένη Λωρίδα της Γάζας, η κατεχόμενη Δυτική Οχθη, ο Λίβανος και η Συρία αποτελούν πλέον ταυτόχρονα πεδία στρατιωτικών επιχειρήσεων των ισραηλινών δυνάμεων. Η επανέναρξη του πολέμου στη Γάζα αποκτά πλέον χαρακτηριστικά κατοχής, εκτός του στόχου απελευθέρωσης των υπόλοιπων ομήρων. Ο ισραηλινός υπουργός Αμυνας, Ισραελ Κατς, διακήρυξε τις προάλλες ότι τα στρατεύματα της χώρας του θα παραμείνουν επίσης επ’ αόριστον σε ζώνες ασφαλείας στον Λίβανο και στη Συρία.
Κόντρα στις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας για παραβίαση του διεθνούς δικαίου, ο Νετανιάχου παρουσιάζει την πολιτική του ως «προληπτική άμυνα». Διακηρυγμένος μεγάλος στόχος του παραμένει, δε, το Ιράν.
Ηδη πιεστικό, το αίτημά του προς τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ είναι να υποστηρίξει στρατιωτικά πλήγματα κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Κατά τον Νετανιάχου, η αποδυνάμωση της Χαμάς, της λιβανέζικης Χεζμπολάχ και των φιλοϊρανών ανταρτών Χούθι της Υεμένης αποτελεί ένα σημαντικό «παράθυρο ευκαιρίας».
Κλιμάκωση. Ενόσω όμως η Ουάσιγκτον διαπραγματεύεται μια συμφωνία με την Τεχεράνη, ο Νετανιάχου δεν πρόκειται να εξασφαλίσει το πράσινο φως από τις ΗΠΑ, παρά τις νέες δηλώσεις του Τραμπ ότι «έχουμε την ίδια γραμμή σε όλα».
Οι ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι του ισραηλινού πρωθυπουργού αξιώνουν εν τω μεταξύ περαιτέρω κλιμάκωση του πολέμου στη Γάζα, με τον υπουργό Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ να προειδοποιεί ότι η νυν κυβέρνηση «δεν έχει δικαίωμα να υπάρχει», εάν δεν καταλάβει τον παλαιστινιακό θύλακο και δεν εκδιώξει τον πληθυσμό του.
Ως έχουν κοντολογίς τα πράγματα, η στήριξη του Τραμπ και η συνέχιση του πολέμου είναι τα μόνα «χαρτιά» που προσφέρουν πολιτική επιβίωση στον Νετανιάχου. Αλλά με έναν ασταθή κυβερνητικό συνασπισμό, τις διεθνείς σχέσεις να δοκιμάζονται και τις εσωτερικές κοινωνικές διαιρέσεις να βαθαίνουν, η επόμενη ημέρα στο Ισραήλ φαντάζει πλέον όλο και πιο αβέβαιη.
«Δεν είναι θέμα Δεξιάς και Αριστεράς», επισημαίνει στους «Financial Times» ο Αμι Αγιαλόν, πρώην επικεφαλής της Σιν Μπετ. «Πρόκειται για την έννοια του ιουδαϊσμού και της Δημοκρατίας», εξηγεί, κάνοντας λόγο για «κρίση ταυτότητας ολόκληρης της ισραηλινής κοινωνίας». Για την ακρίβεια, τη χαρακτηρίζει «υπαρξιακή».